Μαρξισμός, μονοπώλια, εξάρτηση
Ενώ διανύουμε το δεύτερο χρόνο διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ, μια μονότονη συγχορδία, τόσο από τα δεξιά, όσο και από τ' «αριστερά», ακολουθεί, σαν μόνιμο πια μοτίβο, την Οποιαδήποτε σχεδόν πράξη η ανακοίνωση της Κυβέρνησης και πρώτα απ' όλα τα οικονομικά μέτρα. Πρόκειται για την πολιτική θέση όλων των μη κυβερνητικών κομμάτων, ότι η οικονομική κρίση επιδεινώνεται.
Η διαπίστωση είναι φυσικά σωστή. Η οικονομική κρίση επιδεινώνεται. "Αν το κοινό πλαίσιο όλων των κομμάτων αφορούσε μόνο αυτή τη διαπίστωση, δεν θα μπορούσαμε φυσικά να μιλάμε για κοινή πολιτική θέση. "Όμως πρόκειται για κάτι περισσότερο από αυτή τη διαπίστωση. Πρόκειται για την πολιτική θέση ότι η κυβερνητική πολιτική αποτελεί το κλειδί για το ξεπέρασμα της κρίσης, η' (αν η ίδια θέση διατυπωθεί αρνητικά), ότι η οικονομική κρίση επιδεινώθηκε σαν αποτέλεσμα του λανθασμένου προσανατολισμού που έχει πάρει η οικονομική πολιτική της Κυβέρνησης.
Στο ιδεολογικοπολιτικό αυτό πλαίσιο συγκλίνουν και ενοποιούνται, λοιπόν, τόσο οι διακηρύξεις της Κυβέρνησης, όσο και η κριτική της Νέας Δημοκρατίας απ' τη μια και του" ΚΚΕ απ' την άλλη.
Η κυβέρνηση μας διαβεβαιώνει ότι η οξύτητα και η επιμονή της κρίσης είναι το αποτέλεσμα της λανθασμένης οικονομικής πολιτικής που άσκησε η προηγούμενη κυβέρνηση, η Νέα Δημοκρατία. Μας διαβεβαιώνει ότι σέβεται τα «συμβόλαιο τιμής» που σύναψε με το λαό και μας υπόσχεται ότι η δική της πολιτική και την κρίση θα δαμάσει και την κοινωνία θα μετασχηματίσει σε σοσιαλιστική. Και για του" λόγου το αληθές μας επιδεικνύει τις αυξήσεις στο εισόδημα των χαμηλόμισθων και τη μείωση του" πληθωρισμού", που συντελέσθηκαν μέσα στο 1982.
Η Νέα Δημοκρατία από τη μεριά της αντιστρέφει την εικόνα, μέσα στο ίδιο πάντα ιδεολογικοπολιτικό πλαίσιο. Καθώς οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου μειώνονται, ισχυρίζεται, μια σωστή οικονομική πολιτική θα ξεπερνούσε την ύφεση, θα αναθέρμαινε τις επενδύσεις, θα τιθάσευε τον πληθωρισμό, θα ελαχιστοποιούσε τα ελλείμματα. Αντίθετα, η πολιτική του" ΠΑΣΟΚ «αυξάνει το κόστος της παραγωγής» (με τις αυξήσεις στους μισθούς) και γι ' αυτό επιδεινώνει την οικονομική κρίση. Γιατί τι άλλο υποδηλώνει η αύξηση της ανεργίας παρά την επιδείνωση της οικονομικής κρίσης; Στη συνέχεια βέβαια η Νέα Δημοκρατία θα διαμαρτυρηθεί επειδή το ΠΑΣΟΚ «καθηλώνει τους μισθούς», για το 1983!
Τέλος, το ΚΚΕ, πιστεύει ότι τη λύση θα τη δώσει η «πραγματική αλλαγή», δηλαδή η πραγματική υλοποίηση της πολιτικής που είχε διακηρύξει προεκλογικά η σημερινή κυβέρνηση. «Επιμένουμε ότι η ανάγκη μιας άλλης οικονομικής πολιτικής γίνεται τώρα πιο επιτακτική και πιο φανερή. Μιας οικονομικής πολιτικής, που, αν θέλετε, θα βρίσκεται κοντά στις προεκλογικές διακηρύξεις της σημερινής κυβέρνησης» (Συνέντευξη του Γρ. Φαράκου στον Οικονομικό Ταχυδρόμο, 23.12.1982)
Το κοινό ιδεολογικοπολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο τοποθετείται από τα κόμματα η συζήτηση και η αντιπαράθεση για την οικονομική κρίση και την οικονομική πολιτική, ορίζεται αποκλειστικά μέσα στα πλαίσια της κυρίαρχης (αστικής) ιδεολογίας. Μέσα στα πλαίσια της κυρίαρχης ιδεολογίας, το (αστικό) κράτος αποτελεί είτε τον a priori ενσαρκωτή του εθνικού συμφέροντος (δεξιά εκδοχή), είτε τον εν δυνάμει εκφραστή «των συμφερόντων του λάου και του τόπου» και συνακόλουθα το μοχλό για την κοινωνική αλλαγή (αριστερή εκδοχή). Σε κάθε περίπτωση πάντως, το κράτος θεωρείται υπεύθυνο (αλλά και ικανό) να εξασφαλίσει την οικονομική σταθερότητα και την οικονομική ανάπτυξη. 'Ακόμη περισσότερο, η οικονομική πολιτική της μιας η της άλλης κυβέρνησης θεωρείται σαν ο βασικός παράγοντας από τον Οποίο εξαρτάται η πορεία της οικονομίας, είτε προς την ύφεση, είτε προς την ανάκαμψη.
Η πραγματικότητα όμως, νομίζουμε, βρίσκεται στον αντίποδα αυτής της προσέγγισης. Εκατό χρόνια μετά το θάνατο του" Μαρξ, η μαρξιστική ανάλυση για τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής εξακολουθεί να παραμένει επίκαιρη, όσο ποτέ. Και είναι αυτή η ανάλυση, δηλαδή η επιστήμη του ιστορικού υλισμού, που υπέδειξε, για πρώτη φορά, ότι οι κρίσεις αποτελούν μια «εσωτερική αναγκαιότητα» της ανάπτυξης του καπιταλιστικού τρόπον παραγωγής. Αυτό σημαίνει ότι οι οικονομικές κρίσεις δεν μπορούν να αποφευχθούν, όσο χρηστή και αν είναι η οικονομική πολιτική των καπιταλιστικών κρατών.
Η οικονομική κρίση αποτελεί το κομβικό σημείο οπού «έρχονται στην επιφάνεια συλλογικά όλες οι αντιφάσεις της καπιταλιστικής παραγωγής». Συνακόλουθα επίκεντρο της κρίσης, αλλά και γενεσιουργός αιτία της, είναι η ίδια η καπιταλιστική παραγωγή. "Οχι η «οικονομία» γενικά, αλλά η καπιταλιστική παραγωγή, δηλαδή η παραγωγή που βασίζεται στην εκμετάλλευση και κυριαρχία του" κεφαλαίου πάνω στη μισθωτή εργασία. "Όσο κυριαρχεί ο καπιταλισμός, η οικονομική κρίση, ιδιαίτερα όταν γίνεται παγκόσμια, δεν μπορεί να ξεπεραστεί, παρά μέσα από «δομικές αναδιαρθρώσεις» που συνδέονται με τρομακτικές καταστροφές παραγωγικών δυνάμεων, με τρομακτικές δηλαδή κοινωνικές καταστροφές, που πλήττουν πρώτα απ' όλα τη μισθωτή εργασία. Η στρατηγική παράλληλα για το ξεπέρασμα της κρίσης, για τη σταθεροποίηση της «οικονομίας», δεν είναι παρά η στρατηγική για τη σταθεροποίηση του" καπιταλιστικού" συστήματος. Δεν μπορεί λοιπόν ταυτόχρονα να επιδιώκει και την ανατροπή του" καπιταλιστικού" συστήματος, δηλαδή το σοσιαλισμό.
Όλα αυτά σημαίνουν, ανάμεσα στα άλλα, ότι ο χαραχτήρας και τα όρια της οικονομικής και εισοδηματικής πολιτικής που μπορεί να ακολουθήσει η κυβέρνηση μιας καπιταλιστικής χώρας για τη σταθεροποίηση της «οικονομίας» καθορίζονται κατ' αρχήν από την ίδια την «οικονομία», από τις συνθήκες αξιοποίησης του κεφαλαίου. Η οικονομική πολιτική επενεργεί έτσι «εκ των υστέρων», περισσότερο η λιγότερο «διορθωτικά» στην καπιταλιστική παραγωγή, χωρίς να μπορεί όμως να μετασχηματίσει ριζικά η να αντιστρέψει τις βασικές τάσεις εξέλιξης της, που πηγάζουν από την ίδια την κεφαλαιοκρατική σχέση, δηλαδή από την πάλη των τάξεων. Η πάλη των τάξεων στο εσωτερικό κάθε χώρας, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, μπορεί να κρίνει την έκβαση της καπιταλιστικής κρίσης.
Η οικονομική διαχείριση που επιχειρεί σήμερα το ΠΑΣΟΚ είναι αναμφίβολα περισσότερο χρηστή από εκείνη της Νέας Δημοκρατίας. "Όμως και πάλι πρόκειται για μια «εκ των υστέρων διορθωτική παρέμβαση», που δεν μπορεί" να ξεπεράσει κάποια όρια, που δεν αρκεί για να αντιστρέψει την ύφεση. Που είναι υποχρεωμένη να προσανατολιστεί σε κάποιο έστω τροποποιημένο πλαίσιο λιτότητας. Που είναι υποχρεωμένη να τροποποιήσει ακόμα και την ιδεολογία της, καθώς ο κεϋνσιανικός μύθος αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά μύθος, καθώς δηλαδή οι οποίες αυξήσεις των μισθών δεν αναθερμαίνουν τη ζήτηση, αλλά ο όγκος των λιανικών πωλήσεων εξακολουθεί να μειώνεται.
Στο τεύχος αυτό των θέσεων δεν επιλέξαμε να αναφερθούμε στην οικονομική κρίση. Γιατί θεωρήσαμε ότι πριν από την οποιαδήποτε ανάλυση για το χαρακτήρα και τη σημερινή κρίση του ελληνικού καπιταλισμού, θα έπρεπε να προσεγγίσουμε δύο θεμελιώδεις κατηγορίες, με βάση τις όποιες αναλύει και ερμηνεύει η Αριστερά, τόσο την ιστορική εξέλιξη, το χαρακτήρα και τις ιδιομορφίες του" ελληνικού" καπιταλισμού", όσο και τη σημερινή κρίση του.
Οι κατηγορίες αυτές είναι τα καπιταλιστικά μονοπώλια και η εξάρτηση.
Τα μονοπώλια, η εξάρτηση, η αντιμονοπωλιακή πολιτική και η αντιιμπεριαλιστική πολιτική, για την εθνική ανεξαρτησία, είναι τα ζητήματα που κυρίως ανέδειξε η Αριστερά στις αναλύσεις και την πολιτική στρατηγική της, από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα και που πρόβαλαν με ιδιαίτερη ένταση στο προσκήνιο, μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ. Έτσι δεν είναι σήμερα δυνατό να μιλήσει κανείς για τον Ελληνικό καπιταλισμό και την κρίση του, χωρίς να πάρει προηγούμενα θέση πάνω στο πρόβλημα των μονοπωλίων και της εξάρτησης.
Μιλώντας όμως κανείς για τα μονοπώλια και την εξάρτηση, μιλάει αναγκαστικά και για το μαρξισμό. Γι ' αυτό που είναι μαρξισμός και γι ' αυτό που ονομάζεται μαρξισμός χωρίς να είναι. αναγκαστικά, γιατί όταν κάποιες θεωρητικές αναλύσεις για θεμελιώδη ζητήματα, όπως τα μονοπώλια, 0 καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, η εξάρτηση, καταλήγουν σε διαμετρικά αντίθετες θέσεις και συμπεράσματα, τότε, χωρίς άλλο, διαμετρικά αντίθετες θα είναι και οι θεωρητικές τους αφετηρίες, οι αντιλήψεις για το μαρξισμό στις όποιες βασίζονται.
Το 1983, αναγνωρίζεται σ' ολόκληρο τον κόσμο σαν «Έτος Μαρξ». Η διεθνής αναγνώριση της προσφοράς του "γερμανού" διανοητή «στην ανθρωπότητα», οι διαπιστώσεις για το πόσο επιβεβαιώθηκε η θεωρία, η έστω η μέθοδος του Μαρξ από «τη ζωή», αλλά και όλη η σχετική συζήτηση ανάμεσα στους κάθε λογής έγκυρους υποστηρικτές (η και επικριτές) του "μαρξισμού", θα επιβεβαιώσει αναπόφευκτα μια πραγματικότητα, που τα τελευταία χρόνια γίνεται όλο και πιο φανερή: Η πάλη ανάμεσα στην αστική ιδεολογία και τη μαρξιστική θεωρία διεξάγεται ακόμα και μέσα στο θεωρητικό χώρο που αναγνωρίζεται σαν μαρξισμός. Δεν είναι μόνο μια διαπάλη για το μαρξισμό. Είναι και μια μάχη μέσα στον μαρξισμό.
«Δεν πρέπει να φοβόμαστε να προφέρουμε αυτή τη λέξη: πράγματι πολλά σημάδια δείχνουν πως σήμερα ο μαρξισμός βρίσκεται σε κρίση και πως η κρίση παραμένει ανοικτή...Σαν μαρξιστές δεν μπορούμε να ικανοποιηθούμε με την ιδέα ότι η μαρξιστική θεωρία υπάρχει κάπου στην καθαρή της μορφή, χωρίς να υφίσταται ρήγματα από την ιστορική δοκιμασία στους αγώνες, όπου μετέχει σαν «οδηγός για δράση»... Αυτό που μας έδωσαν οι κλασσικοί δεν είναι ένα ενοποιημένο και ολοκληρωμένο σύνολο, αλλά ένα έργο που περιλαμβάνει θεωρητικές αρχές και θεμελιωμένες αναλύσεις και συγχρόνως δυσκολίες, αντιφάσεις και κενά...Πως είναι δυνατόν να φανταστούμε ότι μια θεωρία των συνθηκών και των μορφών του ταξικού αγώνα, που καταγγέλλει την επιρροή και το βάρος της κυρίαρχης ιδεολογίας, θα μπορούσε να ξεφύγει απ' αυτήν τελείως, ήδη από τα πρώτα της βήματα; Η ρήξη με αυτή την ιδεολογία είναι ένας αγώνας που δεν γνωρίζει τέλος: Το πληρώσαμε αρκετά ακριβά ώσπου να το μάθουμε». (Λουί Άλτουσέρ: «Για την κρίση του μαρξισμού» έκδ. Αγώνας 1980)
Τα κείμενα αυτού του τεύχους που θίγουν ταυτόχρονα το ζήτημα του μαρξισμού και το ζήτημα είτε των μονοπωλίων, είτε της εξάρτησης του ελληνικού καπιταλισμού είναι τρία και υπογράφονται από τον Γιάννη Μηλιό, από τους Τάκη Μαστραντώνη και Γιάννη Μηλιό και από τους Γιάννη Μαύρη και Θανάση Τσεκούρα.
Το άρθρο του Γιάννη Μηλιού, Μαρξισμός η πολιτική οικονομία του μονοπωλίου, ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής και τα μονοπώλια, υποδεικνύει ότι το μονοπώλιο είναι το κατ' εξοχήν θεωρητικό σημείο απ' οπού επιχειρείται, στις περισσότερες θεωρίες για το μονοπωλιακό καπιταλισμό, η αναθεώρηση της μαρξιστικής θεωρίας για τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και ο μετασχηματισμός του μαρξισμού σε μια μεταρρυθμιστική θεωρητική παραλλαγή που βασίζεται στην κυρίαρχη ιδεολογία. Με την αναθεώρηση της εννοίας του μονοπωλίου εκτοπίζονται οι μαρξιστικές κατηγορίες του' συναγωνισμού, του μέσου ποσοστού κέρδους, του" συνολικού κοινωνικού" κεφαλαίου. Οι θεωρητικοί μετασχηματισμοί ολοκληρώνονται, στην περίπτωση της παραδοσιακής Αριστεράς, με την αντικατάσταση του" αστικού κράτους από το κράτος των μονοπωλίων και της σοσιαλιστικής επανάστασης από την αντιμονοπωλιακή αλλαγή.
Το άρθρο των Τάκη Μαστραντώνη και Γιάννη Μηλιό, Η θεωρία της Αριστεράς για την εξάρτηση του ελληνικού καπιταλισμού, όρια και συνέπειες, προσεγγίζει την έννοια της εξάρτησης, όπως αυτή εγγράφεται μέσα στις αναλύσεις της ελληνικής Αριστεράς και δείχνει ότι η έννοια αυτή, αντί να συνάγεται από την ανάλυση των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων εξουσίας στη χώρα μας, αποτελεί αντίστροφα το αφετηριακό σημείο για να ερμηνευθεί ο χαραχτήρας και οι ιδιομορφίες του" ελληνικού" καπιταλισμού". Αυτή η «αντιστροφή» όμως, εκτοπίζει αναγκαστικά από το επίκεντρο της ανάλυσης την πάλη των τάξεων, δηλαδή τελικά τη μαρξιστική προβληματική.
Το άρθρο των Γιάννη Μαύρη και Θανάση Τσεκούρα, Το ξένο κεφάλαιο και η ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού, αναλύει το ρόλο του" ξένου κεφαλαίου στη χώρα μας, μετά τον Β ' Παγκόσμιο Πόλεμο. Υποστηρίζει ότι η εισροή του ξένου κεφαλαίου στη χώρα μας συνδέεται τόσο με την ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού, όσο και με τη διεθνοποίηση του" κεφαλαίου, στα πλαίσια της σύγχρονης φάσης του" ιμπεριαλισμού". Το ξένο κεφάλαιο δεν λειτούργησε αποικιακά, αλλά αναπτυξιακά, σαν κεφάλαιο, σε στενή διαπλοκή και συμμαχία με το ντόπιο κεφάλαιο. Το άρθρο ανασκευάζει παράλληλα τις κυρίαρχες σήμερα προβληματικές για το ξένο κεφάλαιο, στα πλαίσια της Αριστεράς, ενώ παράλληλα εντοπίζει κάποιες σημαντικές ιμπεριαλιστικές τάσεις και όψεις του ελληνικού καπιταλισμού. Το άρθρο αποτελείται από τρεις ενότητες (κεφάλαια) κάθε μια άπα τις όποιες θα μπορούσε να είναι ένα αυτόνομο άρθρο, στα πλαίσια του γενικότερου θέματος «ξένο κεφάλαιο».
Το άρθρο των Τάσου Κυπριανίδη και Δημήτρη Σαρδελή, Ο διαλεκτικός υλισμός και η φυσική, προσεγγίζει, με βάση τη μαρξιστική θεωρία, τους γενικούς κοινωνικούς όρους που έκαναν δυνατή τη συγκρότηση της φυσικής σαν επιστήμης. Σκιαγραφεί το χαραχτήρα της επιστημολογικής αυτής τομής, ενώ ταυτόχρονα ασκεί κριτική σε κάποιες, δημοφιλείς σήμερα, επιστημολογικές και φιλοσοφικές προσεγγίσεις στο πρόβλημα της εξέλιξης της φυσικής. Το κείμενο αυτό συμπυκνώνει ένα μέρος από μια ευρύτερη μελέτη των αρθρογράφων, που θα εκδοθεί σύντομα σε βιβλίο, με τον τίτλο «Η δυναμική των επιστημονικών επαναστάσεων», άπα τις εκδόσεις «Κάλβος».
Το άρθρο του Γιώργου Σταμάτη, Επιστήμη σε τρόπο ψευδογαλατικό (άγνοια), ασχολείται με το πρόβλημα της αξίας, στα πλαίσια της οικονομικής θεωρίας. Γράφτηκε τον Αύγουστο - Σεπτέμβριο του 1982 για το περιοδικό «Αντιθέσεις», αλλά δεν δημοσιεύθηκε. Αποτελεί τη συνέχεια ένας διαλόγου που εγκαινιάστηκε στο 10ο τεύχος των «Αντιθέσεων», οπού δημοσιεύθηκε η κριτική του Γ. Σταμάτη για το άρθρο του Κ. Βεργόπουλου, «Το επιστημολογικό πρόβλημα της αξίας» (Αντιθέσεις τ.7) και η απάντηση του Βεργόπουλου στην κριτική αυτή. Το κείμενο που δημοσιεύουμε εδώ αποτελεί λοιπόν την ανταπάντηση του Γ. Σταμάτη στον Κ. Βεργόπουλο. Το πρόβλημα της άξιας στην οικονομική θεωρία προσεγγίζεται μέσα απ' αυτή την ανταπάντηση. Παράλληλα το άρθρο διατηρεί τον πολεμικό τόνο που είχε πάρει, εξ αρχής, ο διάλογος για το επιστημολογικό πρόβλημα της αξίας στις «Αντιθέσεις». Τα στοιχεία όμως αυτά δεν μειώνουν τη θεωρητική σημασία του κειμένου, που παρουσιάζει συστηματικά και εμπεριστατωμένα τις διαφορετικές προσεγγίσεις σε μια σειρά από θεωρητικά ζητήματα, που συνδέονται άμεσα με το πρόβλημα της αξίας.
Το άρθρο τέλος του Τάκη Καναβάρου, Σημειώσεις για τη στάση της Αριστεράς απέναντι στο εργατικό κίνημα (19741981), αναφέρεται στο γενικό ιδεολογικό πλαίσιο με βάση το όποιο διαμόρφωσαν την παρέμβαση τους στο συνδικαλιστικό κίνημα τα κόμματα της Αριστεράς, στην αποδοχή από τη μεριά τους της νομιμότητας που στοιχειοθετούσε η Δεξιά και η εργοδοσία, ακόμα στη δυσπιστία της Αριστεράς μπροστά στο κίνημα των εργοστασιακών σωματείων και στην αντίληψη της για συμμετοχή στη διοίκηση των επιχειρήσεων. Σε αναφορά με αυτές τις σημειώσεις για τη στάση της Αριστεράς, καταγράφονται κάποια πρώτα συμπεράσματα για τους αγώνες της εργατικής τάξης μετά τη μεταπολίτευση.
Η ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ