Πολιτικός αγώνας και εργατική νομοθεσία.
Ο κοινωνικός φιλελευθερισμός του Ελευθερίου Βενιζέλου
και ο νεοφιλελευθερισμός του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Δύο αντίθετα παραδείγματα εργατικής πολιτικής
του Βασίλη Ασημακόπουλου
1. Εισαγωγή
Πριν από δύο χρόνια στο περιοδικό Θέσεις, 1 αναλύαμε το νομοθέτημα της κυβέρνησης που είχε τον τίτλο « Προστασία της Εργασίας » (ν. 4808/2021). Κεντρική θέση του άρθρου ήταν ότι ο συγκεκριμένος νόμος της κυβέρνησης οργανώνεται γύρω από μία κεντρική φιλελεύθερη ιδέα, στη βάση της οποίας πρέπει να θεσμοποιηθούν οι εργασιακές σχέσεις. Ο εργαζόμενος ως απομονωμένο άτομο. Όχι ως άνθρωπος-φορέας κοινωνικών σχέσεων που είναι την ίδια στιγμή και ταυτοχρόνως μέρος μιας κοινωνικής ομάδας-τάξης. Μια δηλαδή κοινωνική σχέση στη βάση της οποίας ή με τη συμπερίληψη της οποίας οργανώνονται θεσμικά οι εργασιακές σχέσεις: Το εργατικό δίκαιο ως μια αντινομία του αστικού δικαίου, που επιχειρεί να δημιουργήσει – κατ’ ελάχιστον – αντίβαρα στη δομική ανισότητα των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. 2 Η βασική οργάνωση-θεσμοποίηση των εργασιακών σχέσεων, ως οργανικού τμήματος της εξελισσόμενης κοινωνικής πολιτικής, αποτελεί προϊόν του κοινωνικο-πολιτικού αγώνα στους ευρωπαϊκούς εθνο-κρατικούς σχηματισμούς την περίοδο ανάπτυξης και κυριαρχίας του βιομηχανικού καπιταλισμού, από την 7η – 8η δεκαετία του 19ου αιώνα έως την 8η – 9η δεκαετία του 20ού.
Υποστηρίζαμε ακόμα σε μια συγκριτική ιστορική προοπτική, ότι η νέα φιλελεύθερη αυτή πρόσληψη του εργαζομένου ως ατόμου απομονωμένου, οργανώνει τις εργασιακές σχέσεις στον ευρωπαϊκό χώρο σταδιακά από το 1989-1990 και μετά. Αποτελεί το προϊόν επίλυσης των αντιφάσεων μεταξύ μεταπολεμικού εθνο-κρατοκεντρικού μοντέλου οργάνωσης της παραγωγής/καθολικού κοινωνικού κράτους και διαδικασιών συσσώρευσης κεφαλαίου σε παγκόσμια κλίμακα, στις μεταφορντικές-μεταβιομηχανικές δυτικές κοινωνίες της παγκοσμιοποίησης, σε μια συνθήκη υποχώρησης, ήττας και μεταμορφισμού των πολιτικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων της εργατικής τάξης και των συμμάχων της (κατάρρευση ιστορικού κομμουνισμού/πτώση καθεστώτων υπαρκτού σοσιαλισμού, καθώς και νέος αναθεωρητισμός της σοσιαλδημοκρατίας). 3 Η νέα φιλελεύθερη κανονικότητα, ως αποτέλεσμα της κυρίαρχης αυτής τάσης, συνδυάζει μορφές καπιταλισμού απόλυτης και σχετικής υπεραξίας. 4
Ο νόμος, ως μορφή εποικοδομήματος, δεν αντανακλά μόνον έναν ιστορικά διαμορφωμένο πολιτικό-κοινωνικό συσχετισμό δυνάμεων. Ταυτόχρονα ασκεί, με όρους σχετικής αυτονομίας, 5 και μια διαπλαστική λειτουργία στην εξέλιξη της υλικής βάσης. Στην προκειμένη περίπτωση διαμορφώνεται ένα νέο «εργασιακό παράδειγμα», που καλύπτει τόσο το ατομικό, όσο και το συλλογικό εργατικό δίκαιο, με πλέον χαρακτηριστικά νομοθετήματα το ν. 4635/2019 ( Επενδύω στην Ελλάδα, αρ. 53-57), το ν. 4808/2021 ( Προστασία της Εργασίας) και το ν. 5053/2023 (Για την ενίσχυση της Εργασίας).
2. Βασικά σημεία του ν. 5053/2023
Κεντρικά σημεία του συγκεκριμένου νόμου που φέρει τον τίτλο « Για την ενίσχυση της εργασίας » 6 είναι η ευελιξία, η απορρύθμιση του εργάσιμου χρόνου, η απασχολησιμότητα, η ποινικοποίηση του απεργιακού αγώνα. 7 Ειδικότερα, με το άρθρο 4 του νόμου εισάγεται νέα περίοδος δοκιμαστικού χαρακτήρα διάρκειας 6 μηνών, διατηρώντας παράλληλα τη συμπλήρωση 12 μηνών και πλέον απασχόλησης προκειμένου να έχει δικαίωμα ο εργαζόμενος σε αποζημίωση λόγω απόλυσης. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι το 2010, ο εργαζόμενος εφόσον είχε συμπληρώσει 2 μήνες εργασίας, δικαιούταν αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσης. Με τη θέσπιση 6μηνης δοκιμαστικής περιόδου, επιδιώκεται η εξασφάλιση της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, περιορίζοντας δραστικά στις περιπτώσεις αυτές τη δυνατότητα προσφυγής στα δικαστήρια για ακύρωση της απόλυσης. Συνεπώς τίθεται ένα διπλό φίλτρο κατά το 1ο δωδεκάμηνο της σύμβασης εργασίας εντός του οποίου διευκολύνεται η απόλυση του εργαζομένου, δυσκολεύοντας κατά πολύ το ενδεχόμενο δικαστικής ακύρωσής της.
Με το άρθρο 9 του ν. 5053/2023 καταργείται ο περιορισμός της απαγόρευσης της εργασίας πέραν του νομίμου ανώτατου ορίου ημερήσιας εργασίας, που οριζόταν στο αρ. 16 του Π.Δ. 27/1932 και είχε ενσωματωθεί στον ισχύοντα Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου με το αρ. 189 ΠΔ 80/2022. Η προβλεπόμενη κατάργηση σε συνδυασμό με το ΠΔ 88/1999, που ενσωμάτωσε την Οδηγία 93/104/ΕΚ και προβλέπει ως έχει τροποποιηθεί με το ν. 4093/2012 ως ελάχιστη ημερήσια ανάπαυση τις 11 ώρες, θεσπίζει τη δυνατότητα ημερήσιας εργασίας 13 ωρών σε περισσότερους του ενός εργοδότες και εβδομαδιαία εργασία 65 ωρών στο 5νθήμερο, σε περισσότερους του ενός εργοδότες. Πρόκειται για ρύθμιση που νομιμοποιεί μια πρακτική η οποία υπήρχε στην αγορά εργασίας. Η ρύθμιση αυτή έχει τη σημασία της, καθώς δείχνει ότι η τάση είναι η αύξηση του χρόνου εργασίας, αντί της μείωσης αυτού χωρίς μείωση των αποδοχών, στοιχείο που δείχνει ότι η εκρηκτική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων («4η βιομηχανική επανάσταση»), δεν είναι ουδέτερη, αλλά παρέχει δυνατότητες, η κατεύθυνση των οποίων καθορίζεται από την εξέλιξη των παραγωγικών σχέσεων και τον κοινωνικο-πολιτικό συσχετισμό δυνάμεων, όπως συγκεκριμένα οργανώνεται.
Με το αρ. 10 του νόμου θεσμοποιούνται οι τύποι των λεγόμενων «λευκών συμβάσεων». Πρόκειται για συμβάσεις ακραίας εργασιακής ευελιξίας, που ουσιαστικά ενδέχεται να αντικαταστήσουν μέρος των συμβάσεων μερικής απασχόλησης, με ακόμα λιγότερα δικαιώματα για τους εργαζόμενους και μόνη υποχρέωση για τον εργοδότη να ενημερώνει τον εργαζόμενο 24 ώρες πριν ότι θα τον απασχολήσει. Εφόσον ο εργοδότης καλύψει τον ελάχιστο χρόνο έγκαιρης, κατά τη διάταξη, ενημέρωσης που σε περιπτώσεις που δικαιολογείται από τη φύση της εργασίας μπορεί να είναι και λιγότερες των 24 ωρών σύμφωνα με τη διάταξη, την ευθύνη για τυχόν μη παροχή της εργασίας τη φέρει ο εργαζόμενος.
Με τα αρ. 25 και 26 του νόμου προβλέπεται η δυνατότητα κατάργησης του 5νθημέρου στις ιδιωτικές επιχειρήσεις διαρκούς ή και μη διαρκούς λειτουργίας ως μονομερές δικαίωμα του εργοδότη, ορίζοντας στην περίπτωση της 6ης ημέρας εργασίας προσαύξηση ημερομισθίου 40%, αντί του 30% που ίσχυε μέχρι τώρα (αρ. 8 ν. 3846/2010). Η κρίσιμη διαφορά που επιφέρει η νέα διάταξη είναι η ακόλουθη: Η εξαήμερη απασχόληση σε καθεστώς 5νθήμερης εβδομαδιαίας απασχόλησης, προϋποθέτει μέχρι τώρα τη συμφωνία του εργαζομένου. Πλέον καθίσταται δικαίωμα του εργοδότη και σε περίπτωση διαφωνίας του εργαζομένου, μπορεί να θεωρηθεί άρνηση εργασίας με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Με το αρ. 28 του ν. 5053/2023 τροποποιείται το σύστημα της διαδικασίας διευθέτησης του χρόνου εργασίας. Σύμφωνα με την προηγούμενη ρύθμιση του ν. 4808/2021 (αρ. 59, παρ. 1) προβλεπόταν δυνατότητα υπέρβασης της 8ωρης ημερήσιας απασχόλησης κατόπιν αιτήματος του εργαζομένου, χωρίς αυτή να θεωρείται και να πληρώνεται ως υπερωριακή απασχόληση, οι δε πλέον του ωραρίου ώρες πραγματοποιηθείσας απασχόλησης με τη διαδικασία της διευθέτησης, αφαιρούνται από τις ώρες απασχόλησης σε χρόνο μεταγενέστερο που θα έχει συμφωνηθεί. Με τη νέα διάταξη η διευθέτηση μπορεί να εφαρμοστεί με έγγραφη συμφωνία εργοδότη-εργαζομένου, χωρίς δηλαδή να απαιτείται προηγούμενο αίτημα από πλευράς του εργαζομένου, που θεωρούταν – υποτίθεται και σύμφωνα με τα υποστηριζόμενα στο δημόσιο διάλογο από κυβερνητικής πλευράς – η ασφαλιστική δικλείδα για τον εργαζόμενο κατά την ρύθμιση του αρ. 59 παρ. 1 του ν. 4808/2021. Με τη διευκόλυνση για την εργοδοτική πλευρά της διαδικασίας διευθέτησης του χρόνου εργασίας, ουσιαστικά επιδιώκεται να εφαρμοστεί στην πράξη η μείωση της υπερωριακού χαρακτήρα απασχόλησης και άρα η μείωση του κόστους εργασίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πρώτη ρύθμιση που προέβλεπε δυνατότητα διευθέτησης χρόνου εργασίας στην ελληνική έννομη τάξη ήταν με το ν. 1892/1990 (κυβέρνηση Κων/νου Μητσοτάκη) και ακολούθησαν οι ν. 2639/1998 και 2874/2000 (κυβέρνηση Κων/νου Σημίτη), περίοδοι κατά τις οποίες βρίσκονται σε υποχώρηση και ήττα οι συνδικαλιστικές και πολιτικές οργανώσεις του εργατικού κινήματος. 8
Με το άρθρο 29 του ν. 5053/2023, προβλέπεται η δυνατότητα χορήγησης ειδικού εποχιακού επιδόματος και στην κατηγορία εργαζομένων του τουριστικού και επισιτιστικού κλάδου που έχουν « παραχωρηθεί από επιχειρήσεις προσωρινής απασχόλησης για να εργαστούν σε έμμεσους εργοδότες […], όπως αναγράφεται στη σύμβαση εργασίας που συνάπτεται με τον εργαζόμενο, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 124 του ν. 4052/2012, περί των όρων και προϋποθέσεων για την παροχή εργασίας με τη μορφή της προσωρινής απασχόλησης ». Πρόκειται για μια ελάχιστη πτυχή του κομβικού ζητήματος των σύγχρονων εργασιακών σχέσεων, που αφορά το περίφημο ζήτημα του «δανεισμού εργαζομένων» ως επιχειρηματική πρακτική, είτε με τη μορφή των επιχειρήσεων προσωρινής απασχόλησης (ΕΠΑ), είτε με τη μορφή της εξωτερικής ανάθεσης έργου (outsourcing), των λεγόμενων και εργολαβικώς εργαζομένων, που είναι και συνήθης πλέον επιχειρηματική πρακτική «δανεισμού εργαζομένων» και ορθότερα του υποκρυπτόμενου «δανεισμού εργαζομένων», προκειμένου να παρακαμφθούν οι πρόνοιες και οι δεσμεύσεις του ν. 4052/2012, στον οποίον άλλωστε ρητώς παραπέμπει η συγκεκριμένη διάταξη.
Πέραν του στοιχείου, ότι κατά τη διατύπωση της διάταξης αποκλείονται από το εποχιακό επίδομα οι εργαζόμενοι που απασχολούνται στον «έμμεσο εργοδότη» με την πρακτική του outsourcing και όχι μέσω ΕΠΑ, δηλαδή με την πρακτική του υποκρυπτόμενου «δανεισμού εργαζομένων», η συμπερίληψη της συγκεκριμένης διάταξης στο ν. 5053/2023, μας παρέχει τη δυνατότητα να κάνουμε μια επιγραμματική αναφορά σε ένα κεντρικό ζήτημα των σύγχρονων εργασιακών σχέσεων, καθώς η ανάπτυξή του εκφεύγει από το θέμα του παρόντος άρθρου.
Η εργασιακή σχέση των εργολαβικώς εργαζομένων που τυπικά απασχολούνται υπό τον μανδύα των συμβάσεων εξωτερικής ανάθεσης έργου – outsourcing – και ουσιαστικά πρόκειται για (νομικά υποκρυπτόμενο) δανεισμό εργαζομένου, με στόχο την καταστρατήγηση ακόμα και της προβλεπόμενης ρύθμισης για τις λεγόμενες εταιρίες προσωρινής απασχόλησης (δανεισμός εργαζομένων δηλαδή, ν. 4052/2012), διαμορφώνεται ως μια ακραία εκμεταλλευτική σχέση, αναφορικά με στοιχειώδη δικαιώματα μιας σύμβασης εργασίας όπως η αναγνώριση του πραγματικού εργοδότη, οι αποδοχές, που είναι σαφώς χαμηλότερες από τις αντίστοιχες των εργαζομένων - τακτικών υπαλλήλων στον ίδιο εργοδότη, για την ίδια εργασία: αυτό άλλωστε συνιστά και το επιχειρηματικό όφελος-κέρδος για τον πραγματικό εργοδότη. Ακόμα, η διαιώνιση αυτής της εργασιακής σχέσης επ’ αόριστον, χωρίς δηλαδή πρόβλεψη ενός απώτατου χρονικού ορίου (λ.χ. 2 ετών), η υπέρβαση του οποίου να καθιστά τον εργαζόμενο μέσω outsourcing, απ’ ευθείας τακτικό υπάλληλο με τυπικά αναγνωριζόμενο εργοδότη τον πραγματικό, οι κανονισμοί προσωπικού και οι πρόνοιές τους που είχαν διαμορφωθεί σε μια προηγούμενη συγκυρία, με διαφορετικό κοινωνικο-πολιτικό συσχετισμό δυνάμεων και που τυπικά μπορεί να παραμένουν μεν σε ισχύ, πλην όμως δεν έχουν εφαρμογή στην πράξη σε μεγάλο ποσοστό των εργαζομένων της επιχείρησης, εκείνων δηλαδή που εργάζονται μέσω συμβάσεων εξωτερικής ανάθεσης έργου και που υποκρύπτουν «δανεισμό εργαζομένου».
Πρόκειται για εργασιακές σχέσεις που θεσμοποιήθηκαν στην ελληνική έννομη τάξη το 2001 (ν. 2956/2001) εξαιρετικά διαδεδομένες έκτοτε, ιδίως στις μεγάλες μονοπωλιακού χαρακτήρα επιχειρήσεις και οργανισμούς, τράπεζες, πρώην δημόσιες επιχειρήσεις που έχουν υπαχθεί στην Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας (Ε.Ε.ΣΥ.Π.), του ν. 4389/2016, το γνωστό ως «Υπερταμείο». Ειδικά δε στις πρώην δημόσιες επιχειρήσεις που έχουν υπαχθεί στο Υπερταμείο, αυτή η ακραία εκμεταλλευτική μορφή εργασιακής σχέσης, πρακτικά αποτελεί μορφή σύγχρονων πελατειακών σχέσεων των κομμάτων εξουσίας για ανεύρεση εργασίας. Το ζήτημα των εργολαβικώς εργαζομένων, εκδοχή καθαρής νεοφιλελεύθερης απορρύθμισης, βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, τόσο από την οπτική της θεωρίας του εργατικού δικαίου, 9 όσο και της νομολογίας των Δικαστηρίων. 10
Με το άρθρο 31 του νόμου προβλέπεται περαιτέρω αυστηροποίηση του πλαισίου που ρυθμίζει τον απεργιακό και συνδικαλιστικό αγώνα. Ειδικότερα τροποποιείται η διάταξη της παρ. 4 του αρ. 93 του ν. 4808/2021, ποινικοποιώντας τον απεργιακό αγώνα και τη συνδικαλιστική δράση, προβλέποντας ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 6 μηνών και χρηματική ποινή, σε περίπτωση που εκείνος ο οποίος μετέχει στην κινητοποίηση: « α) παρεμποδίζει με οποιοδήποτε τρόπο την ελεύθερη και ανεμπόδιστη προσέλευση ή αποχώρηση από τον χώρο εργασίας εργαζομένων οι οποίοι δεν συμμετέχουν σε απεργία και επιθυμούν να εργαστούν ή την παροχή της εργασίας από αυτούς, ή β) ασκεί σωματική βία ή απειλή με σωματική βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη σε βάρος τους προκειμένου να εξαναγκαστούν να συμμετάσχουν στην απεργία, ή γ) συμμετέχει σε κατάληψη χώρων εργασίας ή εισόδων τους κατά τη διάρκεια απεργίας ή ανεξαρτήτως αυτής». 11 Η περίπτωση δε επανειλημμένης τέλεσης κάποιας εκ των ανωτέρω πράξεων, που θεωρούνται αξιόποινες, συνιστά, σύμφωνα με τη διάταξη, επιβαρυντική περίσταση.
Πρόκειται για διάταξη η οποία φέρει τον τίτλο « Προστασία δικαιώματος στην εργασία » και ουσιαστικά στρέφεται ευθέως ενάντια στο συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στην απεργία (αρ. 23 Συντάγματος 75/86/01/08/19), το οποίο – δικαίωμα στην απεργία – κατά τη συνταγματική διατύπωση ασκείται υπέρ της διαφύλαξης και προαγωγής των οικονομικών και εργασιακών γενικά συμφερόντων των εργαζομένων. Η απεργία δηλαδή είναι το μέσο της προστασίας της εργασίας, που η διάταξη του ν/σ περιορίζει υπέρμετρα, εγείροντας και ζητήματα αντισυνταγματικότητας. Πέραν όμως αυτού και από την οπτική του παρόντος άρθρου, η συγκεκριμένη διάταξη εγγράφει τον συσχετισμό που προκύπτει από την υποχώρηση, ήττα και μεταμορφισμό των πολιτικών κομμάτων της Αριστεράς-Κεντροαριστεράς και των συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 33 του ν. 5053/2023, προβλέπεται από 1-1-2024 άρση της αναστολής του λεγόμενου «παγώματος» των τριετιών, η οποία είχε επιβληθεί με την 6/28-2-2012 Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου (ΠΥΣ), που είχε εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 4046/2012 (νόμος 2ου Μνημονίου). Όπως προκύπτει από τις κείμενες διατάξεις, η αναστολή του «παγώματος» κατά πρώτον δεν αφορά το χρονικό διάστημα του παγώματος, δηλαδή δεν υπολογίζεται ο χρόνος εργασίας ως προϋπηρεσία για τον υπολογισμό των αποδοχών-τριετιών και συγκεκριμένα εξαιρείται το χρονικό διάστημα από 14-2-2012 έως 31-12-2023. Δεν υφίσταται δηλαδή αναδρομική ισχύς (extunc) για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (παρ. 2). Είναι δηλαδή, από 1-1-2024, exnunc, συνυπολογιζομένου και του χρονικού διαστήματος μέχρι τις 13-2-2012, το οποίο όμως σε κάθε περίπτωση υπολογιζόταν και κατά το χρονικό διάστημα που επιβλήθηκε και ίσχυε το «πάγωμα». Παραμένει το απώτατο χρονικό όριο των τριών τριετιών (9 χρόνια) προϋπηρεσίας για τους υπαλλήλους και έξι τριετιών (18 χρόνια) για τους εργατοτεχνίτες, αλλά και στις δύο περιπτώσεις η προσαύξηση των αποδοχών μπορεί να φτάσει μέχρι το 30% (παρ. 3). Αν ο εργαζόμενος λαμβάνει υψηλότερες αποδοχές των ελάχιστων νομίμων, αυτές ρητώς συμψηφίζονται με τυχόν αυξητικές αναπροσαρμογές του μισθού λόγω αναγνώρισης τριετιών (παρ. 4). Ρητώς ορίζεται ότι για το χρονικό διάστημα από 14-2-2012 έως 31-12-2023, που ίσχυε η ΠΥΣ 6/2012, δεν γεννάται καμία μισθολογική αξίωση, οφειλόμενη σε υπολογισμό προϋπηρεσίας του συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος (παρ. 5). Προβλέπεται ότι σε περίπτωση που την 1η-1-2027 το ποσοστό ανεργίας υπερβεί το 10%, θα αναστέλλεται αυτοδικαίως η εφαρμογή της ανωτέρω άρσης της αναστολής «παγώματος» (παρ. 6). Πρόκειται για ρύθμιση που επιφέρει σημαντική απώλεια στις αποδοχές και τις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα. Άλλη μια καταγραφή της διαδικασίας μισθολογικής υποτίμησης της μνημονιακής περιόδου που θεσμοποιείται.
Οι αλλαγές στην εργατική νομοθεσία από το 2019, διαμορφώνουν τη νέα κανονικότητα, ένα «νέο εργασιακό παράδειγμα», στο πλαίσιο του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, 12 που συνδυάζει μορφές σχετικής αλλά και απόλυτης υπεραξίας, οδηγώντας στην άνοδο της εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας. Εγγράφει την ήττα των πολιτικών δυνάμεων και των συνδικαλιστικών οργανώσεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ, 2015-2019) και της σοσιαλδημοκρατίας (ΠΑΣΟΚ, 1996-2010), καθώς και της ολοκλήρωσης του πολιτικού μεταμορφισμού τους ως διαχειριστικών δυνάμεων της νέας (μετα)μνημονιακής συνθήκης, του κράτους και του μοντέλου συσσώρευσης.
Η κρίση εκπροσώπησης των κυριαρχούμενων κοινωνικών τάξεων με το ΠΑΣΟΚ, κυοφορούνταν ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 και εμφανιζόταν με διάφορες μορφές, εκδηλώθηκε με ένταση την περίοδο 2010-2012 και οδήγησε στην εκλογική κατάρρευση. 13 Αντίστοιχα και η κρίση εκπροσώπησης των κυριαρχούμενων κοινωνικών τάξεων με τον ΣΥΡΙΖΑ κυοφορήθηκε την περίοδο από το 2015 (β΄ εξάμηνο) μέχρι το 2023, έλαβε διάφορες μορφές και οδήγησε σε εκλογική κατάρρευση στην πρόσφατη διπλή εκλογική αναμέτρηση. 14
Στον πυρήνα της εκλογικής κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ, βρίσκεται η αποκοπή του από τις κυριαρχούμενες κοινωνικές τάξεις, στοιχείο που εκδηλώνεται και με την ισχνή πολιτικο-οργανωτική ανάπτυξη και χαμηλού βαθμού κοινωνική γείωση, που προσιδιάζει περισσότερο σε φιλελεύθερο παρά σε σοσιαλιστικό κόμμα. Μια αποκοπή που καταγράφηκε πολύ έντονα στα αποτελέσματα των εκλογών της 21ης Μαΐου και της 25ης Ιουνίου 2023. 15 Η αποκοπή από τα λαϊκά και μικροαστικά στρώματα, πέραν του μνημονιακού συμβιβασμού, στον πυρήνα της έχει τη θεωρία του ΣΥΡΙΖΑ για το εθνικό φαινόμενο 16 – καθώς το κόμμα αυτό έχει υιοθετήσει τα σχήματα του μοντερνισμού 17 –, τον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό, τις δομές του και τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των φορέων κοινωνικών σχέσεων, ταυτοτικά στοιχεία ενός χώρου τα οποία έχουν τις ρίζες τους στη δεκαετία του ’90 και που τον αφήνουν χωρίς πυξίδα στους πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες, ή τείνουν να τον μετατρέψουν σε ενσωματώσιμη συνδικαλιστική δύναμη. 18
Στο κενό αυτό εκπροσώπησης, οφειλόμενο στην υποχώρηση και τον μεταμορφισμό των συνδικαλιστικών και πολιτικών οργανώσεων της μισθωτής εργασίας (εργατική τάξη και τμήματα της νέας μικροαστικής τάξης) και των παραδοσιακών μικροαστικών στρωμάτων (στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά συνδεδεμένα με το εκτεταμένο φαινόμενο της μικροϊδιοκτησίας, της αυτοαπασχόλησης και των εκπαιδευτικών μηχανισμών), εκδηλώθηκε η επανεμφάνιση του χώρου της άκρας Δεξιάς, αλλά και η κυριαρχία της Κεντροδεξιάς.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Πρωθυπουργός στις Προγραμματικές Δηλώσεις της νέας κυβέρνησής του, αντανακλώντας την αίσθηση της επιτελικής του ομάδας περί κυριαρχίας που τείνει να γίνει ηγεμονία, συνόψισε την εξέλιξη της ελληνικής πολιτικής ιστορίας του 20ού αιώνα «από τα πάνω» ως ένα εγχείρημα αλλεπάλληλων εκσυγχρονισμών, με πρώτο το εγχείρημα του Ελευθερίου Βενιζέλου, που το χαρακτήρισε ως «αστικό εκσυγχρονισμό», αναφέροντας στη συνέχεια τόσο τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, όσο και τον Ανδρέα Παπανδρέου, ενώ το εγχείρημα της δικής του κυβέρνησης στον 21ο αιώνα, το χαρακτηρίζει ως «πολυδιάστατο εκσυγχρονισμό». 19
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Πολιτεία του Ελευθερίου Βενιζέλου στα ελληνικά πολιτικά πράγματα διεκδικείται ως μέτρο σύγκρισης από τα ίδια τα πολιτικά πρόσωπα που αισθάνονται ηγεμονικά. Τόσο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μετά το 1974, όσο και ο Ανδρέας Παπανδρέου μετά το 1981, είχαν σαφώς μια τέτοια συγκριτική κατεύθυνση ακόμα και ως εξωτερικευμένη αυτοκατανόηση. Η διαφορά τους με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ήταν ότι οι κυβερνήσεις τους, του Κωνσταντίνου Καραμανλή πιο αντιφατικά, 20 του Ανδρέα Παπανδρέου με ολοκληρωμένο προσανατολισμό, 21 γεννήματα μιας διαφορετικής πολιτικής συγκυρίας και ενός δοσμένου κοινωνικού και διεθνοπολιτικού συσχετισμού δυνάμεων, είχαν σαφείς πρακτικές ενίσχυσης της εργατικής τάξης και οργάνωσης των δυνάμεων της μισθωτής εργασίας στο πλαίσιο του λεγόμενου μεταπολιτευτικού κοινωνικού συμβολαίου, της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας. 22
Στο σχήμα του Πρωθυπουργού, ο αστικός εκσυγχρονισμός του Ελευθερίου Βενιζέλου, συνδέεται με « την εθνική ολοκλήρωση με την αυγή της ελληνικής βιομηχανίας αλλά και με την στέρεη οικοδόμηση ενός κράτους θεσμών ». 23 Εκείνο που παραλείπεται στην πρωθυπουργική αφήγηση, είναι οι κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, ο κοινωνικός εκσυγχρονισμός της βενιζελικής περιόδου, βασικά χαρακτηριστικά της οποίας ήταν, σε σχέση με την εργατική τάξη, η καθιέρωση μιας προστατευτικής εργατικής νομοθεσίας και η θεσμοποίηση της συλλογικής οργάνωσης της εργατικής τάξης, 24 για πρώτη φορά στην ελληνική νομοθεσία του νεότερου ελληνικού κράτους, στο πλαίσιο πάντοτε του αστικού συστήματος.
Στη συνέχεια θα εξετάσουμε τις εργασιακές μεταρρυθμίσεις που έλαβαν χώρα την περίοδο 1909-1920 και τους λόγους καθιέρωσής τους τη συγκεκριμένη περίοδο. Ειδικότερα, ένα στοιχείο της εργατικής πολιτικής σε συγκριτική προοπτική, που ερευνά το παρόν κείμενο, ένα ερώτημα που θέτει και επιχειρεί να απαντήσει, είναι ο ρόλος της μαζικής πολιτικής και ειδικότερα η πορεία του πολιτικού αγώνα, αποτέλεσμα του συσχετισμού δυνάμεων, ως έννοιας κλειδί στην εξέλιξη του συγκεκριμένου πεδίου.
3. Μαζική πολιτική και εργατικές μεταρρυθμίσεις, την α΄ περίοδο του Ελευθερίου Βενιζέλου (1910-1915 και 1917-1920) 25
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η εξέλιξη των παραγωγικών δυνάμεων - παραγωγικών σχέσεων στον 19ο αιώνα, με κυρίαρχη την τάση του βιομηχανικού καπιταλισμού και την εθνική ιδεολογία με όρους λαϊκούς, ωθεί στο φαινόμενο της μαζικής πολιτικής, δηλαδή της μαχητικής παρέμβασης-παρουσίας του λαϊκού παράγοντα στον πολιτικό αγώνα. Μια μαζική πολιτική που μπορεί να λάβει μορφές και περιεχόμενα τόσο δημοκρατικά (με την έννοια της ρεπουμπλικανικής/αβασίλευτης δημοκρατίας, ή της επικράτησης της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας ανεξαρτήτως της ύπαρξης ενός βασιλικού θεσμού ενταγμένου σ’ ένα συνταγματικό πλαίσιο κράτους δικαίου), όσο και μορφές και περιεχόμενα στήριξης μιας αυταρχικής ή και δικτατορικής εξουσίας.
Τα παθητικά άτομα μετασχηματίζονται σε ενεργητικά υποκείμενα, αυτοκατανοούμενα μέσα από εθνικές, λαϊκές και κοινωνικές εγκλήσεις, σύμφωνα με την αλτουσεριανή αναλυτική κατηγορία της έγκλησης. 26 Η παρέμβαση της μαζικής πολιτικής λαμβάνει τη μορφή κομμάτων, τα οποία σταδιακά και ανάλογα με τον βαθμό ωρίμανσης των αντικειμενικών συνθηκών, της εξέλιξης δηλαδή των παραγωγικών δυνάμεων - παραγωγικών σχέσεων, του βιομηχανικού καπιταλισμού ειδικότερα, παίρνουν τη μορφή κομμάτων μαζών, ή της μετάβασης από τα λεγόμενα κόμματα στελεχών που ήδη διαμορφώνονται από τα τέλη του 18ου αιώνα στα κόμματα μαζών προς τα τέλη πια του 19ου αιώνα, αρχές 20ού, 27 ή και σε ενδιάμεσες μεταβατικές ή ανολοκλήρωτες καταστάσεις και υβριδικές μορφές.
Όμως η μαζική πολιτική δεν λαμβάνει μόνο τη μορφή των μαζικών κομμάτων, αλλά εμπεριέχει και τη μορφή των μαζικών κινημάτων, της έντονα συγκρουσιακής πολιτικής. Η θεσμοποίησή της, που εκδηλώνεται στη μορφή και στα περιεχόμενα των κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, σ’ εκείνη την ιστορική περίοδο του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ού, συγκροτεί διαφορετικά πολιτικά παραδείγματα από την οπτική της εφαρμογής. Είτε της συγκρουσιακής πολιτικής, είτε της οιονεί προνοητικής/αυταρχικής, είτε της εξισορροπιστικής/ενσωματωτικής.
Παράδειγμα συγκρουσιακής πολιτικής και ένα από τα πρώτα εγχειρήματα κρατικής κοινωνικής πολιτικής ήταν τα «Εθνικά Εργαστήρια» στη Γαλλία τους μήνες (Φεβρουάριος-Ιούνιος) του «επαναστατικού 1848». Παράδειγμα μιας οιονεί προνοητικής πολιτικής με ισχυρές δόσεις αυταρχισμού αποτέλεσαν η κοινωνικο-ασφαλιστική νομοθεσία του Καγκελάριου της Γερμανίας Ότο φον Μπίσμαρκ, την 8η και την 9η δεκαετία του 19ου αιώνα, σε συνδυασμό με την ψήφιση των αντι-σοσιαλιστικών νόμων (1878-1890) που απαγόρευσαν την κομματική οργάνωση του αναπτυσσόμενου σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Παράδειγμα πολιτικής εξισορροπιστικής-ενσωματωτικής λειτουργίας, αποτέλεσε η σταδιακή καθιέρωση μέτρων κοινωνικής πολιτικής στο Ηνωμένο Βασίλειο, τόσο την περίοδο 1868-1874 (καθολική πρωτοβάθμια εκπαίδευση, νόμος για τις συνδικαλιστικές ενώσεις), όσο και την περίοδο 1906-1911 (Λαϊκός Προϋπολογισμός, περιουσιολόγιο). 28
Είναι μια περίοδος όπου ο συνδυασμός μαζικής πολιτικής, ανάπτυξης της βιομηχανικής φάσης του καπιταλισμού, σταδιακής ταξικής συνειδητοποίησης της εργατικής τάξης, οδήγησαν εκτός από την ανάπτυξη των σοσιαλδημοκρατικών-σοσιαλιστικών-εργατικών κομμάτων και στη μορφοποίηση της αριστερής-ριζοσπαστικής πτέρυγας των Φιλελευθέρων, του ρεύματος του αποκαλούμενου «κοινωνικού ή νέου φιλελευθερισμού». Μια προδρομική εκδοχή αυτής της εξέλιξης της φιλελεύθερης διανόησης αποτελεί το ύστερο έργο του Τζων Στιουαρτ Μιλ, 29 ενώ και η μορφοποίηση της κίνησης της σοσιαλιστικής έμπνευσης «Φαβιανής Εταιρείας» μπορεί να ενταχθεί στα αντίστοιχα ή συγγενή ρεύματα.
Η τάση του «κοινωνικού φιλελευθερισμού» μορφοποιείται αφετηριακά κυρίως στο Ηνωμένο Βασίλειο, στη Γαλλία και την Ιταλία, με πιο επιφανείς φιγούρες στο πολιτικό επίπεδο τον Λόιντ Τζωρτζ, τον Ζωρζ Κλεμανσώ, τον Τζιοβάνι Τζιολίτι αντίστοιχα, από τις αρχές του 20ού αιώνα, μέχρι την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου (1914). Είναι η τελευταία εκδοχή του Φιλελευθερισμού ως Αριστεράς, πριν τη δυναμική εμφάνιση και σταθερή παρουσία του εργατικού κινήματος με την κυριαρχία στο αριστερό πολιτικό φάσμα των σοσιαλιστικών/σοσιαλδημοκρατικών/εργατικών κομμάτων. Πρόκειται βέβαια για εθνικούς κοινωνικούς σχηματισμούς που το κοινωνικό ζήτημα εκδηλώνεται με πιο έντονη μορφή λόγω της δυναμικής εξέλιξης της βιομηχανικής επανάστασης. Στη Γερμανία λόγω της παραδοσιακής αδυναμίας των Φιλελευθέρων, που ανάγεται στην ήττα της επανάστασης του 1848-1849 και τη διαδικασία ενοποίησης της Γερμανίας υπό τους Πρώσους Γιούνκερς, την κοινωνική προβληματική καλύπτει σε μεγάλο βαθμό η ραγδαία ανάπτυξη του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος και μάλιστα εκείνη την περίοδο στην κλασική μαρξιστική εκδοχή της Β΄ Διεθνούς. 30
Στο επίκεντρο της προβληματικής του κοινωνικού φιλελευθερισμού ή της αριστερής-ριζοσπαστικής πτέρυγας του φιλελευθερισμού, τίθεται η παρέμβαση του κράτους στην οικονομική λειτουργία του καπιταλισμού, ιδίως δε στο πεδίο της ρύθμισης των εργασιακών σχέσεων, μια εκδοχή κοινωνικού εκσυγχρονισμού με δηλωμένο στόχο υπέρ της κοινωνικής εξισορρόπησης και απέναντι στην προοπτική της βίαιης επαναστατικής κοινωνικής ανατροπής. Ασκείται δηλαδή έμπρακτη κριτική στην κυρίαρχη θεώρηση του φιλελευθερισμού-καπιταλισμού της ελεύθερης αγοράς ( Laissez faire et laissez passer, le monde va de lui même! ), η οποία οδηγεί, κατά τη κριτική, στα βίαια ξεσπάσματα και τις λαϊκές εξεγέρσεις που δύνανται να οδηγήσουν στην ανατροπή του αστικού-φιλελεύθερου καθεστώτος. Στο ευρύτερο ρεύμα του κοινωνικού φιλελευθερισμού, μπορεί να ενταχθεί το ανορθωτικό κίνημα που μορφοποιείται στο Κόμμα Φιλελευθέρων, με τα ειδικότερα χαρακτηριστικά του και το οποίο προχωρά σε κοινωνικές μεταρρυθμίσεις την περίοδο 1909-1915/20. 31
Για τον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό η υπό εξέταση περίοδος (1909-1915/20) είναι μια μεταβατική περίοδος στο πλαίσιο της κυριαρχίας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Εύστοχα χαρακτηρίζεται ως η περίοδος της επικράτησης και θεσμοποίησης του καπιταλισμού της σχετικής υπεραξίας. 32 Το 1922, η Μικρασιατική Καταστροφή, συνιστά το μεγάλο σημείο τομής και σ’ αυτό το επίπεδο, 33 καθώς συναντιούνται σε μεγάλη επάρκεια οι δύο βασικοί παραγωγικοί συντελεστές: το κεφάλαιο, η αστική τάξη, σε μεγάλο βαθμό συγκεντρώνεται εντός των ορίων του ελλαδικού κράτους, μια τάση που είχε αρχίσει σταδιακά από τα τέλη του 19ου αιώνα, κυρίως λόγω της εθνικής αφύπνισης και του σχηματισμού των βαλκανικών εθνικών κρατών· η εργατική τάξη λόγω προσφυγιάς, η μικρασιατική καταστροφή ως οιονεί διαδικασία πρωταρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου. 34 Και τα δύο φαινόμενα εντάσσονται στην υλική διάσταση του Ανατολικού Ζητήματος, με την έννοια της αδυναμίας καπιταλιστικού-αστικού μετασχηματισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως ενιαίου συνόλου λόγω της εθνικού χαρακτήρα διαπάλης αστικών στρωμάτων και αγροτιάς, κυρίως στην περιοχή της Μικράς Ασίας.
4. Οι κοινωνικοί και πολιτικοί όροι του Ανορθωτικού Ρεύματος και η ανάδυση του Κόμματος των Φιλελευθέρων
Η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Βουλγαρίας το 1908 και το κίνημα των Νεοτούρκων 1909, που θέτουν εκ νέου σε κινητικότητα τα ζητήματα της Μεγάλης Ιδέας, κυρίως το Μακεδονικό και το Κρητικό, σε συνδυασμό με τις συνεχείς κινητοποιήσεις κοινωνικών ομάδων, σποραδικών αλλά μαχητικών εργατικών απεργιών, 35 την αύξηση κινητοποιήσεων συντεχνιών στα αστικά κέντρα κυρίως στην Αθήνα (1908-1909) 36 και των κολίγων-αγροτών στην Ηπειροθεσσαλία, 37 επιταχύνουν τις εξελίξεις, ιδίως στον χώρο του στρατεύματος, ενοποιώντας τις αντιδυναστικές επιμέρους ομαδοποιήσεις αξιωματικών και υπαξιωματικών υπό τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο, 38 ενσωματώνοντας στις διεκδικήσεις εθνικά/στρατιωτικά, πολιτικά/θεσμικά και κοινωνικά ζητήματα. Αυτό δηλώνεται στην Προκήρυξη της 15ης Αυγούστου στο Στρατιωτικό Κίνημα στου Γουδή, αλλά και στις κινητοποιήσεις των Συντεχνιών στην Αθήνα (14-9-1909) και σε άλλα αστικά κέντρα της χώρας στις 14, 15 και 20 Σεπτεμβρίου 1909.
Η περίοδος από τον Αύγουστο 1909 έως τον Μάρτιο 1910, ουσιαστικά εισάγει μια στιγμή και έναν τύπο δυαδικής ή διπλής εξουσίας. Από τη μία ο επίσημος πολιτικός κόσμος, τα παλαιά πολιτικά κόμματα, οι «παλαιοκομματικοί», όπως αποκλήθηκαν από τους αντιπάλους τους και από την άλλη ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος με τους υποστηρικτές του στο κοινωνικό επίπεδο. Λαϊκές κινητοποιήσεις εκδηλώνονται τόσο υπέρ του Κινήματος στου Γουδή, όσο και υπέρ του αποπεμφθέντος από την ηγεσία του στρατεύματος διαδόχου Κωνσταντίνου και των βασιλοπαίδων. 39
Εν τέλει ως διέξοδο ο Ελευθέριος Βενιζέλος, επαναστάτης στο Θέρισο (1905) και επικεφαλής του ενωτικού κινήματος στην Κρήτη, έχοντας τον ρόλο του Πολιτικού Συμβούλου του Στρατιωτικού Συνδέσμου, προτείνει και γίνεται δεκτός ο σχηματισμός νέας προσωρινής κυβέρνησης με σκοπό τη διενέργεια εκλογών για αναθεωρητική Βουλή, διάλυση του Στρατιωτικού Συνδέσμου και αμνηστία. Οι εκλογές πραγματοποιήθηκαν στις 8 Αυγούστου 1910. Θα καταγραφεί μια δυναμική εμφάνιση «νέων πολιτικών ανδρών», ανεξάρτητων υποψήφιων, υπό τη σημαία του Ανορθωτικού Ρεύματος. Θα λάβουν 120 έδρες επί συνόλου 362. Συνεπώς την πλειοψηφία θα λάβουν μεν οι εκπρόσωποι των παλαιών πολιτικών κομμάτων, όμως η τάση ήταν σαφής υπέρ των δυναμικών εκφραστών του ανορθωτικού ρεύματος, της Αλλαγής. Ιδίως καταγράφηκε με την δημοψηφισματικού χαρακτήρα εκλογή του Ελευθερίου Βενιζέλου στην Αττικοβοιωτία, όπου έλαβε 32.765 ψήφους επί 38.800 ψηφισάντων, δηλαδή ποσοστό 84,3 %. 40
Ο Βενιζέλος θα προχωρήσει σε συμβιβασμό με τον Θρόνο, προτείνοντας αναθεωρητική Βουλή αντί συντακτικής, 41 ενώ την κατεύθυνσή του θα αποσαφηνίσει στην περίφημη ομιλία του στην Πλατεία Συντάγματος στις 5-9-1910, όπου θα τονίσει μεταξύ άλλων ότι βασική κατεύθυνση είναι η αλλαγή αστικής, εμπορικής και ποινικής νομοθεσίας, αλλαγή και πρακτικός προσανατολισμός στην εκπαίδευση, απαλλαγή της δημόσιας διοίκησης από τις κομματικές επιρροές – να μην λειτουργεί δηλαδή το κράτος ως λάφυρο και υλικός μηχανισμός αναπαραγωγής των πελατειακών σχέσεων – πρόνοια υπέρ των αγροτικών και εργατικών τάξεων, ώστε να αποφευχθεί η αντίθεση κεφαλαίου και εργασίας σε επικίνδυνο ανταγωνισμό και εμφύλια σύγκρουση, χάραξη οικονομικής πολιτικής που αποβλέπει στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας, νέα δημοσιονομική πολιτική στηριζόμενη όχι μόνο στους έμμεσους φόρους κατανάλωσης, αλλά και στους άμεσους φόρους εισοδήματος, αναμόρφωση του συστήματος απονομής δικαιοσύνης, τάχιστη αναδιοργάνωση και προετοιμασία των ενόπλων δυνάμεων. 42
Για την επίτευξη των ανωτέρω στόχων που δίνουν εθνικά, πολιτικά και κοινωνικά περιεχόμενα στο ανορθωτικό ρεύμα, ο Ελευθέριος Βενιζέλος θεωρεί ως βασικά μέσα-εργαλεία, την ευρεία αναθεώρηση του Συντάγματος και τη δημιουργία κομμάτων αρχών, όπως τα αποκαλεί, που θα υπερβούν τα προσωποκεντρικά κόμματα. Πρόκειται ουσιαστικά, με όρους θεωρίας του κομματικού φαινομένου, για ένα εγχείρημα υπέρβασης του κομματικού προτύπου των κομμάτων στελεχών στην κατεύθυνση των κομμάτων μαζών, που ήδη αναπτύσσονταν στην Ευρώπη εκείνη την περίοδο.
Ο Βενιζέλος θα οριστεί Πρωθυπουργός και θα εισηγηθεί στον Βασιλιά Γεώργιο τη διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη νέων εκλογών, κάτι που θα γίνει δεκτό. Οι εκλογές της 28ης Νοεμβρίου 1910, αποτέλεσαν έναν εκλογικό θρίαμβο για το νεοπαγές Κόμμα Φιλελευθέρων και τον Βενιζέλο προσωπικά. Τα παλαιά πολιτικά κόμματα θα αποφασίσουν αποχή από τις εκλογές, επικαλούμενα ότι η προκήρυξη νέων εκλογών εντός του ιδίου έτους για το ίδιο ζήτημα αντίκειται στο Σύνταγμα. Θα εγκαινιαστεί έτσι μια πολιτικο-εκλογική πρακτική η οποία περιοδικά θα λαμβάνει χώρα μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα. Η Βουλή που σχηματίσθηκε από τις εκλογές σε ποσοστό 87,5 % αποτελείτο από βουλευτές που εξελέγησαν είτε για 1η φορά, είτε με μοναδική προηγούμενη βουλευτική θητεία από τις εκλογές της 8ης-8-1910. Σε σύνολο 367 εδρών το Κόμμα Φιλελευθέρων κατέκτησε τις 307 έδρες. 43 Ένα ενδιαφέρον στοιχείο σ’ εκείνη την εκλογική αναμέτρηση είναι η κριτική που ασκήθηκε από υποστηρικτές του ανορθωτικού ρεύματος και του Βενιζέλου, ιδίως από πλευράς εκπροσώπων των Συντεχνιών. Η κριτική αυτή έλαβε τη μορφή κατάρτισης ιδιαίτερων – άτυπων – συνδυασμών, συγκροτώντας ένα προσωρινό σχήμα «Λαϊκός Σύνδεσμος Φιλελευθέρων». Το σχίσμα αυτό θεωρήθηκε ενδο-οικογενειακό, όπως χαρακτηρίστηκε, όμως έχει τη σημασία του.
Αναφέρει χαρακτηριστικά ο Βενιζέλος στην τελική προεκλογική του συγκέντρωση στην Αθήνα, στις 26-11-1910, για το ζήτημα της κατάρτισης – άτυπων – συνδυασμών και της υποδεικνυόμενης υποστήριξης από το Κόμμα Φιλελευθέρων:
«Έγενετο επίκρισις ότι δεν έπρεπε να προσφύγω εις συνδυασμούς, διότι οι συνδυασμοί είναι κάτι το απόβλητον. Αλλ’ οι συνδυασμοί είναι απόβλητοι, είναι κατακριτέοι, αποτελούσιν αθεμίτους συνενώσεις, οσάκις περιλαμβάνουσιν ανθρώπους μη έχοντας μηδέν, κανέν πρόγραμμα, οι οποίοι συνεισφέρουσι τα εκλογικά λεγόμενα κεφάλαιά των, είτε δια να επιτύχωσιν ατομικά αυτών συμφέροντα, είτε δια να επιδιώξη έκαστος τα κομματικά αυτού συμφέροντα. Όταν οι συνδυασμοί αυτοί είναι ομόρφονες, οι συνδυασμοί ούτοι είναι ηθικοί, επιβάλλονται δε άλλως τε υπό του ισχύοντος νομοθετικού καθεστώτος το οποίον καθιεροί πολλαπλήν την ψήφον». 44
Κρίσιμα ερωτήματα που τέθηκαν στη βιβλιογραφία, τα οποία συνδέονται με την υπόθεση του σχεσιακού χαρακτήρα μεταξύ μαζικής πολιτικής και εργασιακών μεταρρυθμίσεων, είναι ο χαρακτήρας του Κινήματος στου Γουδή, η κοινωνικο-πολιτική δυναμική που πυροδότησε, η φύση του Ανορθωτικού Ρεύματος, ο τύπος του κόμματος των Φιλελευθέρων. Σηματοδοτείται η άνοδος της αστικής τάξης στην εξουσία ή πρόκειται για πολιτική ανανέωση της ήδη ευρισκόμενης στην εξουσία αστικής τάξης; Πρόκειται για σύγκρουση δύο αστικών μερίδων για την εξουσία ή η πολιτική ολιγαρχία που κυριαρχούσε μέχρι του Γουδή δεν μπορεί να θεωρηθεί έκφραση της αστικής τάξης; Έχει μεταολιγαρχικό αστικό και αντιλαϊκιστικό χαρακτήρα το ανορθωτικό ρεύμα που μορφοποιείται στο Κίνημα στου Γουδή και στο κόμμα Φιλελευθέρων στη συνέχεια ή έχει έντονα λαϊκιστικά χαρακτηριστικά, όπου πρωτοστατούν τα μικροαστικά κοινωνικά στρώματα σε συμμαχία με τα αγροτικά και εργατικά; Μπορεί το ανορθωτικό κίνημα – κόμμα Φιλελευθέρων να ενταχθεί σε μια συγκριτική προοπτική ανάλυσης αντίστοιχων κινημάτων που εμφανίζονται την ίδια περίοδο στις κοινωνίες της Νότιας Ευρώπης (Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία), περιλαμβανομένης της Γαλλίας; Στη βιβλιογραφία έχουν υποστηριχθεί όλα τα ανωτέρω και μια αναλυτική προσέγγιση στο ζήτημα, μολονότι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και κρίσιμη, εκφεύγει του παρόντος άρθρου. 45
5. Οι μεταρρυθμίσεις της περιόδου 1911-1915/20
Αφού προσπαθήσαμε να δείξουμε τους ιστορικούς, πολιτικούς, κοινωνικούς όρους που οδήγησαν στην άνοδο του Ανορθωτικού Ρεύματος, στη μορφοποίησή του σε κομματικό σχηματισμό και στην ανάδυση και πολιτική ηγεμονία του Ελευθερίου Βενιζέλου, τοποθετώντας σε μια συγκριτική προοπτική και θέτοντας ορισμένα ερωτήματα προς περαιτέρω διερεύνηση, προχωράμε στην παρουσίαση και συνοπτική ανάλυση των κυριότερων μεταρρυθμίσεων της περιόδου 1911-1915/20, στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων, ακολουθώντας μια νομικού χαρακτήρα κατηγοριοποίηση. Είναι κρίσιμη στο πεδίο αυτό – και όχι μόνον σ’ αυτό – η συνεισφορά της ομάδας των Κοινωνιολόγων με επικεφαλής τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου, οι οποίοι και θα πρωταγωνιστήσουν σταδιακά στη διαμόρφωση της αριστερής-σοσιαλιστικής πτέρυγας του βενιζελισμού. 46 Θα αναφερθούμε πρώτα στην αναθεώρηση των διατάξεων του Συντάγματος 1864/1911 και στη συνέχεια θα αναφερθούμε στους κοινούς νόμους που έχουν αντίστοιχο χαρακτήρα.
Κρίσιμα γεγονότα που επηρεάζουν καταλυτικά το πλαίσιο εντός του οποίου πραγματοποιούνται οι κοινωνικές μεταρρυθμίσεις στις οποίες θα αναφερθούμε και που πρέπει διαρκώς να τα έχουμε στη γενικότερη θεώρησή μας, είναι κατά χρονική σειρά: Εκλογές στις 12-3-1912, στις οποίες συμμετείχαν και τα παλαιά πολιτικά κόμματα: το Κόμμα Φιλελευθέρων κέρδισε 151 έδρες επί συνόλου 181. Αλλαγή στάσης Ηνωμένου Βασιλείου (1912) απέναντι στο δόγμα περί ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, λόγω διείσδυσης, οικονομικής/γεωπολιτικής της Γερμανικής Αυτοκρατορίας στον οθωμανικό χώρο και όξυνσης των ενδο-ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων. Βαλκανικοί Πόλεμοι (8-10-1912 έως 10-8-1913). Διωγμοί-σφαγές Ελλήνων από τους Νεότουρκους στην Μικρά Ασία, πρώτο κύμα προσφύγων ήδη από το 1912 και με μεγαλύτερη ένταση από το α΄ εξάμηνο του 1914 και εισαγωγή Μικρασιατικού Ζητήματος. Έναρξη Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου (28-7-1914). Κρίση και εθνικός διχασμός 1915-1917.
Οι μεταρρυθμίσεις που λαμβάνουν χώρα θα πρέπει πάντα να εξετάζονται στο πλαίσιο της πολεμικής διαδικασίας εθνικής ολοκλήρωσης και της βαθιάς σύγκρουσης μεταξύ των δύο κοινωνικο-πολιτικών μπλοκ που μορφοποιούν την 1η διαιρετική τομή στον ελληνικό 20ό αιώνα.
5.1. Συνταγματική Αναθεώρηση
Η συνταγματική αναθεώρηση ήταν ευρύτατη και πραγματοποιήθηκε εντός του πρώτου εξαμήνου 1911. Στο παρόν άρθρο θα αναφερθούμε μόνον στις αναθεωρήσεις των άρθρων του Συντάγματος του 1864 που αφορούν άμεσα τις εργασιακές σχέσεις, παραλείποντας άλλες αναθεωρήσεις άρθρων που αφορούσαν κορυφαία ζητήματα της περιόδου όπως η εκπαίδευση, το γλωσσικό, το αγροτικό. Το ίδιο θα κάνουμε και στην παρουσίαση των μεταρρυθμίσεων του κοινού νομοθέτη.
- Η προσθήκη στο άρθρο 11 του Συντάγματος « συνεταιρισμός τις δεν δύνανται να διαλυθεί ένεκα παραβάσεως των διατάξεων των νόμων, ειμί δια δικαστικής αποφάσεως », ως εκ τούτου εκφεύγει πλέον από τη Διοίκηση η αρμοδιότητα για τη διάλυση ενώσεων, η οποία μεταφέρεται στη Δικαιοσύνη, που ασκεί μόνο έλεγχο νομιμότητας.
- Άρθρο 102: Καθιέρωση μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων, επιχειρώντας να βάλει φραγμό στο καθεστώς εξάρτησης υπαλλήλων-κομμάτων, που αποτελούσε βασική εκδοχή πελατειακών σχέσεων.
5.2. Εργατική Νομοθεσία 47 και οργάνωση της εργατικής τάξης
Το πρώτο κατ’ ουσίαν νομοθετικό μέτρο εργατικής πολιτικής στην ιστορία του νεότερου ελληνικού κράτους ήταν η θέσπιση της Κυριακάτικης Αργίας, από την κυβέρνηση Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, στο πλαίσιο του ανορθωτικού πνεύματος του Κινήματος το 1909, τον Δεκέμβριο 1909, ΓΥΝΕ΄/7-12-1909.
Στη συνέχεια, την περίοδο 1911-1915 ακολούθησαν πολλά σημαντικά μέτρα εργατικής πολιτικής, τα οποία ουσιαστικά συνιστούν τον θεμέλιο λίθο κοινωνικής πολιτικής στη χώρα, μαζί με τα μέτρα κοινωνικής ασφάλισης που ακολούθησαν κυρίως τη β΄ περίοδο Βενιζέλου (1928-1932), 48 αλλά και τα μέτρα εκπαιδευτικής πολιτικής, τόσο κατά την α΄ (1910-1920) 49 όσο και κατά την β΄ περίοδο (1928-1932) 50, τα μέτρα αποκατάστασης των προσφύγων (1923-1932), 51 όπως επίσης και τα μέτρα αγροτικής πολιτικής καθ’ όλη τη βενιζελική περίοδο. 52
Χαρακτηριστικό της αντίληψης Βενιζέλου για το εργατικό ζήτημα είναι το ακόλουθο απόσπασμα στη Βουλή, απαντώντας σ’ έναν από τους ηγέτες του παλαιών κομμάτων, τον Δημ. Ράλλη : « Οι εργάται, κύριοι, θα ήσαν ευτυχείς, αν ήσαν πολλοί. Αλλ’ εάν ήσαν όντως οι πολλοί, βεβαιωθείτε ότι ολίγοι εξ ημών θα ευρισκόμεθα εις την αίθουσαν ταύτην, αντιπροσωπεύοντας τον λαόν τούτον…. Αλλ’ ατυχώς όλοι οι άνθρωποι και όλοι οι Έλληνες δεν είναι ίσοι. Ατυχώς, διαιρούνται εις τάξεις, όχι τόσον αποτόμως όσον αλλαχού, αλλά διαιρούνται εις την τάξιν των εχόντων το κεφάλαιον, εις την τάξιν των εχόντων μόνον την εργασίαν και εις την τάξιν την μέσην ». 53
- ΓΛΒ΄/15-11-1911: «Περί συστάσεως τμήματος εργασίας και κοινωνικής προστασίας» στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας. Πρόκειται ουσιαστικά για την ίδρυση του μετέπειτα Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, που ήταν επιφορτισμένο με την άσκηση ελέγχων για τη διαπίστωση τήρησης ή παραβίασης της εργατικής νομοθεσίας.
- ΓΛΔ΄/21-11-1911: «Περί υγιεινής και ασφαλείας των εργατών και περί ωρών εργασίας». Νομοθέτημα προστατευτικό, καθώς έθετε κανονισμούς στη χρήση μηχανών, στη δόμηση των χώρων, στη δυνατότητα διαλείμματος και σχετικά με τις ώρες ανάπαυσης ανάμεσα στις βάρδιες. Παράλληλα θέσπισε ποινικές και διοικητικές κυρώσεις για τους εργοδότες παραβάτες.
- ΓΟΔ΄/3-1-1912: «Περί εκδικάσεως των μεταξύ εργατών και εργοδοτών διαφορών, περί πληρωμής εργατικών μισθών και ημερομισθίων». Πρόκειται για εισαγωγή ειδικής διαδικασίας επίλυσης εργατικών διαφορών, διευκολύνοντας την πρόσβαση στη δικαιοσύνη σε εργατικές υποθέσεις.
- ΔΚΘ΄/4-2-1912: «Περί εργασίας γυναικών και ανηλίκων». Ο νόμος όρισε γενική απαγόρευση εργασίας παιδιών που δεν είχαν συμπληρώσει το 12ο έτος της ηλικίας τους. Ενώ και μέχρι τα 14 απαγορευόταν να εργαστούν αν δεν είχαν στο μεταξύ ολοκληρώσει την στοιχειώδη εκπαίδευση. Για άτομα από 12-14 ετών, εργασία μέχρι 6 ώρες την ημέρα, ενώ για 14-18 εργασία μέχρι 10 ώρες την ημέρα. Απαγόρευση κυριακάτικης και νυχτερινής εργασίας στα άτομα άνω των 14 και μέχρι τα 18. Ενώ προέβλεπε και περιορισμούς στην εργασία των γυναικών. Καθιέρωνε ειδικό «βιβλιάριο εργασίας» με το οποίο έπρεπε να είναι εφοδιασμένοι οι ανήλικοι εργαζόμενοι απαραιτήτως. Την ευθύνη στους ελέγχους ποινικά και διοικητικά την έφεραν οι εργοδότες.
- Ν. 281/1914· Νόμος 281/1914: «Περί σωματείων». 54 Στο άρθρο 19 του νόμου ιδρύονται τα Επαγγελματικά Σωματεία, δηλαδή τα συνδικαλιστικά. Η καινοτομία σε σχέση με την προηγούμενη μορφή οργάνωσης (Συντεχνίες), ήταν η απαγόρευση συμμετοχής εργοδοτών και εργατών στην ίδια οργάνωση. Τα σωματεία έχουν εκ του νόμου αποκλειστικό σκοπό την προάσπιση και προαγωγή επαγγελματικών συμφερόντων των μελών. Ωθούν δηλαδή σε μια ρεφορμιστική πρακτική και τρεϊντγιουνίστικη συνείδηση. Στις γενικές διατάξεις περί σωματείων του συγκεκριμένου νόμου έχει ενδιαφέρον το άρθρο 3 όπου προβλέπει τη δυνατότητα διοίκησης σωματείου ανεξαρτήτως φύλου και το άρθρο 8, σύμφωνα με το οποίο σε περίπτωση που το μέλος του Σωματείου είναι παντρεμένη γυναίκα ή ανήλικος άνω των 16 και ο σύζυγος ή πατήρ αντιστοίχως δεν εγκρίνει τη συμμετοχή στο Σωματείο, τότε η ιδιότητα του συγκεκριμένου μέλους αναστέλλεται, όμως μπορεί να την επιδιώξει δικαστικά με απόφαση του Ειρηνοδίκη και να πετύχει τελικά την έγγραφή του/της στο Σωματείο. Ενδιαφέρον είναι ιδίως το ότι η ρύθμιση αυτή έρχεται σε μια εποχή όπου οι γυναίκες στερούνται των πολιτικών δικαιωμάτων, αλλά και βασικών αστικών δικαιωμάτων στο πεδίο του οικογενειακού δικαίου.
Ο νόμος αυτός έδωσε μεγάλη ώθηση στη θεσμοποίηση της οργάνωσης της εργατικής τάξης. Αυτό αποτυπώθηκε και οργανωτικά καθώς την αμέσως επόμενη περίοδο σχηματίσθηκαν παρά πολλά σωματεία και οργανώθηκε σημαντικό μέρος της εργατικής τάξης. 55 Ουσιαστικά αποτέλεσε μια βασική έκφραση της βούλησης του Κόμματος Φιλελευθέρων να υπάρξει οργάνωση της εργατικής τάξης σε σωματεία, αλλά και σε ευρύτερα σώματα (Εργατικά Κέντρα). Άλλωστε η κυβέρνηση Βενιζέλου προώθησε τη δημιουργία τόσο του Εργατικού Κέντρου Αθηνών (1910), όσο και του Εργατικού Κέντρου Πειραιά (1912), στα οποία το Κόμμα Φιλελευθέρων κυριάρχησε. Αυτή η βούληση θα εκφραστεί και στη συνέχεια με την υποστήριξη της ίδρυσης ΓΣΕΕ και του ΣΕΚΕ το 1918, σε μια εποχή που ίσχυε στρατιωτικός νόμος.
Σύμφωνα με τη στρατηγική του κοινωνικού εκσυγχρονισμού, όπως αυτή εκφράστηκε από τον Βενιζέλο και τους συνεργάτες του εκείνη την εποχή, αυτό ήταν αναγκαίο να γίνει, όχι ως πίεση από την εργατική τάξη εκείνη την περίοδο, καθώς κάτι τέτοιο δεν συνέβαινε με ιδιαίτερη ένταση, αλλά ως σχήμα πρωθύστερο, ως τάση που προβλεπόταν να επισυμβεί με την προοπτική ανάπτυξης της βιομηχανίας, η οποία βρισκόταν σε εξέλιξη και μάλιστα επιδιωκόμενη.
Ως αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης ο Βενιζέλος εκτιμούσε ότι θα οξύνονταν η ταξική πάλη και ήθελε να προλάβει να δώσει μια εξισορροπιστική ροπή μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Γι’ αυτό θα έρθει σε οξύτατη σύγκρουση με εκπροσώπους των εργοδοτών εκείνη την περίοδο. Ως αστός πολιτικός έβλεπε το γενικό συμφέρον με μια εθνική, συμπεριληπτική με τη σημερινή ορολογία, συμφιλιωτική με παλαιότερη, που θα διασφάλιζε όρους εθνικής και κοινωνικής συνοχής. Η περίοδος αυτή είναι γεμάτη από τέτοιες παρεμβάσεις του στη Βουλή:
«Εγώ εις πάσαν περίστασιν… θα είμαι το ασφαλέστερον έρεισμα της τάξεως και του κοινωνικού καθεστώτος. Αλλά δεν θέλω το καθεστώς τούτο ακίνητουν, δεν το θέλω μένον υπό την παλαιάν αυτού διαρρύθμισιν, όπως σωρευθή αιφνιδίως εις ερείπια, αλλά το θέλω ακολουθούν την πρόοδον, προσαρμοζόμενον προς τα καθ’ ημέραν περιστάσεις, ίνα κατορθώση να βοηθήση το Κράτος τούτο να επιτελέση την υψηλήν αυτού αποστολήν».
Για τον Βενιζέλο εκείνης της περιόδου (1911), η υψηλή αποστολή του κράτους δεν είναι άλλη από την αλυτρωτική. 56 Αυτή ήταν η μία διάσταση της πολιτικής του, η πιο μακροπρόθεσμη.
Η άλλη, η πιο συγκυριακή, αυτή που τον ωθούσε να ενισχύσει την οργάνωση του Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης (1917), να επιτρέψει και να ενισχύσει αρχικά τη συγκρότηση της ΓΣΕΕ και του ΣΕΚΕ (1918), σε μια περίοδο που ίσχυε ο στρατιωτικός νόμος, ήταν αφενός να ελέγξει πολιτικά σε μια ρεφορμιστική κατεύθυνση την εξέλιξη του εργατικού-συνδικαλιστικού κινήματος αντί της επαναστατικής, αφετέρου οι εργατικές ενώσεις και το σοσιαλιστικό κόμμα στις διεθνείς συνδιασκέψεις και ενώσεις που οργανώνονταν εκείνη την περίοδο στη δυναμικά εξελισσόμενη διαδικασία οικοδόμησης διεθνών θεσμών, να θέσουν τις ελληνικές διεκδικήσεις στη συγκυρία του τέλους του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η στόχευση για ρεφορμιστική εξέλιξη του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος μερικώς μόνον θα επιτύχει, καθώς ένα σημαντικό μέρος του συνδικαλιστικού-εργατικού κινήματος θα εξελιχθεί σε μια επαναστατική-κομμουνιστική κατεύθυνση. Είναι χαρακτηριστικό το αποτέλεσμα του ιδρυτικού συνεδρίου της ΓΣΕΕ το 1918. Η σοσιαλιστική τάση - Φεντερασιόν θα περάσει ψήφισμα υπέρ της αναγνώρισης της αρχής της πάλης των τάξεων και της ανεξαρτησίας της ΓΣΕΕ από κάθε αστική επιρροή - κόμματα, μολονότι ήταν μειοψηφία στο συνέδριο, με ψήφους 158 υπέρ και 21 κατά. Γεγονός που δείχνει αφενός τη συμμαχία με τους εκπροσώπους της αντιβενιζελικής παράταξης, η οποία ήταν πολυεπίπεδη εκείνη την περίοδο στο πλαίσιο της γραμμής της ουδετερότητας – ενάντια στη συμμετοχή στον παγκόσμιο πόλεμο, αλλά και στη σκληρότητα της βενιζελικής κυβέρνησης λόγω στρατιωτικού νόμου και καθεστώτος επιστράτευσης, καθώς επίσης και την εσωτερική διαίρεση της βενιζελικής παράταξης σε σοσιαλιστές και μη. Η πλειοψηφία των φιλοβενιζελικών θα αποτυπωθεί στον συσχετισμό του ανώτατου οργάνου διοίκησης της ΓΣΕΕ, όπου πλειοψηφούν οι φιλοβενιζελικοί εκπρόσωποι. 57
- Ν. 551/8-1-1915: «Περί ευθύνης προς αποζημίωσιν των εξ ατυχήματος εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων». Πρόκειται για το πρώτο νομοθέτημα περί εργατικού ατυχήματος, με βάση το οποίο καθιερώνεται η αντικειμενική ευθύνη του εργοδότη-ιδιοκτήτη του μηχανήματος, από την οποία απαλλάσσεται μόνον σε περίπτωση δόλου του εργαζόμενου ή όπως τελικά κατέληξε σε περίπτωση βαριάς αμέλειας του τελευταίου. Και ο νόμος αυτός προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις στους χώρους των εργοδοτών και της επιχειρηματικής αστικής τάξης. Πρόκειται ουσιαστικά για την αντικειμενική ευθύνη του εργοδότη, ως αποτέλεσμα της διαδικασίας ουσιαστικής υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο, σύμφωνα με τον σχετικό μαρξικό όρο. Όπως αναγράφεται στη σχετική έκθεση της κοινοβουλευτικής επιτροπής: « Αλλ’ αφού τα απειλούντα τον κίνδυνον μηχανήματα είναι άψυχα, ποίος θα φέρη την ευθύνη της αποζημιώσεως του θύματός των εις περίπτωσιν ατυχήματος; Ευλογότατα την ευθύνην, εξαιρουμένης της περιπτώσεως προκλήσεως του ατυχήματος εκ προθέσεως του εργάτου, οπόταν η πηγή του ατυχήματος μετατοπίζεται, δέον να φέρη ο κύριος του μηχανήματος, και διότι είναι κύριος του μηχανήματος, και διότι αυτός καρπούται το προϊόν της παραγωγής. Δηλαδή ο κύριος της επιχειρήσεως οφείλει να φέρη και το βάρος τούτο, ως εν των γενικών εξόδων της επιχειρήσεώς του. Επομένως είτε τυχαίον περιστατικόν επέφερε το ατύχημα, είτε αμέλεια ή ανεπιτηδειότης του εργάτου, τεθέντος του ζητήματος, δεν υφίσταται διαφορά. Πρόδηλον όμως ότι η ανωτέρα βία (σεισμός, κεραυνός, πλημμύρα κλπ.) δεν παράγει ευθύνην του εργοδότου ». 58
- Ν. 2112/18-3-1920: «Περί υποχρεωτικής καταγγελίας συμβάσεως εργασίας ιδιωτικών υπαλλήλων». Πρόκειται για εξαιρετικό νομοθέτημα, νομοτεχνικά άρτιο, που άντεξε, με λίγες τροποποιήσεις, μέχρι σήμερα. Είναι το λεγόμενο δίκαιο της απόλυσης. Παρέχει σημαντικά δικαιώματα στον εργαζόμενο να διεκδικήσει τη θέση εργασίας του, την ακύρωση της απόλυσης κλπ. Είναι χαρακτηριστικός ο διάλογος στη Βουλή κατά τη συζήτηση του συγκεκριμένου ν/σ μεταξύ του Βενιζέλου και του Γεωργιάδη (βουλευτή, που έχει ενταχθεί στο ΣΕΚΕ), με αναφορές στη Ρωσική Επανάσταση και στο κομμουνιστικό καθεστώς που έχει επιβληθεί. Ο Βενιζέλος, πλήρως ενημερωμένος για τις εξελίξεις, αλλά και τους επίκαιρους τότε εξελισσόμενους προβληματισμούς και τις διαμάχες της Αριστεράς σε διεθνές επίπεδο, προβαίνει σε διάκριση μεταξύ σοσιαλισμού, που τον αποτιμά θετικά ως ιδεώδες, η «ευγενεστέρα ιδέα» όπως αναφέρει και κομμουνισμού, που τον αποτιμά αρνητικά, ως δικτατορικό-ανελεύθερο καθεστώς.
- Ν. 2151/6-4-1920: «Περί επαγγελματικών σωματείων». Στόχος κυρίως ήταν η σχετική αποδυνάμωση των Διοικητικών Συμβουλίων και η ενίσχυση της Γενικής Συνέλευσης στο κρίσιμο ζήτημα της κήρυξης της απεργίας. Σε περίπτωση δηλαδή απεργίας με απόφαση Δ.Σ., το τελευταίο είναι υποχρεωμένο εντός 48 ωρών από την έναρξη της απεργίας να συγκαλέσει Γενική Συνέλευση (αρ. 27).
Οι κοινωνικοί αγώνες και ιδίως οι απεργίες είχαν οξυνθεί την περίοδο 1919-1920, χρονικό διάστημα που ίσχυε στρατιωτικός νόμος. Ο εκτοπισμός αντιβενιζελικών σοσιαλιστών το 1919 και η συνεχιζόμενη επιστράτευση, δρουν σωρευτικά στις πρόσφατες τότε εμπειρίες του ναυτικού αποκλεισμού από τις δυνάμεις της Αντάντ ιδίως στην Παλαιά Ελλάδα, την περίοδο 1916-1917. Ο νόμος αυτός, συμπληρωματικός του ν. 281/1914, μπορεί να θεωρηθεί ως μια απάντηση της κυβέρνησης των Φιλελευθέρων απέναντι στην άνοδο της μαχητικότητας του εργατικού κινήματος. 59 Άλλωστε η θέση του Βενιζέλου διατυπώνεται στη Βουλή κατά τη συζήτηση του συγκεκριμένου ν/σ ως ακολούθως:
«Εις των σκοπών του νομοσχεδίου είναι αυτός (ισορροπία της σχέσεως εργάτη-εργοδότη). Διότι υπάρχει μια κατηγορία εργατών η οποία διαρκώς θέλει να διασπείρη την απεργίαν και διαράττει την όλην εργατικήν τάξιν. Θέλομεν να περιορίσωμεν αυτούς και να εξαρτήσωμεν [την απεργίαν] από την βεβαιωμένην γνώμην των εργατών. Γίνεται κατάχρησις των απεργιών. Εβεβαιώθη ότι εκηρύχθησαν πολλάκις απεργίαι αι οποίαι, αν έπρεπε να κηρυχθώσι μετ’ απόφασιν αληθή του σωματείου, δεν θα εκηρύσσοντο».
Τούτο δεν θα τον εμποδίζει την ίδια σχεδόν περίοδο (1920) να δηλώνει χρησιμοποιώντας ορολογία μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας, στην Βουλή: «[... ο βιομηχανικός εργάτης είναι απολύτως ασθενής, είναι δούλος του κυρίου του εργοστασίου, αν δεν είναι οργανωμένος, διότι το εμπόρευμα το οποίον πωλεί δεν είναι εμπόρευμα, είναι η άρσις της προσωπικότητος, είναι η εργασία ». 60
Στο φόντο της Οκτωβριανής Επανάστασης, της μεγάλης ανόδου των κοινωνικών και επαναστατικών αγώνων που παρατηρήθηκαν με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, θα ιδρυθεί στην Ουάσιγκτον το Διεθνές Γραφείο Εργασίας (ΔΓΕ). Το 1919 στην πρώτη του διεθνή συνδιάσκεψη το ΔΓΕ θα ψηφίσει έξι διεθνείς συμβάσεις. Η Ελλάδα δια της κυβέρνησης Βενιζέλου θα είναι η πρώτη χώρα που θα κυρώσει με νόμους στη Βουλή τις συμβάσεις αυτές, που αφορούσαν εισαγωγή οχταώρου (ν. 2269/1-7-1920, 48ωρο σε 6ημερη βάση στη βιομηχανία, που θα επεκταθεί στο σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας με το ΠΔ 27/1932 και που το άρθρο 16 του συγκεκριμένου Π.Δ., τροποποιήθηκε με το αρ. 9 ν. 5350/2023, περί παράλληλης απασχόλησης), περιορισμούς στη γυναικεία εργασία (ν. 2270/1-7-1920), περιορισμούς στην παιδική εργασία (ν. 2271/1-7-1920), μέριμνα για την ανεργία (ν. 2272/1-7-1920), προστασία μητρότητας (ν. 2274/1-7-1920). 61
Η αντίδραση απέναντι στην εργατική νομοθεσία της πρώτης περιόδου του Βενιζέλου, πήγαζε από δύο προελεύσεις. Από τμήματα της αστικής τάξης που την θεωρούσαν υπερβολικά προστατευτική για τους εργαζόμενους. Από τον αντιβενιζελικό συντηρητισμό (θρόνος, παλαιός πολιτικός κόσμος, μέρος της διανόησης) – καθώς δεν είχε αναπτύξει τη διάσταση της προσαρμοστικότητας, βασικό στοιχείο του συντηρητικού πολιτικού ρεύματος σε διεθνές επίπεδο – που αρνούνταν να δεχθεί τη ριζοσπαστικού χαρακτήρα προοδευτική εξέλιξη στο σύνολό της, τόσο στο εθνικό, όσο και στο κοινωνικό πεδίο, που αντιπροσώπευε το βενιζελικό ρεύμα σ’ εκείνη την περίοδο, πολεμώντας το λυσσαλέα.
Ολοκληρώνοντας την επισκόπηση της εργατικής νομοθεσίας, για να υπάρχει μια ολοκληρωμένη εικόνα της πρακτικής εφαρμογής της νομοθεσίας, του τρόπου που κρίθηκε και αντιμετωπίστηκε, θα πρέπει να μελετηθούν οι εκθέσεις επιθεωρητών της Διοίκησης της εποχής (έκθεση Σαλίβερου), 62 να εξεταστεί η Νομολογία των Δικαστηρίων και η εξέλιξη της θεωρίας του εργατικού δικαίου, 63 η αποτίμηση υπευθύνων παραγόντων και διανοούμενων των εργασιακών σχέσεων εκείνης της εποχής. 64 Κάτι τέτοιο εκφεύγει των στόχων του παρόντος άρθρου.
6. Επίλογος
Στο παρόν άρθρο, εξετάσαμε δύο παραδείγματα «εργατικής νομοθεσίας», σε δύο διαφορετικές ιστορικές συγκυρίες: Αυτό του κοινωνικού φιλελευθερισμού του Ελευθερίου Βενιζέλου και εκείνο του νεοφιλελευθερισμού του Κυριάκου Μητσοτάκη. Διαπιστώσαμε ότι ένα κρίσιμο στοιχείο για τον προσανατολισμό της εργατικής πολιτικής είναι η πορεία του πολιτικού αγώνα και πιο συγκεκριμένα οι μορφές, η ένταση και τα περιεχόμενα με τα οποία εκδηλώνεται η μαζική πολιτική, με τη σχετική της αυτονομία σε σχέση με τους υλικούς όρους.
1 Β. Ασημακόπουλος, Η ελληνική εργατική νομοθεσία: Από τη θεσμοποίηση της συλλογικής εργατικής ταυτότητας στον εργαζόμενο ως απομονωμένο άτομο, περιοδικό Θέσεις, τ. 156/2021: 17-36, επίσης στο http://www.theseis.com/index.php?option=com_content&view=article&id=1671:elergnom156&catid=175&Itemid=113, πρόσβαση στις 9-9-2023.
2 Α. Καζάκος, «Εργατικό Δίκαιο, ένα “μεροληπτικό” δίκαιο. Η προστατευτική αρχή και οι εφαρμογές της στο ατομικό και συλλογικό εργατικό δίκαιο», Επιθεώρηση Εργατικού Δικαίου, τ. 82/2023: 833 επ.
3 Για τη σημασία της προηγηθείσας ιδεολογικο-πολιτικής ήττας των οργανώσεων της εργατικής τάξης στην επιβολή μιας νέας κανονικότητας σε βάρος των κοινωνικών συμφερόντων των κυριαρχούμενων τάξεων, σε μια διαφορετική ιστορική συγκυρία, εκείνης του Μεσοπολέμου στις περιπτώσεις της Γερμανίας και της Ιταλίας, βλ. Πουλαντζάς Ν., Φασισμός και Δικτατορία. Η Τρίτη Διεθνής αντιμέτωπη στον φασισμό, εκδ. Θεμέλιο-Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς, 2006: 155 επ. Για το ίδιο ζήτημα βλ. Φ. Νόυμαν, ΒΕΕΜΩΘ. Η δομή και η πρακτική του Εθνικοσοσιαλισμού (1933-1944), εκδ. Νησίδες, 2018, ιδίως το εισαγωγικό κεφάλαιο «Η κατάρρευση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης»: 19-47.
4 Για τις έννοιες της σχετικής και της απόλυτης υπεραξίας, αντί πολλών βλ. Η. Ιωακείμογλου, Τι είναι και τι ζητάει η μαρξιστική κριτική από την πολιτική οικονομία, εκδ. Λέσχη κατασκόπων του 21ου αιώνα, 2007.
5 Για την έννοια της σχετικής αυτονομίας μορφών του εποικοδομήματος με τις διαφοροποιήσεις στην εξέλιξη της διανοητικής του παραγωγής, βλ. Ν. Πουλαντζάς, Πολιτική εξουσία και κοινωνικές τάξεις, εκδ. Θεμέλιο, 1980, του ιδίου Το κράτος, η εξουσία, ο σοσιαλισμός, εκδ. Θεμέλιο, 2001.
6 Ν. 5053/2023-ΦΕΚ ΤΧ 1ο/158/26-9-2023.
7 Για μια κατ’ άρθρο ανάλυση του νομοθετήματος, κατά την περίοδο της διαβούλευσης που είχε τη μορφή ν/σ βλ. Α. Μητρόπουλος, 8 ανατροπές στην αγορά εργασίας, στο https://enypekk.gr/2023/09/04/alexhs-mhtpopoylos-ppoedpos-enypekk-8-anatpopes-sthn-agopa-epgasias/, πρόσβαση στις 9-9-2023.
Για μια κατ’ άρθρο παρουσίαση του ν. 5053/2023, με επισήμανση των αλλαγών και παράθεση των σχετικών χωρίων της αιτιολογικής έκθεσης, βλ. Δ. Βασιλείου (επιμ.), Ν. 5053/2023 στο chrome-extension://efaidnbmnnnibpcajpcglclefindmkaj/https://eergd.gr/pdf/N.50532023.pdf, πρόσβαση στις 13-11-2023.
8 Για μια παράλληλη παρουσίαση της εξέλιξης της ελληνικής εργατικής νομοθεσίας και της πορείας του πολιτικού και κοινωνικού αγώνα, καθώς και των συνδικαλιστικών οργανώσεων, βλ. Β. Ασημακόπουλος, Η ελληνική εργατική νομοθεσία, όπ.π.
9 Κ. Μπακόπουλος, «Εργολαβικές αναθέσεις ως λανθάνουσα προσωρινή απασχόληση», Επιθεώρηση Εργατικού Δικαίου, τ. 82/2023: 255 επ.
10 Βλ. υπ’ αριθ. 2041/2022 απόφαση Αρείου Πάγου (Β2 Πολιτικό Τμήμα).
11 Βλ. ΦΕΚ-ΤΧ Α΄ 158/26-9-2023: 5853.
12 Για τον νεοφιλελευθερισμό η βιβλιογραφία είναι εξαιρετικά πλούσια. Ενδεικτικά, Ν. Χάρβεϊ, Νεοφιλελευθερισμός. Ιστορία και παρόν, εκδ. Καστανιώτης, 2007, Ε. Τουσέν, Ο Νεοφιλελευθερισμός. Από τις απαρχές του έως τις μέρες μας, εκδ. Τόπος, 2012. B. Werner, Ισχυρό κράτος και ελεύθερη οικονομία, εκδ. AngelusNovus, 2021.
13 Π. Κουστένης, «Στο λυκόφως(;) του Πράσινου Ήλιου: Συγκρότηση και μετεξέλιξη της εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ (1974-2015)» και Κ. Κανελλόπουλος, «Η διαλεκτική κομμάτων και κινημάτων στην ελληνική πολιτική: Το ΠΑΣΟΚ από το αντιδικτατορικό κίνημα στους Αγανακτισμένους», αμφότερα στο Β. Ασημακόπουλος & Χ. Τάσσης (επιμ.), ΠΑΣΟΚ 1974-2018. Πολιτική οργάνωση-ιδεολογικές μετατοπίσεις-κυβερνητικές πολιτικές, εκδ. Gutenberg, 2018.
14 Για μια πρώτη προσέγγιση των εκλογών της 21ης Μαϊου 2023 και της κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, βλ. Β. Ασημακόπουλος, «14 σημεία», εφημ. Δρόμος της Αριστεράς, στο https://edromos.gr/14-simeia/, πρόσβαση στις 9-9-2023.
15 Για μια ανάλυση των εκλογικών αποτελεσμάτων, βλ. Γ. Μαυρής, Οι εκλογικές μετατοπίσεις στις βουλευτικές εκλογές της 21 η Μαϊου, στο https://www.mavris.gr/8353/voting-transitions-may-2023/, πρόσβαση στις 10-9-2023.
16 Β. Ασημακόπουλος, Το εθνικό φαινόμενο και η δύναμη της Ιστορίας, Τετράδια Πολιτικού Διαλόγου Έρευνας και Κριτικής, τ. 76ο-78ο/2021.
17 Για μια συνολική παρουσίαση των ακαδημαϊκών θεωριών για το εθνικό φαινόμενο, U. Ozkirimli, Θεωρίες του Εθνικισμού, εκδ. Ι. Σιδερης, 2016.
18 Το παρόν κείμενο δεν εξετάζει τις εσωκομματικές εξελίξεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ από τον Σεπτέμβριο 2023 και μετά, με την εκλογή της νέας κομματικής ηγεσίας και τη διαδικασία εσωκομματικών συγκρούσεων και αποχωρήσεων που η συγκεκριμένη εξέλιξη πυροδότησε.
19 Η ομιλία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στις Προγραμματικές Δηλώσεις της νέας κυβέρνησής του, στο https://www.primeminister.gr/2023/07/06/32119, πρόσβαση στις 9-9-2023.
20 Χαρακτηριστική περίπτωση αντεργατικής πολιτικής των κυβερνήσεων Καραμανλή της περιόδου 1974-1980, όπου εκδηλώνεται η αντιφατικότητα, εντός μιας γενικής κατεύθυνσης ενίσχυσης του εργατικού εισοδήματος, ήταν η σύγκρουση με τα εργοστασιακά σωματεία και ο ν. 330/76.
21 Εμβληματικός νόμος στις εργασιακές σχέσεις των κυβερνήσεων Ανδρέα Παπανδρέου, θεωρείται ο ν. 1264/82, γνωστός εκείνα τα χρόνια και ως αντί-330.
22 Για την εξέλιξη των εργατικών αγώνων και των κυβερνητικών πολιτικών της περιόδου 1974-1989, βλ. Ν. Μανίκας, «Το εργοστασιακό κίνημα ’74-81: συνοπτικός απολογισμός» στο Ν. Μανίκας & Μ. Χαραλαμπίδης, Τετράδια των Συμβουλίων, εκδ. Αλέτρι, 1984· Α. Μητρόπουλος, Οι Εργασιακοί Θεσμοί στην Ελλάδα, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1985· Γ. Κουκουλές & Β. Τζαννετάκος, Συνδικαλιστικό Κίνημα 1981-1986. Η μεγάλη ευκαιρία που χάθηκε, εκδ. Οδυσσέας, 1986· X. Βερναρδάκης & Γ. Μαυρής, «Πάλη των τάξεων και κόμματα 1985-1987. Η κρίση εκπροσώπησης σε εξέλιξη», Θέσεις, τ. 22/1988· Γ. Καραμπελιάς, Κράτος και κοινωνία στη μεταπολίτευση. 1974-1988, εκδ. Εξάντας, 1989· Γ. Ραυτόπουλος, Κάποτε τα συνδικάτα, εκδ. Παπαζήση, 2011· Β. Ασημακόπουλος, Πρώτη φορά Αριστερά. Αντιθέσεις, αντιφάσεις, εσωτερικές συγκρούσεις στο ΠΑΣΟΚ την περίοδο 1974-1990 και οι βάσεις του πολιτικού μεταμορφισμού του, εκδ. A.P. Publications, 2017· Γ. Μπιθυμήτρης, «Μια ιδιότυπη σοσιαλδημοκρατική συνδικαλιστική ταυτότητα: ΠΑΣΟΚ και συνδικάτα από τη Μεταπολίτευση στην κρίση», στο Β. Ασημακόπουλος & Χ. Τάσσης (επιμ), όπ.π. · Πιπεργιάς Δ., Οι αγώνες που έπλασαν τον μύθο 1974-1993, εκδ. Λιβάνης, 2023.
23 Ομιλία Κυριάκου Μητσοτάκη, όπ.π.
24 Β. Ασημακόπουλος, Η ελληνική εργατική νομοθεσία, όπ.π.
25 Η ανάλυση που ακολουθεί αποτελεί μια ανασύνθεση της ανακοίνωσης του γράφοντος στο 1ο Θερινό Σχολείο που διοργάνωσε η Επιστημονική Εταιρεία Κοινωνικής Πολιτικής στον Άγιο Ευστράτιο, 11-14 Ιουλίου 2023. Τίτλος της ανακοίνωσης ήταν: Μαζική πολιτική και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Η περίοδος 1909-1915/20 σε συγκριτική προοπτική.
26 Αλτουσέρ Λ., Θέσεις, εκδ. Θεμέλιο, 1999· LaclaouE., Πολιτική και ιδεολογία στη Μαρξιστική Θεωρία, εκδ. Σύγχρονα Θέματα, 1983.
27 Για την τυπολογία του κόμματος στελεχών και του κόμματος μαζών, Κ. Ελευθερίου, Το Πολιτικό Κόμμα, εκδ. ΕΝΑ-Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών, 2021.
28 Σ. Μπέρμαν, Η πολιτική εξέλιξη της νεότερης Ευρώπης, εκδ. Δώμα, 2021· A. Lindemann, Ιστορία της νεότερης Ευρώπης, από το 1815 έως σήμερα, εκδ. Κριτική, 2014.
29 J-SMill, Αυτοβιογραφία, εκδ. Στοχαστής, 2018.
30 Β. Ασημακόπουλος, «Στοιχεία της ιστορικής εξέλιξης της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας», στο Χ. Τάσσης (επιμ.), Σοσιαλισμός και πολιτική εξουσία σήμερα, εκδ. Διόνικος, 2022.
31 Julian Jackson (επιμ.), Europe 1900-1945, Oxford University Press, ΟξφόρδηκαιΝέαΥόρκη 2002· Richard J. Evans, Η επιδίωξη της ισχύος. Ευρώπη 1815-1914, Αλεξάνδρεια, 2018.
32 Γ. Μηλιός, Ο ελληνικός κοινωνικός σχηματισμός. Από τον επεκτατισμό στην καπιταλιστική ανάπτυξη, εκδ. Κριτική, 2000: 383.
33 Μουζέλης Ν., Νεοελληνική κοινωνία-όψεις υπανάπτυξης, εκδ. Εξάντας, 1978.
34 Μ. Χαραλαμπίδης, «Εθνικά ζητήματα. Η ήττα της πολιτικής και της διανόησης», στο συλλογικό Πολιτιστικός Ιμπεριαλισμός, εκδ. Γόρδιος, 1997: 204.
35 Για το ελληνικό εργατικό κίνημα εκείνης της περιόδου, Μοσκώφ Κ., Εισαγωγικά στην ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης. Η διαμόρφωση της εθνικής και κοινωνικής συνείδησης στην Ελλάδα, εκδ. Καστανιώτης, 1988, Αξελός Λ., Γεώργιος Σκληρός. Η Ελλάδα στα χρόνια από την Ένωση των Επτανήσων έως τη Συνθήκη των Σεβρών, εκδ. Στοχαστής, 2023.
36 Ν. Ποταμιάνος, Η παραδοσιακή μικροαστική τάξη της Αθήνας. Μαγαζάτορες και βιοτέχνες 1880-1925, διδακτορική διατριβή στο Πανεπιστήμιο Κρήτης (Ι-Α τμήμα), Ρέθυμνο 2011.
37 Θ. Σακελλαρόπουλος, Θεσμικός μετασχηματισμός και οικονομική ανάπτυξη. Κράτος και οικονομία στην Ελλάδα 1830-1922, Εξάντας, 1991.
38 Σ. Ριζάς, 1909- Η μετάβαση της Ελλάδας στον 20 ό αιώνα, εκδ. Μεταίχμιο, 2019.
39 G. Hering., Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα 1821-1936, τ. Β΄, εκδ. ΜΙΕΤ, 2006, σ. 758.
40 Γ. Δαφνής, Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα, 1821-1961, εκδ. Κάκτος, σ. 106-107.
41 Γ. Βεντήρης, Η Ελλάς του 1910-1920, τ. 1ος, εκδ. Πυρσού, 1931, σ. 65-66.
42 Γ. Δαφνής, όπ.π.: 110-112.
43 Η. Νικολακόπουλος, Των εκλογών τα πάθη. Ψηφίδες της ελληνικής εκλογικής ιστορίας του 20 ού αιώνα, εκδ. Το Βήμα, 2023: 42-43.
44 Γ. Δαφνής, όπ.π.: 119.
46 Β. Ασημακόπουλος, «“Για το να λέμε την αλήθεια στην πολιτική” - Αλέξανδρος Παπαναστασίου-Δημοκρατικό Μανιφέστο - Μικρασιατικό Ζήτημα», Τετράδια Πολιτικού Διαλόγου Έρευνας και Κριτικής, τ. 81-82/2022.
47 Για τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις της περιόδου 1911-1920, εξαιρετική είναι συμβολή του Νικολάου Τσίρου, Η νομοθεσία του Ελευθερίου Βενιζέλου κατά την περίοδο 1911-1920 στα πλαίσια της μεταρρυθμιστικής του πολιτικής και στα κοινωνικοπολιτικά δεδομένα της εποχής, εκδ. Παπαζήση, 2013.
48 Σ. Στεφάνου, Ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Πρωτοπόρος της Κοινωνικής Πολιτικής και του «Κράτους Ευημερίας» εις τον Δυτικόν κόσμον, Αθήνα, 1969.
49 Δημαράς Α., «Προθέσεις των πρώτων κυβερνήσεων Βενιζέλου (1910-1913) στα εκπαιδευτικά», στο (συλλογικό) Μελετήματα γύρω από τον Βενιζέλο και την εποχή του, εκδ. Φιλιππότη, 1980.
50 Το έργο της κυβερνήσεως Βενιζέλου κατά την τετραετίαν 1928-1932, Αθήνα, 1932, σ. 179 επ.
51 Α. Ι. Συγγελάκης, «“Τη βραδιά που κάηκε η Σμύρνη έφυγες καράβι τσακισμένο”. Ο άθλος της υποδοχής και εγκατάστασης στην Ελλάδα των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής: Η περίπτωση της υγειονομικής περίθαλψης», Τετράδια Πολιτικού Διαλόγου Έρευνας και Κριτικής, τ. 81-82/2022.
52 Κ. Βεργόπουλος, Το αγροτικό ζήτημα στην Ελλάδα. Η κοινωνική ενσωμάτωση της γεωργίας, Εξάντας, 1975.
53 Σ. Στεφάνου (επιμ), Τα κείμενα του Ελευθερίου Βενιζέλου, εκδ. Λέσχη Φιλελευθέρων, τ. Α΄, 1981: 586.
54 Α.Σβώλος, Το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι και το δίκαιον των Σωματείων κατά το Σύνταγμα και τον περί σωματείων νόμων. Διατριβή επί διδακτορία του Δικαίου, Τυπογραφείο Πετράκου, 1915· Σ. Μουδόπουλος, «Ο νόμος 281/1914 για τα επαγγελματικά σωματεία και η επίδραση στην εξέλιξη του συνδικαλιστικού κινήματος», στο Γ. Θ. Μαυρογορδάτος & Χ. Χατζηιωσήφ (επιμ.), Βενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 1988.
55 Γ. Λεονταρίτης, «Το ελληνικό εργατικό κίνημα και το αστικό κράτος 1910-20», στο (συλλογικό) Μελετήματα... όπ.π.
56 Γ. Θ. Μαυρογορδάτος, «Βενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός», στο Γ. Θ. Μαυρογορδάτος & Χ. Χατζηιωσήφ (επιμ), όπ.π.: 15.
57 Γ. Κορδάτος, Ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, εκδ. Μπουκουμάνη, 1972: 307-308· Δ. Λιβιεράτος, Το ελληνικό εργατικό κίνημα, 1918-1923, εκδ. Καρανάσης, 1976: 28-29.
58 Ν. Τσίρος, όπ.π., σ. 100.
59 Α. Μπεναρόγια, Η πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, εκδ. Κομμούνα, 1986.
60 Γ. Καραμπελιάς, «Εισαγωγή» στο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, Εθνικισμός και Σοσιαλισμός - Πολιτικά Κείμενα, Εναλλακτικές Εκδόσεις, 2023: 15.
61 Α. Λιάκος, «Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και το Διεθνές Γραφείο Εργασίας», στο Γ. Θ. Μαυρογορδάτος- Χ. Χατζηιωσήφ (επιμ), όπ.π.
62 Δ. Καλιτσουνάκης & Ε. Herkner, Το εργατικόν ζήτημα, τ. Α΄: Εργατικόν ζήτημα και κοινωνική μεταρρύθμισης, εκδ. Ελευθερουδάκης, 1919.
63 Ι. Δ. Καποδίστριας, Η ερμηνεία του Εργατικού Δικαίου, 1937.
64 Σ. Κορώνης, Η εργατική πολιτική των ετών 1909-1918, εκδ. Παπαζήσης, 1944.