Ο Ασιατικός τρόπος παραγωγής
του Γιάννη Μηλιού

Ο Ασιατικός Τρόπος Παραγωγής (ΑΤΠ) αναφέρεται στα δομικά στοιχεία μιας ιδιαίτερης κατηγορίας προκαπιταλιστικών κοινωνιών: α) Απουσία ιδιωτικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, β) συλλογική οργάνωση (οικονομική, πολιτική και ιδεολογική) της άρχουσας τάξης σε ένα δεσποτικό κράτος, γ) συλλογική οργάνωση της κυριαρχούμενης τάξης των εργαζομένων σε τοπικές κοινότητες.

Όπως σε όλους τους προκαπιταλιστικούς τρόπους παραγωγής, η άρχουσα τάξη είχε την οικονομική κυριότητα των μέσων παραγωγής (της γης), δηλαδή οικειοποιείτο το υπερπροϊόν, ενώ η κυριαρχούμενη - εργαζόμενη τάξη δεν είχε «ελευθερωθεί» από τα μέσα παραγωγής, αλλά διατηρούσε την άμεση κατοχή τους, δηλαδή την εξουσία να τα θέτει σε χρήση (να καλλιεργεί τη γη). Σε αντίθεση με τους άλλους προκαπιταλιστικούς τρόπους παραγωγής, όμως, στις κοινωνίες όπου κυριαρχούσε ο ΑΤΠ, η κυρίαρχη τάξη οικειοποιείτο την υπερεργασία όχι σε ατομική βάση αλλά συλλογικά, ενώ οι καλλιεργητές είχαν στην άμεση κατοχή τους τη γη μόνο υπό την προϋπόθεση ότι ανήκαν σε μια τοπική κοινότητα. Η απόσπαση της υπερεργασίας από την κυρίαρχη τάξη έπαιρνε έτσι τη μορφή ενός φόρου - δοσίματος (tribute tax) σε χρήμα ή σε είδος, τον οποίο πλήρωναν οι κοινότητες στο κράτος.

Οι κρατικοί αξιωματούχοι δεν είχαν κληρονομικά δικαιώματα πάνω στη θέση τους, αλλά ορίζονταν (και καθαιρούνταν) από την ανώτερη κρατική αρχή. Στο ανώτατο επίπεδο, η κρατική εξουσία προσωποποιείτο στον μονάρχη, ο οποίος εθεωρείτο ο άμεσος εκπρόσωπος στη γη της θείας τάξης και του θείου νόμου. Οι κρατικοί αξιωματούχοι λειτουργούσαν ως εκτελεστικά όργανα των (συνήθως γραπτών) διαταγμάτων του ανώτατου άρχοντα. Οι κοινότητες απολάμβαναν ένα βαθμό αυτονομίας από τις κεντρικές κρατικές αρχές, εφόσον βέβαια πλήρωναν τους φόρους που τους αναλογούσαν. Ενσωματώνονταν στην ασιατική κοινωνική τάξη πραγμάτων μέσω της διοίκησής τους από ένα στρώμα τοπικών αρχόντων και θρησκευτικών αξιωματούχων, οι οποίοι εγγυούνταν το status quo σε συνεργασία με τις περιφερειακές, ή ακόμα, σε ορισμένες περιπτώσεις, τις κεντρικές κρατικές αρχές. Μεγάλες ασιατικές αυτοκρατορίες όπως η Κίνα, η Ρωσία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία τουλάχιστον μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα, ή η Ινδία την εποχή της κυριαρχίας των Μεγάλων Μογγόλων ήταν κοινωνικοί σχηματισμοί στους οποίους κυριαρχούσε ο ΑΤΠ.

Ο Marx διατύπωσε την έννοια του ΑΤΠ στη δεκαετία του 1850, παράλληλα με τις έννοιες του κεφαλαίου και το καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, όταν συγκροτούσε το θεωρητικό του σύστημα, το οποίο ονόμασε Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας. Η βασική του επιδίωξη, να συλλάβει «την ειδοποιό διαφορά που επιτρέπει τη διάκριση του κεφαλαίου από όλες τις άλλες μορφές πλούτου - ή τρόπους με τους οποίους αναπτύσσεται η (κοινωνική) παραγωγή» (Marx 1993, 449), τον οδήγησε να αναλύσει συγκεκριμένα τις «μορφές που προηγούνται της καπιταλιστικής παραγωγής» (Marx 1993, 471-479), αρχικά στις επιστολές του προς τον Engels, και στη συνέχεια στα χειρόγραφά του των ετών 1857-58 (που εκδόθηκαν για πρώτη φορά την περίοδο 1939-41, με τον τίτλο Grundrisse).

Στο πλαίσιο αυτής της ανάλυσης, που στόχος της ήταν κυρίως το προσωπικό ξεκαθάρισμα των εννοιών από το συγγραφέα, ο Marx διέκρινε τις «ασιατικές αγροτικές μορφές» από όλες τις άλλες προκαπιταλιστικές μορφές παραγωγής: «Στο κέντρο του ανατολικού δεσποτισμού και της έλλειψης ιδιοκτησίας η οποία φαίνεται να υφίσταται εκεί, αυτή η φυλετική ή κοινοτική ιδιοκτησία υφίσταται στην πραγματικότητα ως το θεμέλιο, το οποίο στις περισσότερες περιπτώσεις δημιουργείται από τη σύνδεση μέσα στη μικρή κοινότητα της μανιφακτούρας και της αγροτικής παραγωγής <201> Ένα τμήμα της υπερεργασίας ανήκει στην ανώτερη κοινότητα, η οποία εν τέλει υφίσταται ως πρόσωπο, και αυτή η υπερεργασία παίρνει τη μορφή του δοσίματος (tribute) κλπ., όπως επίσης της κοινής εργασίας για τη δόξα της ενότητας, κατά ένα μέρος του πραγματικού δεσπότη, κατά ένα μέρος της φαντασιακής φυλο-ομαδικής οντότητας, δηλαδή του Θεού» (Marx 1993; 473).

Ο Marx αναφερόταν συχνά στον ΑΤΠ, ή στις επιβιώνουσες μορφές του, και στα μεταγενέστερα έργα του, ιδίως στο Κεφάλαιο, αλλά ακόμα και στον Πρόλογο της ρώσικης έκδοσης του 1882 του Κομμουνιστικού Μανιφέστου. Υποστήριζε ότι η ασιατική κοινότητα «προσφέρει το κλειδί για να αποκρυπτογραφήσουμε το γρίφο της αμεταβλητότητας των ασιατικών κοινωνιών, η οποία έρχεται σε εξόφθαλμη αντίθεση με τη συνεχή διάλυση και επανίδρυση των ασιατικών κρατών, και τις διαρκείς αλλαγές δυναστείας. Η δομή των θεμελιωδών οικονομικών στοιχείων της κοινωνίας παραμένει ανέπαφη από τις καταιγίδες, οι οποίες σαρώνουν τις νεφελώδεις περιοχές της πολιτικής» (Marx 1990, 479).

Η θεωρία του ΑΤΠ αποτέλεσε αντικείμενο έντονων διαμαχών μεταξύ των μαρξιστών και των κομμουνιστών, τόσο για θεωρητικούς όσο και για πολιτικούς λόγους. Στη δεκαετία του 1930 ο ΑΤΠ καταδικάστηκε από τον επίσημο σοβιετικό μαρξισμό ως αντι-επιστημονική και αντι-μαρξιστική έννοια (Mandel 1971; 116-139, Brook 1989, Krader 1994).

Από θεωρητική άποψη, η έννοια του ΑΤΠ είναι ασύμβατη με τη μηχανιστική - οικονομιστική εκδοχή του μαρξισμού, η οποία ουσιαστικά εξοβελίζει την ταξική πάλη από τη μαρξιστική θεωρία της κοινωνικής εξέλιξης, και συλλαμβάνει την ανθρώπινη Ιστορία ως μια ακριβή διαδοχή κοινωνικών μορφών, πλήρως προσδιοριζόμενη από την εξέλιξη της τεχνικής (η «ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων»). Σύμφωνα με το θεωρητικό αυτό σχήμα, (το οποίο μπορεί να εντοπιστεί στα γραπτά του Engels, και το οποίο κωδικοποιήθηκε και διαμορφώθηκε σε δόγμα από τους σοβιετικούς μαρξιστές υπό τον Στάλιν), υπάρχουν «τέσσερα στάδια» (πρωτόγονος κομμουνισμός, δουλοκτητική κοινωνία, φεουδαρχία, καπιταλισμός), από τα οποία ολόκληρη η ανθρωπότητα θα έπρεπε αναγκαστικά να περάσει, πριν να κυριαρχήσει, τελικά, ο σοσιαλισμός. Επομένως, εφόσον ο καπιταλισμός διαδέχεται τη φεουδαρχία, ενώ η φεουδαρχία διαδέχεται τη δουλοκτησία, ο ΑΤΠ είτε δεν υφίσταται, είτε γίνεται αντιληπτός ως μία μεταβατική μορφή από τον πρωτόγονο κομμουνισμό προς την ταξική κοινωνία <208>δηλαδή τη δουλοκτησία. (Για τη σύγχρονη μαρξιστική διαμάχη στην Κίνα σχετικά με τη θεωρία του ΑΤΠ, η οποία διεξάγεται σχεδόν αποκλειστικά στο εσωτερικό της προσέγγισης για τα τέσσερα διαδοχικά στάδια ιστορικής εξέλιξης βλ. Brook 1989. Για τη θεωρία του ΑΤΠ ως μεταβατικής μορφής προς την ταξική κοινωνία βλ. Godelier 1978. Για μια κριτική των προσεγγίσεων αυτών βλ. Mandel 1971, σσ. 116-139). Όπως σωστά παρατηρεί ο Tokei (1969), η εσφαλμένη θέση ότι ο ΑΤΠ αναφέρεται σε κοινωνικές μορφές που προηγούνται των σαφώς ορισμένων ταξικών κοινωνιών, σε ένα βαθμό οφείλεται στο γεγονός ότι οι πρωτόγονες φυλετικές κοινωνίες χαρακτηρίζονταν επίσης από συλλογική κοινοτική ιδιοκτησία, από την οποία αναδύθηκαν διαφορετικοί τρόποι παραγωγής (συμπεριλαμβανομένου και του ΑΤΠ) και αντίστοιχοι τύποι ταξικών κοινωνιών.

Μια περαιτέρω θεωρητική σύγχυση προκύπτει από το ότι ορισμένα χαρακτηριστικά των παραγωγικών δυνάμεων σε συγκεκριμένους ιστορικούς κοινωνικούς σχηματισμούς στους οποίους κυριαρχούσε ο ΑΤΠ, (και πιο συγκεκριμένα το τεχνητό αρδευτικό σύστημα στην Ινδία και την Κίνα), θεωρήθηκαν ως δομικά στοιχεία αυτού του τρόπου παραγωγής (Wittfogel 1957), γεγονός που αποκαλύπτει μια σύγχυση ανάμεσα στις δύο έννοιες.

Η έννοια του ΑΤΠ συνδέεται επίσης με πολιτικές διαμάχες, καθότι καθιστά φανερό ότι η απουσία ατομικής ιδιοκτησίας με τη νομική έννοια δεν σημαίνει απαραίτητα την κατάργηση επίσης της ταξικής εξουσίας και εκμετάλλευσης, ή, για να το πούμε διαφορετικά, η ταξική εκμετάλλευση των εργαζομένων μπορεί να προσλαμβάνει συλλογικές μορφές. Η ιδέα αυτή χρησιμοποιήθηκε από τους Wittfogel (1957) και Bahro (1977) με εκλεκτικιστικό τρόπο: Και οι δύο συγγραφείς «συγκράτησαν» από τα δομικά χαρακτηριστικά του ΑΤΠ μόνο τον κρατικό δεσποτισμό και την μη αναγνώριση ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής (δηλαδή από το «σύνθετο όλον» του ΑΤΠ «αφαίρεσαν» τις κοινότητες και την πληρωμή από τη μεριά τους των δοσιμάτων), ώστε να μπορέσουν να ισχυριστούν ότι η Σοβιετική Ένωση και οι άλλες κοινωνίες του 20ου αιώνα που χαρακτηρίζονταν από τον κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας τους είχαν «ασιατικές» ρίζες και χαρακτηριστικά.

Η ιστορική ανάλυση αποκαλύπτει ότι η διάλυση του ΑΤΠ, (παράλληλα με την πολιτική αποσταθεροποίηση των ασιατικών αυτοκρατοριών, τους πολέμους και τη μετακίνηση μεγάλων μερίδων πληθυσμού, την ανάπτυξη του παγκόσμιου καπιταλιστικού εμπορίου κλπ.), μπορεί να ακολουθήσει διαφορετικές κατευθύνσεις. Στην περίπτωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (Milios 1988), η οικονομική ανάπτυξη και η αυξανόμενη αυτονομία των χριστιανικών κοινοτήτων της Νότιας Βαλκανικής από το Οθωμανικό κράτος, οδήγησε στην έμμεση υπαγωγή των αγροτών στο εμπορικό κεφάλαιο, στη διαμόρφωση μιας τοπικής εμπορικής, εφοπλιστικής και μανιφακτορικής αστικής τάξης και στην επικράτηση καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων και πολιτικών μορφών. Σε άλλες περιοχές των Βαλκανίων, η αυξανόμενη εξουσία των περιφερειακών κρατικών αξιωματούχων, παράλληλα με την αποσταθεροποίηση και διάλυση των κοινοτήτων, οδήγησε στη διαμόρφωση φεουδαρχικών κοινωνικών και οικονομικών μορφών. Σε όλες τις περιπτώσεις, η ιστορική εξέλιξη φαίνεται ότι διαψεύδει τη θεωρία των «τεσσάρων σταδίων» του δογματικού μαρξισμού.


Βιβλιογραφία

Bahro, Rudolf, Die Alternative. Koeln - Frankfurt/M., 1977.

Brook, Timothy (ed.), The Asiatic Mode of Production in China, New York, 1989.

Godelier, Maurice, Sur les societes precapitalistes, Paris, 1978.

Krader, Lawrence, «Asiatische Produktionsweise», in: W.F Haug (ed.) Historisch-Kritisches Woerterbuch des Marxismus, τόμος 1io, Hamburg, 1994.

Mandel, Ernest, The Formation of the Economic Thought of Karl Marx. New York - London, 1971.

Marx, Karl, Capital, Volume 1, London, 1990.

Marx, Karl, Grundrisse. London, 1993.

Milios, Jean, Kapitalistische Produktionsweise, Nationalstaat, Imperialismus, εκδ. Κριτική, Αθήνα 1988.

Tokei, Ferenc, Zur Frage der asiatischen Produktionsweise, Neuwied - Berlin, 1969.

Wittfogel, Karl, Oriental Despotism New Haven, 1957.

* Το κείμενο αυτό αποτελεί μετάφραση του λήμματος που έγραψε ο συγγραφέας, με τίτλο Asiatic Mode of Production για την υπό έκδοση Encyclopedia of Political Economy (Routledge Publishers). Τη μετάφραση από τα αγγλικά έκανε ο Μπάμπης Αντωνίου.