Καταλήψεις '87. Οι εκσυγχρονιστικές απόπειρες του κράτους, η στάση των Πανεπιστημιακών, και οι φοιτητικές αντιστάσεις
του Μάκη Σπαθή

Μετά τη μακρόχρονη άπνοια και απουσία του φοιτητικού κινήματος, συμβαίνει μια έκρηξη: Οι φοιτητικές καταλήψεις.

Ποιο είναι όμως το προϋπάρχον πλαίσιο που τροφοδοτεί μια τέτοια κατάσταση, και ποιες είναι οι βασικές συνιστώσες του;

Με ποια μορφή εμφανίζονται σήμερα τα διαχρονικά στοιχεία της πανεπιστημιακής κρίσης: Οι εκσυγχρονιστικές και μεταρρυθμιστικές απόπειρες του κράτους, και η συγκρότηση των φοιτητικών αντιστάσεων;

Ποια είναι η δυνατότητα συγκρότησης ενός αυτόνομου αριστερού πόλου, με μονιμότερα χαρακτηριστικά στο χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης;

Στα ερωτήματα αυτά οι αριστερές δυνάμεις προσπαθούν να απαντήσουν ξανανοίγοντας τη συζήτηση σε κωμικά ζητήματα της Ανώτατης Εκπαίδευσης, όπως: Τεχνοκρατία, εκσυγχρονισμός, αναβάθμιση, εντατικοποίηση, αυταρχισμός, σχέσεις Πανεπιστημίου και κοινωνίας κ.ο.κ. Με αυτό το άρθρο θα επιχειρήσουμε αντίθετα, να ερμηνεύσουμε την έκβαση της σημερινής κρίσης στην Ανώτατη Εκπαίδευση, με την ανάλυση των κύριων χαρακτηριστικών της στις 3 βασικές συνιστώσες: Κράτος Πανεπιστημιακοί φοιτητές.

1. Οι εκσυγχρονιστικές και μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις του κράτους

Τα τελευταία χρόνια είμαστε θεατές μιας συνεχούς απόπειρας εκπαιδευτική; μεταρρύθμιση; από τη μεριά του κράτους, στα πλαίσια του «αστικού εκσυγχρονισμού», (αντανάκλαση των επιλογών των κυριάρχων τάξεων, σ' όλη την περίοδο της μεταπολίτευσης) και με άξονα την τεχνοκρατική επιλογή. Κομβικό σημείο σ' αυτή την κρατική παρέμβαση υπήρξε ο Νόμος Πλαίσιο (Κυπριανίδης, T.: «Νομιμοποίηση της εκπαιδευτική; λειτουργία; και νόμος πλαίσιο», θέσει:τ. 8, 1984).

Πριν από πέντε χρόνια λοιπόν, το κράτος επιχείρησε τον «εκσυγχρονισμό και εκδημοκρατισμό» τη; Ανώτατης Εκπαίδευσης θεσμοθετώντας το Νόμο Πλαίσιο (Ν. 1268) με στόχους: την αποδοτικότερη λειτουργία των ΑΕΙ, την εκτόνωση πιέσεων και την ενσωμάτωση των διεκδικήσεων καθώς και την εύρυθμη λειτουργία των ΑΕΙ, μέσα σ' ένα πλαίσιο συναίνεσης. Προχώρησε έτσι σε αλλαγές που αρθρώνονται σε 3 βασικούς άξονες:

α) Κατάργηση της έδρας και διεύρυνση του διδακτικού προσωπικού (δημιουργία του Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού, «ΔΕΠ» που αποτελείται από 4 βαθμίδες καθηγητών).

β) Συνδιαχείριση και συμμετοχή των πανεπιστημιακών ομάδων στα όργανα διοίκησης των ΑΕΙ.

γ) Απόπειρα αναδιοργάνωσης των σπουδών με νέο οργανωτικό πλαίσιο (εξάμηνα, προαπαιτούμενο εύρος κλπ.) και εισαγωγή μεταπτυχιακών σπουδών.

Η θεσμική εκσυγχρονιστική αυτή απόπειρα εξασφάλισε:

1) Τον πολιτικό έλεγχο και φιλοκυβερνητικές διοικήσεις στα ΑΕΙ. μέσω των νέων στρωμάτων που εντάχθηκαν στο ΔΕΠ, τεχνοκρατών καθηγητών των ανώτατων βαθμίδων, και της φοιτητικής συμμετοχής, παρά τις αντιστάσεις του παλιού καθηγητικού κατεστημένου.

2) - Την ενσωμάτωση του διευρυμένου διδακτικού προσωπικού (ΔΕΠ) στα μόνιμα ιδεολογικά χαρακτηριστικά του εκπαιδευτικού μηχανισμού με κύριο στοιχείο της πρακτικής τους την εντατικοποίηση της διδακτικής και συγγραφικής τους λειτουργίας με στόχο την ανέλιξη τους, μέσα από διαδοχικές κρίσεις και αλληλεξαρτήσεις από το παλιό καθηγητικό κατεστημένο.

3) Την εκτόνωση των φοιτητικών αντιστάσεων δια της εμπλοκής τους σε μια συνδιαχειριστική γραφειοκρατία, και δια της αποδοχής των νέων μορφών εντατικοποίησης.

4) Την αποδοχή των ιδεολογημάτων της αξιοκρατίας, της ηγεμονίας της επιστημονικής γνώσης, του τεχνοκρατισμού, και την ανάγκη της οργάνωσης των σπουδών με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον στη βάση του αριστερού αιτήματος για «Πανεπιστήμιο στην υπηρεσία του λαού και του τόπου». (Για την κριτική της κυρίαρχης αυτής εκδοχής της κυρίαρχης ιδεολογίας βλ. Γ. Μηλιού, Εκπαίδευση και Εξουσία, τρίτη έκδοση, εκδ. θεωρία, Αθήνα 1986).

Η «εκσυγχρονιστική» όμως απόπειρα του κράτους να υπερβεί την πανεπιστημιακή κρίση στα πλαίσια των στρατηγικών αστικών επιλογών και στη βάση των κοινωνικών συμμαχιών που εκπροσωπεί το ΠΑΣΟΚ, ήταν φυσικό να αναδείξει τις αντιφάσεις, τις αδυναμίες και τα λάθη της.

Έτσι σήμερα 5 χρόνια μετά την εφαρμογή του Νόμου Πλαίσιο το ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση φαίνεται ότι δεν θα μπορέσει πια στο μέλλον να ελέγξει με την κομματική έννοια, όργανα και διοικήσεις των ΑΕΙ.

Σε αρκετές περιπτώσεις η φοιτητική συμμετοχή εμφανίζει χαρακτηριστικά αντιπολίτευσης στις επιλογές της πολιτικής της λιτότητας και στους νέους προσανατολισμούς της έρευνας, μέσω των Αυτόνομων Ερευνητικών Ινστιτούτων και των ΕΟΚικών προγραμμάτων.

Η διεύρυνση του διδακτικού προσωπικού, παρά την κυριαρχία της τάσης ανέλιξης στις ανώτατες βαθμίδες επιφέρει την «έκπτωση» της καθηγητικής αυθεντίας και της κοινωνικής της καταξίωσης, στοιχείο αντιθετικό στην κυρίαρχη αστική ιδεολογία της αξιοκρατίας, της ιεραρχίας και της μοναδικότητας της επιστημονικής γνώσης.

Τέλος, η αδυναμία αντιμετώπισης των ελλείψεων της υλικοτεχνικής υποδομής (στα πλαίσια της πολιτικής της λιτότητας) σε συνδυασμό με την ευαισθησία του φοιτητικού στρώματος στις νέες μορφές εντατικοποίησης και αυταρχισμού, δημιουργεί το έδαφος για να αναπτυχθούν οι νέες μορφές φοιτητικής αντίστασης.

Μέσα απ' αυτή την πορεία των «δοκιμών και των λαθών» αυτό που χαρακτηρίζει τη συγκυρία αμέσως πριν τις καταλήψεις είναι η απόπειρα κάποιων διορθωτικών αλλαγών στην κατεύθυνση ενίσχυσης των κυρίαρχων επιλογών της εξουσίας για την καπιταλιστική ανασυγκρότηση.

Έτσι οι διορθωτικές αυτές αλλαγές επιχειρούνται την τελευταία χρονιά από το ΠΑΣΟΚ σε δύο κατευθύνσεις: Η πρώτη αφορά τροποποιήσεις τον θεσμικού πλαισίου με ήδη ψηφισμένες και πιθανολογούμενες τροπολογίες, με στόχο τη μείωση της φοιτητικής συμμετοχής, τον περιορισμό των βαθμίδων του ΔΕΠ, και την τροποποίηση της οργάνωσης των μεταπτυχιακών σπουδών.

Η δεύτερη αφορά την αναπροσαρμογή των σχέσεων πανεπιστημιακής έρευνας και παραγωγής και την ενίσχυση του κατανεμητικού ρόλου των ΑΕΙ, με ρυθμίσεις στις διαδικασίες απόκτησης πτυχίου και με επίκεντρο τις νέες απαιτήσεις του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στα πλαίσια που καθορίζονται από την «Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και προοπτική».

2. Η στάση των Πανεπιστημιακών

Ο μηχανισμός που καθορίζει τη στάση των Πανεπιστημιακών και ο οποίος τους καθιστά υποκείμενα και φορείς της εντατικοποίησης της εκπαιδευτικής λειτουργίας είναι η διαδικασία ανέλιξης που απαιτεί την κατοχύρωση τον διδακτικού τους ρόλου και του ερευνητικού τους αντικειμένου. Έτσι, ως υποκείμενοι στην εντατικοποίηση γίνονται αποδέκτες της κυβερνητικής πολιτικής περί αξιοκρατίας, σπουδών και έρευνας και απολογητές στις επιθέσεις του κυβερνητικού τύπου και των εκφραστών των κρατικών επιλογών μέσα και έξω από τα Πανεπιστήμια για ιδεολογική τρομοκρατία, ανικανότητα, εκπαιδευτική ανεπάρκεια και επικράτηση του ατομικού συμφέροντος σε βάρος των «δημόσιων» και «εθνικών» επιλογών.

Ως φορείς εντατικοποίησης πολλαπλασιάζουν τη διδακτέα ύλη διευρύνουν και δίνουν αυτοτέλεια στο κατακερματισμένο γνωστικό περιεχόμενο που απέσπασαν από την καθηγητική κληρονομιά, εισάγοντας παραπέρα στο προπτυχιακό πεδίο ακόμα και το ερευνητικό τους (καθαρά μεταπτυχιακού χαρακτήρα) περιεχόμενο.

Τέλος, η ανάγκη των Πανεπιστημιακών να αποδείξουν στους ανωτέρους τους, από τους οποίους θα κριθούν, τη σοβαρότητα και το κύρος τους, τους ωθεί σε πλειοδοσία αυταρχισμού εντός των πανεπιστημιακών οργάνων, των φοιτητικών ακροατηρίων και των εξεταστικών διαδικασιών, αναπτύσσοντας έτσι παλιές και νέες μορφές αυταρχισμού που προσπαθούν να επιβληθούν με κανονιστικές πράξεις (π.χ. εσωτερικοί κανονισμοί, πειθαρχικές πράξεις) που επενδύονται με εκπαιδευτικές σκοπιμότητες.

3. Φοιτητές

Τα χαρακτηριστικά του φοιτητικού στρώματος όπως καταγράφονται την τελευταία πενταετία - είναι: η έλλειψη κινητικότητας, η συνεχής άνοδος της δεξιάς παράταξης στις φοιτητικές εκλογές, η συρρίκνωση και εξαφάνιση της κυβερνητικής παράταξης, η εμφάνιση μεγάλου αριθμού φοιτητών που γίνονται αποδέκτες της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας, του τεχνοκρατισμού και της αξιοκρατίας με χαρακτηριστικά «μαθητικής» νοοτροπίας.

Με τις καταλήψεις όμως η παραπάνω εικόνα φαίνεται πως ανατρέπεται και αποκαλύπτονται αντιφάσεις και προβλήματα εκπροσώπησης στις φοιτητικές παρατάξεις:

- Η Δ.Α.Π ΝΔΦΚ (νεολαία Δεξιάς): Εκφραστής της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας και του συντηρητισμού στα Πανεπιστήμια οικειοποιείται φραστικά το φοιτητικό ριζοσπαστισμό μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ, επειδή αποτελεί τη βασική αντιπολιτευτική δύναμη στο «μπλοκ της αλλαγής». Με τις καταλήψεις όμως, και τη στάση της μέσα στις φοιτητικές συνελεύσεις, αποδεικνύει τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά της αντιδραστικής, ιδεολογίας που την καθορίζει και απενδύεται το ριζοσπαστισμό που φραστικά προβάλλει. Είναι ένα μοναδικό παράδειγμα όπου η Δεξιά δέσμια της αντιδραστικής της ιδεολογίας δεν εκμεταλλεύεται τη συγκυρία στα ΑΕΙ για μια θεαματική αντιπολιτευτική κίνηση. Ενώ προβαίνει σε αντίστοιχες κινήσεις όλη αυτή την περίοδο σε διάφορους εργασιακούς χώρους συμμαχώντας με τις αριστερές παρατάξεις, σε «ανίερες» όπως καταγγέλλει το ΠΑΣΟΚ. συμμαχίες.

Στα ΑΕΙ όμως με τις τοποθετήσεις που κάνει στις συνελεύσεις, και τον κίνδυνο που επισείει για την απώλεια του εξάμηνου αποδεικνύει ότι είναι ο βασικός εκφραστής του φοιτητικού στρώματος που αποδέχεται την ενσωμάτωση και την εντατικοποίηση όπως έχουν ήδη προδιαγραφεί στη μέση εκπαίδευση και έχουν τα τελευταία χρόνια ενταθεί με το θεσμό των Πανελλήνιων και με την απειλή της επικείμενης ανεργίας.

Η Π.Σ.Κ. που διατηρεί όλη αυτή την 5ετία, με μικρές απώλειες, τις δυνάμεις της στη βάση του οργανωτικού της μηχανισμού, αντανακλά την ιδεολογική σύγχυση που έχει δημιουργηθεί στις γραμμές του ΚΚΕ από τα γκορμπατσοφικά ανοίγματα και τις αντιφάσεις που έχει δημιουργήσει η στάση του κόμματος στην ελληνική πολιτική σκηνή (συμπαρατάξεις, μορατόριουμ, προτάσεις συγκυβέρνησης). Αποκαλυπτική είναι η ρευστή «κεντρικιστική» της στάση στα ζητήματα που αναδεικνύουν οι καταλήψεις. Μετά από μια περίοδο όπου προβάλλει με διακηρύξεις και καταγγελίες τη γραμμή της στα πανεπιστήμια (αύξηση των δαπανών, όχι στα προγράμματα της ΕΟΚ, σίτιση, στέγαση, συγγράμματα, όχι στα ερευνητικά κέντρα και την ιδιωτικοποίηση, εξειδίκευση της κεντρικής πολιτικής του κόμματος σχετικά με το μέτωπο ενάντια στη λιτότητα, την ΕΟΚ, και τα μονοπώλια), η Π.Σ.Κ. επιχειρεί μικρές ελεγχόμενες κινητοποιήσεις, οι οποίες όμως καθίστανται ανεξέλεγκτες και ανοίγουν το δρόμο, μέσα από μαζικές γενικές συνελεύσεις σχολών, για τις καταλήψεις - και δημιουργούν έτσι τους όρους της συγκρότησης του αυτόνομου φοιτητικού πόλου.

4. Ο αυτόνομος φοιτητικός πόλος

Ήδη από τις καταλήψεις του '79 είχε καταγραφεί ένα ρεύμα μέσα στο φοιτητικό χώρο που συγκροτήθηκε στη όαση της ρήξης του με την επίσημη γραφειοκρατική φοιτητική εκπροσώπηση, και σε αναφορά με προωθημένες μορφές πάλης. Το ιδεολογικό μέτωπο που άνοιξε στην εντατικοποίηση και τον αυταρχισμό συνδέθηκε κατ' αρχήν με το αίτημα για κατάργηση του Νόμου 815.

Μετά την κατάργηση του 815 από την Δεξιά και την καταγραφή σημαντικών δυνάμεων του πόλου αυτού στις φοιτητικές εκλογές, ακολούθησε μια περίοδος συρρίκνωσης και απουσίας κατά την εφαρμογή του Νόμου Πλαίσιο.

Η κεντρική γραμμή ενάντια στη συνδιαχείριση και τον «εκσυγχρονισμό», χωρίς τη δυνατότητα ανάδειξης συγκεκριμένων ρήξεων στα ζητήματα που ανέδειξε η συγκυρία, δεν μπόρεσε να εκφράσει και να συσπειρώσει νέα στρώματα του φοιτητικού χώρου, με αποτέλεσμα τη συνεχή αποδυνάμωση και αφαίμαξη του πόλου των συσπειρώσεων.

Στις συνθήκες όμως που δημιουργήθηκαν με την έναρξη της νέας ακαδημαϊκής χρονιάς (εντατικοποίηση, ένταση του αυταρχισμού, επαπειλούμενη «αντιμεταρρύθμιση») και στο κλίμα που €είχε ήδη προετοιμαστεί από τις μικροκινητοποιήσεις της Π.Σ.Κ. γύρω από τα αιτήματα των δαπανών, στέγασης, σίτισης, συγγραμμάτων και κατά των προγραμμάτων της ΕΟΚ:

Ευρύτερα φοιτητικά στρώματα πέραν των μελών των παρατάξεων μαζικοποιούν τις συνελεύσεις για πρώτη φορά την τελευταία πενταετία. Στις συζητήσεις των συνελεύσεων και παράλληλα με ένα κατακερματισμένο ανομοιογενή πολιτικό λόγο, απόρροια των ιδιομορφιών και της διαφορετικής έκφρασης της εντατικοποίησης και του αυταρχισμού στα διαφορετικά ιδρύματα, αναδεικνύεται ενιαία και στο σύνολο των συνελεύσεων η πρωταρχική ανάγκη αυτόνομης συγκρότησης του κινήματος σε ρήξη με τις παραδοσιακές γραφειοκρατικές φοιτητικές εκπροσωπήσεις. Όταν αυτό θα κατοχυρωθεί με ενιαίες προτάσεις ενός διευρυμένου μπλοκ από τις Συσπειρώσεις, τις ανεξάρτητες ομάδες και το Δημοκρατικό Αγώνα, προτάσεις που τα ενοποιητικά τους στοιχεία είναι οι μορφές πάλης και η συγκρότηση ενός πόλου σε αντιπαράθεση με τη γραμμή της ΕΦΕΕ, η ανάγκη για διαμόρφωση ενιαίου πολιτικού λόγου και στόχου αναδεικνύεται επιτακτικά. Η συζήτηση γύρω από το θέμα αρχίζει, οι αδυναμίες είναι εμφανείς, αλλά το ενδιαφέρον κορυφώνεται γιατί το στοίχημα για τις αριστερές φοιτητικές δυνάμεις μπαίνει με νέους όρους, που δημιουργούν ελπίδες για την αποτελεσματική τους παρέμβαση στο μέλλον. Η συζήτηση διεξάγεται με τη συμμετοχή και εκφραστών της γενιάς των προηγούμενων καταλήψεων, που αγνοώντας τις νέες μορφές που παίρνουν σήμερα ο «εκσυγχρονισμός», η εντατικοποίηση και ο αυταρχισμός, μεταθέτουν τα προβλήματα στα γενικά χαρακτηριστικά του ιδεολογικού ρόλου του εκπαιδευτικού μηχανισμού, και επιχειρούν να τα συνδέσουν με τα προβλήματα του αυταρχισμού και της κρατικής πολιτικής, που είναι επίκαιρα για την αντικαπιταλιστική Αριστερά.

Αναδεικνύεται, όμως, ταυτόχρονα και μία πρόσθετη αδυναμία: η ανυπαρξία ενός συγκροτημένου εννοιολογικού πλαισίου, που θα επέτρεπε μια εμπεριστατωμένη ανάλυση της συγκυρίας και θα αναδείκνυε έτσι τις ουσιαστικές αντιθέσεις ή συμφωνίες. Το ζήτημα αυτό είναι απαραίτητο για το προχώρημα του διαλόγου ανάμεσα στις διαφορετικές πολιτικές απόψεις που πλαισιώνουν τον αυτόνομο φοιτητικό πόλο.

Τα άμεσα και τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας, που αφορούν την συγκρότηση ενός αριστερού πόλου σε ρήξη με την καπιταλιστική ανασυγκρότηση που βρίσκεται σε εξέλιξη και ενισχύεται απ' τη μεριά του κράτους, θα εξαρτηθούν από τη δυνατότητα της υπέρβασης των εγγενών αδυναμιών της (αντικαπιταλιστικής) Αριστεράς και της πολυδιάσπασης της.