Η χαραυγή του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου κι εμείς

Βιβλιοκριτική του βιβλίου των Αλέξη Αλέκου και Σπύρου Σακελλαρόπουλου (2023), Ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου (1923-1944). Η χαραυγή του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου, Τόπος, Αθήνα. 1

του Νίκου Τριμικλινιώτη


Ζούμε σε ενδιαφέροντες καιρούς, ή συναρπαστικά χρόνια, όπως επέμενε ο μεγάλος μαρξιστής ιστορικός Έρικ Χόμπσμπαουμ λίγο πριν τον θάνατο του 2 – κι ας είναι καιροί δύσκολοι, επικίνδυνοι και γεμάτοι αντιφάσεις. Οι γενεές των αριστερών του 21ου αιώνα έχουμε μειωμένες προσδοκίες για το άμεσο μέλλον σε σύγκριση με τις επαναστατικές προσδοκίες των πρωτοπόρων κομμουνιστών που ίδρυσαν το κομμουνιστικό κόμμα, πριν από ένα αιώνα. 3 Τότε, η παγκόσμια εμβέλεια κι ακτινοβολία της Οκτωβριανής επανάστασης ήταν τέτοια που έφτανε σ’ όλες της άκρες του πλανήτη, με «το φάντασμα του κομμουνισμού» να πλανιέται, όχι μόνο «πάνω από την Ευρώπη», αλλά πάνω από τον κόσμο ολόκληρο. 4

Κι όμως σε αυτούς τους καιρούς υποχώρησης και ηττών για την Αριστερά και τη δημοκρατία και πολλαπλών κρίσεων του καπιταλισμού που παράγει μακάβρια φαινόμενα, εμφανίζονται ως αντίσταση στα νοσηρά συμπτώματα της εποχής μας, ιδέες κι έργα που μπορούν, υπό κάποιες περιστάσεις να αναγεννούν την ελπίδα και το όραμα, όπως το συνέλαβαν τότε, οι πρωτοπόροι. Στην Κύπρο υπάρχει μια σημαντική παραγωγή σκέψης, πολιτισμού και τέχνης στο πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα με ενδιαφέρον για την Αριστερά που προσφέρεται για αναστοχασμό και νέο νόημα στην ιστορία. Στη μεταπανδημική εποχή λοιπόν παρουσιάστηκε μια αναγέννηση της αριστερής σκέψης με σοβαρή παραγωγή έργου: πρόκειται για την ιστορία της Αριστεράς στο τρίγωνο Κύπρος-Ελλάδα-Τουρκία, 5 την ιστορία της τουρκοκυπριακής Αριστεράς, 6 την Κυπριακή συνείδηση-ταυτότητα, 7 όπως και τη γεω-οικονομική και κοινωνική ταυτότητα, αλλά και την ενδιαφέρουσα μετάφραση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου στα ελληνοκυπριακά. 8 Το βιβλίο των Αλέκου και Σακελλαρόπουλου ανήκει σε αυτή τη συνομοταξία.

Συμπληρώνονται εκατό χρόνια από την εμφάνιση των πρωτοπόρων κομμουνιστών, κατά την ύστερη περίοδο της βρετανικής αποικιοκρατίας στην Κύπρο, και υπάρχει ένα νέο ενδιαφέρον για την ιστορία και τις παρακαταθήκες του κομμουνισμού στη χώρα μας – εξ ου και τον ενδιαφέρον για τον σχολιαζόμενο τόμο. Από ό,τι γνωρίζω έγιναν στο παρελθόν τρεις απόπειρες να ετοιμαστεί και να δημοσιευτεί ένα κείμενο που να αποτελεί την επίσημη ιστορία του ΚΚΚ-ΑΚΕΛ. Πριν μια δεκαετία, ο Πρόεδρος της χώρας και για μια εικοσαετία ΓΓ του κόμματος, Δημήτρης Χριστόφιας, με συνείδηση του «πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία» 9 αλλά και του ότι δεν πρέπει να επιτραπεί στην ιστορία να γενεί «σιωπή», θέλησε να απαντήσει σε ειρωνικά σχόλια από ένα πανεπιστημιακό που είχε δηλώσει σε συνέδριο όπου ο πρόεδρος ήταν προσκεκλημένος, ότι η Αριστερά (δηλαδή το ΑΚΕΛ) είναι ανίκανη από μόνη της να γράψει την [δική της] ιστορία. 10 Ο Χριστόφιας ορθά υπογράμμισε την τεράστια συνεισφορά των κομμουνιστών από την εμφάνισή τους από τις αρχές της δεκαετίας του 1920, όπου διαδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο στα κυπριακά πολιτικά δρώμενα, στους αντιαποικιακούς αγώνες για ελευθερία, δημοκρατία και πολιτικά δικαιώματα, στους αγώνες των εργαζομένων για κοινωνική δικαιοσύνη, στους αγώνες για πρόοδο, ευημερία και πολιτιστική ανέλιξη του λαού. Στη συνέχεια, αφού ανέλαβε και μερίδιο της ευθύνης για το γεγονός ότι το κόμμα δεν κατάφερε να γράψει τη δική του ιστορία, εξηγεί ότι αυτό συνέβη «ίσως λόγω διαφόρων πολιτικών σκοπιμοτήτων ή και ιδεολογικών αγκυλώσεων που στάθηκαν εμπόδιο στην ιστορική επιστημονική έρευνα». 11 Έφτασε η ώρα, υποστήριξε, το κενό αυτό να καλυφθεί και η μελέτη των ιστορικών κι άλλων θεωρητικών θεμάτων που αφορούν την κυπριακή Αριστερά να λάβει την προσοχή που της αξίζει.

Παρά το ότι δεν υπάρχει ένα κείμενο ως η επίσημη ιστορία, υπάρχει σωρεία πηγών, μαρτυριών κι απομνημονευμάτων με εκδηλώσεις μνήμης και πολυάριθμες εσωτερικές διαλέξεις και σεμινάρια για την ιστορία του κομμουνισμού. Όμως απουσιάζει μια συστηματική «επίσημη» ιστορία ως τέτοια. Ανεπίσημα, δύο κείμενα και διάφορα άλλα υλικά που παρήχθησαν από τον Ρολάνδο Κατσιαούνη και άλλους, κυκλοφόρησαν μεταξύ των στελεχών ως «ανεπίσημη ιστορία» του κόμματος. Υπάρχουν πρόσφατες ενδιαφέρουσες δημοσιεύσεις στα αγγλικά για το ΚΚΚ που είναι χρήσιμες, αλλά ελλιπείς και παρουσιάζουν σημαντικά μεθοδολογικά προβλήματα. 12 Το βιβλίο των Αλέκου και Σακελλαρόπουλου είναι η πρώτη στα ελληνικά ολοκληρωμένη μελέτη της ιστορίας του ΚΚΚ από την ίδρυση μέχρι την τυπική διάλυση του κόμματος το 1944.

Η δομή του βιβλίου: Το 232σέλιδο βιβλίο περιλαμβάνει οκτώ κεφάλαια και έναν μικρό επίλογο. Επίσης ένα Παράρτημα πινάκων (με το πιο ενδιαφέρον από τα παραρτήματα να είναι ο κατάλογος των στελεχών, μελών και συμπαθούντων του ΚΚΚ, σύμφωνα με καταχώρηση της αποικιακής αστυνομίας: σελ. 218-220).
  • Μετά από μια σύντομη εισαγωγή (σελ. 11-13), το πρώτο κεφάλαιο εξετάζει τις ιστορικές, κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις από την εκχώρηση της Κύπρου στους Βρετανούς (1878) μέχρι τα πρώτα χρόνια του Μεσοπολέμου. Εκεί συζητούνται οι πολιτικές και διπλωματικές εξελίξεις και αναπτύσσεται μια προσέγγιση σε αυτό που οι συγγραφείς ονομάζουν «μια αργόσυρτη καπιταλιστική οικονομική ανάπτυξη» (σελ. 23-25), μια θέση για την οποία έχω ενστάσεις. Παρουσιάζονται ακροθιγώς οι όροι διαβίωσης των αγροτικών και εργατικών στρωμάτων και η οικονομική κρίση του 1929.

  • Το δεύτερο κεφάλαιο (σελ. 31-35) ασχολείται με την εμφάνιση των πρώτων κομμουνιστικών πυρήνων κατά τη δημιουργία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κύπρου (1919-1923) και τις βασικές θέσεις του νέου κόμματος. Τα αρχειακά στοιχεία εδώ είναι εξαιρετικά περιορισμένα, εξ ου και είναι μόλις τέσσερεις σελίδες το κεφάλαιο αυτό.

  • Το τρίτο κεφάλαιο (σελ. 39-55) τιτλοφορείται «Η πρώτη περίοδος του ΚΚΚ (1924-1926)» και εξετάζει τη γενική κομματική παρουσία του ΚΚΚ, τις θέσεις του ΚΚΚ για το «εθνικό θέμα» και τις παρεμβάσεις στα κοινωνικά μέτωπα και στις εκλογικές αναμετρήσεις. Στον μονοσέλιδο επίλογο οι συγγραφείς καταλήγουν στο ότι ενώ το ΚΚΚ εξέρχεται από μια αντιφατική περίοδο συνύπαρξης με τη σοσιαλδημοκρατία, η εμβέλεια του κόμματος είναι περιορισμένη στη Λεμεσό. Υπάρχουν περισσότερα στοιχεία για τη φάση αυτή, αλλά πάλι είναι περιορισμένες οι πηγές (16 σελίδες κείμενο).

  • Για το τέταρτο κεφάλαιο (σελ. 59-71) που ασχολείται με την περίοδο 1926-1930, η οποία είναι περίοδος θεσμοθέτησης, ωρίμανσης κι ανόδου του κόμματος, υπάρχουν περισσότερα στοιχεία, τα οποία εξετάζονται στο ίδιο μοτίβο.

  • Το πέμπτο κεφάλαιο (σελ. 75-106) τιτλοφορείται «Από την ανάληψη της ηγεσίας από τον Βάτη (Δεκέμβριος 1930) μέχρι και τα Οκτωβριανά». Πέραν των εξελίξεων σε οργανωτικό και πολιτικό επίπεδο (εκλογικές αναμετρήσεις και παρεμβάσεις), το βιβλίο καταπιάνεται με δύο εξαιρετικά σημαντικά ζητήματα: τις σχέσεις του ΚΚΚ με τους Τουρκοκυπρίους (σελ. 80-2) και με το ζήτημα της αντιπαράθεσης του ΚΚΚ με το Ενωτικό κίνημα και τις επιπτώσεις της (σελ. 82-7), πριν εξετάσει ακροθιγώς τα Οκτωβριανά (σελ. 99-104).

  • Το έκτο κεφάλαιο έχει ως αντικείμενο «Τα επακόλουθα των Οκτωβριανών: Η διαμάχη Βάτη – Σκελέα – Σέρβα (Νησιώτη) εντός της Γ΄ Διεθνούς».

  • Το έβδομο κεφάλαιο τιτλοφορείται «Η περίοδος μετά τα Οκτωβριανά και μέχρι την ανακήρυξη του Σέρβα στη θέση του Γενικού Γραμματέα» (σελ. 118-133). Είναι η περίοδος της «Παλμεροκρατίας» και της επικράτησης του πολιτικού αυταρχισμού, όπου η δράση του ΚΚΚ γίνεται δύσκολη με τις διώξεις κομμουνιστών.

  • Το όγδοο κεφάλαιο έχει τον τίτλο: «Από την ανάληψη της ηγεσίας από τον Σέρβα μέχρι την παραμονή της δημιουργίας του ΑΚΕΛ (1935-1941)» (σελ. 134-165). Οι συνθήκες κατά τη δεκαετία του 1930 μετά τα Οκτωβριανά είναι δύσκολες για το κόμμα που δουλεύει παράνομα. Υπό τον Σέρβα που επιστρέφει από τη Μόσχα υπάρχει αναδιοργάνωση, καθώς η πολιτική καταστολή συνεχίζεται, αλλά επιτρέπεται η συνδικαλιστική δράση, που δίνει μια τεράστια ευκαιρία στο κόμμα ως εκφραστή της εργατιάς να δράσει μέσα από τις συντεχνίες. Είναι μια περίοδος ανόδου του εργατικού κινήματος, μια στιγμή όπου υπάρχει αστυφιλία με μετανάστευση στις πόλεις, όπου αναπτύσσονται οι βιοτεχνίες και η συσσώρευση κεφαλαίου. Κατά την περίοδο αυτή έχουμε την απόφαση για ίδρυση ενός νόμιμου ευρύτερου κομματικού σχήματος που τελικά θα πάρει τη μορφή του ΑΚΕΛ. Σε αυτό το πλαίσιο υπάρχει η μετάβαση και η στροφή προς την αυτοδιάθεση, αυτοκυβέρνηση κι ένωση, ενώ σημαίνοντα ρόλο παίζει η στάση του κόμματος απέναντι στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου οι κομμουνιστές αναπτύσσουν τη λογική του ενιαίου αντιφασιστικού μετώπου. Οι συγγραφείς επανεξετάζουν τη σχέση του ΚΚΚ με τους Τουρκοκύπριους, χωρίς ωστόσο να την ενιαιοποιήσουν ή να εντάξουν το ζήτημα στην ευρύτερη συζήτηση για τον χαρακτήρα του ενιαίου μετώπου.

  • Τέλος με το ένατο κεφάλαιο με τίτλο «Από τη δημιουργία του ΑΚΕΛ στη διάλυση του ΚΚΚ» (σελ. 167-193) ολοκληρώνεται η αφήγηση στη βάση του εμπειρικού μέρους του βιβλίου που φτάνει μέχρι την τυπική αυτοδιάλυση του ΚΚΚ και τη συγχώνευση στο ΑΚΕΛ. Ειδική αναφορά γίνεται στην πρώτη μάχη Αριστεράς και Δεξιάς μετά τη δικτατορία του 1931, όπου το κόμμα πέτυχε εντυπωσιακά ποσοστά και ανέδειξε δύο δημάρχους, τον Πλουτή Σέρβα στη Λεμεσό και τον Αδάμ Αδάμαντος στην Αμμόχωστο. Σε αυτή τη φάση βλέπουμε τις συζητήσεις γύρω από το αίτημα της Ένωσης και τη σημαντική απόφαση της 16ης Ιουνίου 1943 της ΚΕ του ΑΚΕΛ για συμμετοχή των Κυπρίων στον αντιφασιστικό αγώνα, καλώντας τον λαό να συμμετάσχει στις βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις.

  • Στο τέλος, οι συγγραφείς παραθέτουν το συμπέρασμά τους, το οποίο ακολουθείται από ενδιαφέροντα βιογραφικά σημειώματα ηγετικών στελεχών του ΚΚΚ, παράρτημα πινάκων και βιβλιογραφία.

Το βιβλίο αποτελεί μια νέα απόπειρα καταγραφής κι ερμηνείας της ιστορίας του ΚΚΚ. Αποτελεί συνέχεια του σύντομου τόμου που επιμελήθηκαν ο Σπύρος Σακελλαρόπουλος και ο Μανώλης Χουμεριανός, που περιλαμβάνει μια εκτενή εισαγωγή, σχετικά με την ιστορία του κυπριακού κομμουνισμού που βασίζεται σε αρχειακά έγγραφα από τη Μόσχα, τα οποία περιέχουν καταθέσεις δύο κορυφαίων Κυπρίων κομμουνιστών κατά τη διάρκεια διαδικασιών ενώπιον της Τρίτης Διεθνούς το 1932. 13

Shape1 Αναφέρθηκα ήδη σε κρίσιμες πήγες που ήδη υπάρχουν, που είναι ωστόσο ελλιπείς. Υπάρχει μια τετρασέλιδη επιστολή προς την Κεντρική Επιτροπή του ΑΚΕΛ του Έλληνα βετεράνου κομμουνιστή και δημοσιογράφου Ορφέα Οικονομίδη (9/8/1976) περίπου 35 χρόνια μετά τα γεγονότα, καθώς και δύο σχετικά αδημοσίευτα κείμενα του ΑΚΕΛ: Πρώτο, το αδημοσίευτο κείμενο Δοκίμιο για την Ιστορία του ΚΚΚ-ΑΚΕΛ, εγκεκριμένο από την Κεντρική Επιτροπή του ΑΚΕΛ, που έγραψε ο Μίνως Περδίος το 1968, σύγχρονος και αρχικά στενός συνεργάτης του Πλουτή Σέρβα, αλλά ο οποίος αργότερα έγινε ένας από τους βασικούς του αντιπάλους στη Λεμεσό και έπαιξε βασικό ρόλο στην εκδίωξη του Σέρβα από τη θέση του Γενικού Γραμματέα μέχρι το 1945. Δεύτερη πηγή είναι το κείμενο Ιστορία του ΚΚΚ-ΑΚΕΛ, από τις αρχές του 20 ον αιώνα έως το 1985,που προοριζόταν να είναι η επίσημη ιστορία του κόμματος. Συντάχθηκε από ιστορικούς του κόμματος και εγκρίθηκε από την ηγεσία του Κόμματος, αλλά δεν δημοσιεύτηκε ποτέ, καθώς η ενδοκομματική αντιπαλότητα κατά την περεστρόικα, αλλά κυρίως η διάσπαση που ακολούθησε το 1990, προφανώς εμπόδισαν την απόπειρα να εξευρεθεί μια συναινετική προσέγγιση στην ιστορία του κόμματος. Οι δύο «ιστορίες» κυκλοφόρησαν άτυπα. Επίσης είναι σημαντική η μελέτη του Γιάννη Λεύκη (Γιάννης Παπαγγέλου, 1899-1991), Ρίζες, ο οποίος ήταν κομμουνιστής διανοούμενος με έδρα τη Λεμεσό και συμμετείχε στην ίδρυση του κομμουνιστικού κόμματος τη δεκαετία του 1920. Ενώ το κείμενο αυτό αποτελεί σημαντική πηγή, γράφτηκε περίπου 50 χρόνια μετά τα γεγονότα που εξιστορεί. Επίσης, έχουν δημοσιευτεί διάφορα απομνημονεύματα που είναι μεν πολύτιμες πηγές, αλλά και πάλι γράφτηκαν πολλά χρόνια αργότερα και είναι μάλλον επιλεκτικά λόγω αδυναμιών μνήμης, ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι, σκόπιμα ή μη, η μετέπειτα στάση των συγγραφέων καθορίζει το τι θυμούνται και τι ξεχνούν. Σημαντική είναι η μικρή μελέτη του ιστορικού Κώστα Γραικού, Η εξέγερση του Οκτώβρη και το ΚΚΚ. Πρόκειται για ένα σημαντικό κείμενο από έναν επαγγελματία ιστορικό που ήταν παράλληλα οργανικός διανοούμενος του κυπριακού συνδικαλιστικού κινήματος και της Αριστεράς.

Μέχρι πρόσφατα ήταν διαθέσιμα μόνο μια χούφτα κείμενα για τον κυπριακό κομμουνισμό στις δεκαετίες του 1920 και 1930. 14 Πρόσφατα εμφανίστηκαν κάποιες νέες μελέτες για τον εθνικισμό και τον κομμουνισμό, όπως αυτή του Γιάννου Κατσουρίδη. 15 Ωστόσο, η μεγάλη αδυναμία της είναι ότι αναπαράγει τους χαρακτηρισμούς περί των πρωτοπόρων κομμουνιστών στο Δοκίμιο για την Ιστορία του ΚΚΚ-ΑΚΕΛ του Περδίου. Ως αυθεντία επικαλείται κομμουνιστές ηγέτες της δεκαετίας του 1950, οι οποίοι ήταν ένθερμοι υποστηρικτές της στροφής του κόμματος προς την Ένωση τη δεκαετία του 1950 και οι οποίοι είχαν κάθε λόγο να υποτιμούν και να δυσφημούν τους πρωτοπόρους του κομμουνισμού. Αυτοί είναι οι ηγέτες που καθήλωσαν τον Σέρβα. Άκριτα ακολουθούν τη γραμμή του Περδίου. Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη το γεγονός ότι κατηγορούν τους κομμουνιστές πρωτοπόρους για «αριστερό σεχταρισμό» και «αντιμαρξισμό». Κι έτσι αναπαράγουν τα ίδια επιχειρήματα που προβάλλει ο Περδίος για «ανωριμότητα», «παρέκκλιση» και «χαμηλό μορφωτικό και ιδεολογικό επίπεδο». 16 Ωστόσο, απαιτείται μια πιο προσεκτική εξέταση για να εξηγηθεί η επαναλαμβανόμενη σκληρότητα της κριτικής και της καταδίκης των κομμουνιστών πρωτοπόρων από μεταγενέστερους κομμουνιστές ηγέτες. Πρέπει να εντοπίσουμε τη θέση του ΚΚΚ για το εθνικό ζήτημα στο πλαίσιο των μετατοπίσεων και στροφών της γραμμής της Κομιντέρν και άλλων κομμουνιστικών κομμάτων για το εθνικό και αποικιακό ζήτημα από τη δεκαετία του 1920 έως τη δεκαετία του 1940. 17

Οι Αλέκου και Σακελλαρόπουλος γενικά αποφεύγουν τέτοιους χαρακτηρισμούς, προτιμώντας να μεταφέρουν τι λένε οι πηγές τους που δεν διαφέρουν όμως και πολύ ως προς την κατεύθυνση της κριτικής που ασκούν. Φαίνονται να συμμερίζονται, έστω κι αν αποφεύγουν να το δηλώσουν ευθέως, την άποψη ότι η στάση του ΚΚΚ κατά τη δεκαετία του 1920-30 ήταν εσφαλμένη κι άτεγκτη, και εμπόδιζε το κόμμα να έχει απήχηση στις μάζες. Στις λίγες σελίδες όπου τοποθετούνται γενικά, θεωρούν ως κύριους υπεύθυνους την Κομιντέρν μέσα στο γενικότερο κλίμα της εποχής.

Σε αντίθεση με άλλες απόπειρες (π.χ. Κατσουρίδης) 18 που ακολουθούν μια θεματική προσέγγιση στην ιστορική αφήγηση, οι συγγραφείς επέλεξαν μια συνολική χρονολογική προσέγγιση, σε αυτό που ονομάζουν «ενιαία ιστορική αφήγηση». Κι αυτό γιατί τους επιτρέπει να παρουσιάσουν το πρόσθετο αρχειακό υλικό που μάζεψαν και αναλύουν, έτσι ώστε να επικεντρώνεται η ανάλυση αποκλειστικά στην ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου σε όλο το διάστημα της δράσης του (1923-1944).

Οι Αλέκου και Σακελλαρόπουλος προβαίνουν σε ενδελεχή εξέταση των πηγών με έμφαση στις τοπικές συζητήσεις και τα διλήμματα, στα πρόσωπα, τη δράση τους. 19 Ο πλούτος της δράσης αυτής των κομμουνιστών, η έμπνευση και η συνεχής δραστηριοποίησή τους αναδύεται από τα κείμενα στα οποία αναφέρονται. Κι όταν υπάρχουν νέα πρωτογενή τεκμήρια, ή μαρτυρίες αυτών που έχουν ζήσει στο μακρινό παρελθόν, δηλαδή μαρτυρίες αγωνιστών που ήταν ενήλικες πριν το 1944 (γεννημένοι πριν 100 χρόνια και βάλε), τότε αντιλαμβάνεστε τις δυσκολίες που υπάρχουν.

Είναι ασφαλώς υπαρκτός ο κίνδυνος, αν ένα κείμενο ιστορίας εστιάζει πρωτίστως σε επιμέρους γεγονότα με επίκεντρο της μελέτη τη δράση ατόμων (είτε από τη δικιά τους οπτική, είτε από τα έξω), χωρίς να τα εντάξει αυτά στο ευρύτερο πλαίσιο των δομημένων πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων κι αντιπαραθέσεων στο πλαίσιο μιας ιστορικής ανάλυσης, το κείμενο αυτό να μοιάζει περισσότερο με βιογραφία του κυπριακού κομμουνισμού παρά με ιστορία. Αυτό ίσως να είναι αναπόφευκτο, δεδομένης της ανάγκης να γίνει μια όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη καταγραφή των δεδομένων ως συμβάντων με αναφορά στις πηγές που τεκμηριώνουν την εξέλιξη των γεγονότων. Οι συγγραφείς προβαίνουν σε ενδελεχή αποδελτίωση των κομματικών εγγράφων, κειμένων θέσεων, δελτίων, μαρτυριών κι εφημερίδων της εποχής σε μια προσπάθεια καταγραφής της δράσης των προσώπων που διαδραματίζουν ρόλο στην ιστορία του κόμματος και του κινήματος: Πολλοί φίλοι και σύντροφοι θα βρουν το όνομα των παππούδων και γιαγιάδων τους, ή γνωστά κι άγνωστα πρόσωπα που έδρασαν κι έκαναν το κόμμα αυτό που έγινε. Έντονη παρουσία έχει επίσης το οργανωτικό-πολιτικό στοιχείο.



Κάποια σημεία κριτικής: Η στροφή στην Ένωση και το παιγνίδι ιδεολογικής και πολιτικής ηγεμονίας


Υπάρχουν ορισμένα θέματα ερμηνείας των συγγραφέων που οφείλω να σχολιάσω κριτικά.

Πρώτον, ενώ ιστορικά το βιβλίο αυτό είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον για τα εσωτερικά κυπριακά δεδομένα, θα ήταν γόνιμο αν λάμβανε υπόψη μια ευρύτερη ανασκόπηση των ιστορικών και ιστοριογραφικών αναζητήσεων, έτσι ώστε να ενταχθεί το κυπριακό πλαίσιο σε ένα περιφερειακό και παγκόσμιο πλαίσιο ανάλυσης του κομμουνισμού κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Χώρος υπήρχε εφόσον σε κάθε κεφάλαιο υπάρχει πάντα ένα τελευταίο κομμάτι που οι συγγραφείς ονομάζουν «συζήτηση», που είναι μία ή δύο σελίδες, ενώ ο επίλογος που ονομάζουν «συμπέρασμα» είναι μόλις τέσσερεις σελίδες. Μια τέτοια συζήτηση θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμη.

Δεύτερον, οι συγγραφείς έχουν δίκιο να σημειώνουν ότι η «εθνική απελευθέρωση» από την αποικιοκρατία περιέχει κρίσιμες ταξικές-κοινωνικές διαστάσεις. 20 Επίσης, ορθά θεωρούν άδικη την κριτική που ασκείται στο ΚΚΚ, στην (πολιτική) δίκη των Βάτη-Σκελέα στη Μόσχα το 1932: Η ίδια η Κομιντέρν άλλαζε θέσεις σε αυτή τη ρευστή περίοδο. Θεωρώ εντούτοις προβληματική την άποψη που κρίνει εκ των υστερών ως εσφαλμένη τη γραμμή των πρώτων κομμουνιστών. Πρόκειται για τη γραμμή που επικράτησε με τη στροφή κατά τη δεκαετία του 1940-1950, μια γραμμή που μέσα από τα συμφραζόμενά τους υιοθετούν οι συγγραφείς. Εξάλλου, αυτή τη γραμμή έχει και ο Γιαννάκης Κολοκασίδης, ο οποίος συμφωνεί με τους συγγραφείς που αποδέχονται την ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι το κόμμα δεν είχε την αναγκαία απήχηση στις μάζες, που δεν μπορούσαν να κατανοήσουν την τότε εναντίωση του κόμματος στην Ένωση. 21 Θεωρώ την άποψη αυτή εσφαλμένη όχι μόνο γιατί είναι προφανές ότι δικαιώθηκαν ιστορικά οι κριτικές τους προς τον ενωτισμό και τις συνέπειές του, που πρόβλεψαν ορθά τι θα ακολουθούσε. Υπάρχουν ατράνταχτα επιχειρήματα τα οποία οι κομμουνιστές πρόβαλλαν τότε, υπό τις περιστάσεις εκείνες, που καταδεικνύουν ότι αντιμετώπιζαν ορθά και διαλεκτικά τα δεδομένα της τότε εποχής. Τώρα αν γίνονταν σφάλματα τακτικής, ή αν θα ήταν προτιμότερη μια άλλη στάση ή ρητορική, αυτό μπορεί να ισχύει. Ωστόσο, η βασική γραμμή ήταν ορθή. Εξάλλου ακόμα κι όταν η γραμμή άλλαζε, αυτή διατηρούσε μια ρευστότητα, που αντικατόπτριζε τη ρευστότητα του γεωπολιτικού και κοινωνικού χώρου της χώρας: υπήρχαν διακριτές διαφορές ανάμεσα στην ένωση και την αυτοδιάθεση-αυτοκυβέρνηση, έστω κι αν υπήρχαν στιγμές ταύτισης της τελευταίας με τον ενωτισμό.

1. Ας δούμε την εποχή εκείνη. Ήδη αναφέρθηκα στο πλαίσιο: Κατάρρευση του παλιού κόσμου με τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και τη ρωσική επανάσταση, ενώ η μικρασιατική καταστροφή είχε δείξει τα ολέθρια αποτελέσματα της Μεγάλης Ιδέας: Η Ένωση ήταν το κυπριακό μέρος της Μεγάλης Ιδέας κι αυτή έγινε συντρίμμια: βία, θάνατοι, προσφυγιά. Οι αστοί που εκμεταλλεύονταν τους εργάτες και τους αγρότες, οι ενεχυροδανειστές και οι τοκογλύφοι που θησαύριζαν ως παράσιτα κι οδηγούσαν στην ακτημοσύνη τον κόσμο, πωλούσαν ψεύτικα λόγια μεγάλα για το έθνος και την ένωση. Η αποικιακή προσάρτηση και η φορολογία τσάκιζε τους Κυπρίους.

2. Η λογική του ενιαίου αντιιμπεριαλιστικού μετώπου ήταν ορθή, αλλά το ζήτημα είναι με ποιους όρους και ποιο προσανατολισμό; Την επαναστατική εποχή είχε σωστά εκφράσει το σύνθημα της ανεξαρτησίας στο πλαίσιο μιας Βαλκανικής Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Ομοσπονδίας, κι αυτό χωρούσε Ελληνοκύπριους (ε/κ) και Τουρκοκύπριους (τ/κ). Να μη ξεχνάμε ότι μιλάμε για μια περίοδο κοσμογονικών αλλαγών, κι ότι επαναστατικές προοπτικές υπήρχαν και στη μετα-οθωμανική Τουρκία, όπου υπήρχε έντονα το στοιχείο του ιακωβινισμού με τον κεμαλισμό της πρώτης περιόδου. 22 Υπήρχαν δυσκολίες στην προσέλκυση των τ/κ, όχι γιατί ήταν ως επί το πλείστον αμόρφωτοι ή περιορισμένοι στην αγροτική παραγωγή – γιατί πολλοί ήταν μορφωμένοι και για ιστορικούς λόγους μέρος της διοίκησης. Η άνοδος του κεμαλισμού, όπως είπα, κατά την πρώτη φάση ήταν ρευστή κι ανοικτή και προσέλκυε προοδευτικά στοιχεία που ήταν φιλικά και προς του ε/κ.

3. Όταν πλέον η επαναστατική αυτή προοπτική κατάρρευσε, η στροφή προς την ένωση ήταν μηδενικό άθροισμα: επέλεξαν ως συμμάχους τους ε/κ εθνικιστές κι ήταν αναπόφευκτο ότι στο ενιαίο μέτωπο δεν θα μπορούσαν να μπουν μαζικά οι τ/κ: Το ταξικό στοιχείο εδώ υποτάχθηκε στο εθνικιστικό κι έτσι διασπάστηκε και το συνδικαλιστικό κίνημα.

4. Γεωπολιτικά οι συσχετισμοί Τουρκίας-Ελλάδας δεν ήταν αυτοί που υπήρχαν κατά τις αρχές του 20ού αιώνα. Κι ο κόσμος που όδευε προς τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν εντελώς διαφορετικός

Ένα κενό στο βιβλίο που θα μπορούσε να επιλυθεί σε μελλοντική εργασία ή νέα έκδοση αποτελεί η απουσία αναφοράς και συζήτησης για τη δολοφονία του Αντώνιου Τριανταφυλλίδη, του κορυφαίου αυτού δικηγόρου, που διορίστηκε ως ένας εκ των 5 επιτρόπων του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου της Αποικίας (Advisory Council), όταν επέστρεφε από την Λάρνακα στο σπίτι του στη Λευκωσία στις 12 Ιανουαρίου του 1934. Κι ενώ οι φήμες οργίαζαν ότι «τιμωρήθηκε» από τους πρώην ομοϊδεάτες του, καθώς προηγούμενος ήταν σημαίνον στέλεχος της Εθνικής Ριζοσπαστικής Ένωσης Κύπρου (ΕΡΕΚ), για το γεγονός πως μετά τα Οκτωβριανά πέρασε στο «στρατόπεδο» των Άγγλων, και μάλιστα σε μια πολύ υψηλή θέση, κατηγόρησαν τους κομμουνιστές για τη δολοφονία. Μάλιστα, δώδεκα μήνες αργότερα ο Σταύρος Χριστοδούλου που θεωρείτο αριστερός και στέλεχος του ΚΚΚ κατηγορήθηκε για τη δολοφονία. Ωστόσο, δεν εμφανίστηκε κάποιο αποδεικτικό στοιχείο και έτσι αθωώθηκε. Η πολιτική κατά πάσα πιθανότητα αυτή δολοφονία παραμένει θέμα ταμπού τόσο για την κυπριακή κοινωνία, όσο και για τους ιστορικούς, και μια ψυχρή υπόθεση που κανείς δεν φαινόταν να ενδιαφέρεται να λύσει, πόσο μάλλον να διερευνήσει δημόσια, μέχρι που ο Κύπριος ιστορικός Αντρίκος Βαρνάβα την άνοιξε με μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα έρευνα που δημοσίευσε. 23 Για τους σκοπούς όμως της παρούσας παρουσίασης, θέτω ένα βασικό ζήτημα: Οι κομμουνιστές που για τη μετέπειτα ιστοριογραφία είχαν δήθεν ηττηθεί και εξαφανιστεί μέχρι που ήρθε ο Σέρβας για να αναδιοργανώσει την Αριστερά, αποτελούσαν αρκετά ισχυρή απειλή για τους Βρετανούς αποικιοκράτες και τους αστούς πολιτικούς που σκηνοθέτησαν αυτή τη σκευωρία, η οποία ασφαλώς δεν μπορούσε να τεκμηριωθεί.


***


Το βιβλίο των Αλέκου και Σακελλαρόπουλου προσφέρει τη δυνατότητα να αναστοχαστούμε σχετικά με την ιστοριογραφία του κυπριακού κομμουνισμού. Εξετάζει κριτικά τις δυσκολίες της κυπριακής Αριστεράς να γράψει και να αξιολογήσει τη δική της πρώιμη ιστορία του κυπριακού κομμουνισμού, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες και την ανάθεση σε ιστορικούς να γράψουν μια επίσημη ιστορία.

Ο κομμουνισμός στην Κύπρο εμφανίστηκε στον απόηχο της Ρωσικής Επανάστασης κατά την ύστερη περίοδο της βρετανικής αποικιοκρατίας στην Κύπρο, μορφοποιήθηκε ως κόμμα στον απόηχο της μικρασιατικής καταστροφής και της παγκόσμιας κρίσης στα τέλη της δεκαετίας του του 1920 και δραστηριοποιήθηκε και μεγεθύνθηκε ως δύναμη που φόβισε τους αποικιοκράτες, τους αστούς και την εθνικοφροσύνη υπό τον «τσουππέ» της εκκλησίας, ακριβώς πριν τα Οκτωβριανά του 1931. Η ηγεμονική εθνικιστική ιστοριογραφία έχει συκοφαντήσει την Αριστερά και τον ρόλο της στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, επειδή οι κομμουνιστές στις δεκαετίες του 1920 και 1930 αντιτάχθηκαν στην Ένωση με την Ελλάδα.

Παγκοσμίως, η νέα ιστοριογραφία των κριτικών μετααποικιακών σπουδών επανεξετάζει τις ιστορικές συζητήσεις για τον αντι-αποικισμό στην Κύπρο: στην εθνικιστική ιστοριογραφία το «κοινωνικό ζήτημα» υποτάχθηκε στο «εθνικό ζήτημα», αντί να γίνεται αντιληπτό το «εθνικό ζήτημα» ως πτυχή του κοινωνικοπολιτικού ζητήματος εντός των επαναστάσεων των αποικιοκρατούμενων λαών. Αυτή η κριτική τάση έχει θέσει τη συζήτηση σε διαφορετική από την εθνικιστική βάση παγκοσμίως, 24 ενώ έχει ήδη τεθεί κατά συγκεκριμένο τρόπο σε σχέση με την ιστορία της Αριστεράς στο τρίγωνο Κύπρος-Ελλάδα-Τουρκία. Σε διεθνές επίπεδο, νέες σημαντικές μελέτες ρίχνουν φως εξετάζοντας τη σχέση μεταξύ της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Κομιντέρν) και του λεγόμενου Παγκόσμιου Νότου, 25 αναφορικά με τη σχέση των επαναστατικών κομμάτων και κινημάτων και της Μόσχας. Όπως επισημαίνουν οι PaoloCapuzzo και AnneGarlandMahler,


«Η προσέγγιση αυτής της ιστορίας από μια πιο αποκεντρωμένη προοπτική μπορεί να αμφισβητήσει την επικρατούσα αφήγηση για την Κομιντέρν, η οποία συχνά αντιμετώπιζε τις συνδεδεμένες οργανώσεις σαν να ακολουθούσαν πιστά τις οδηγίες της Μόσχας. Αντίθετα, οι κομμουνιστές στον Παγκόσμιο Νότο συχνά αγνοούσαν τις οδηγίες της Μόσχας ή τις εφάρμοζαν με πιο ριζοσπαστικούς τρόπους από ό,τι τους υποδείχθηκε. Η ιστορία της Κομιντέρν έχει χαρακτηριστεί ως “μια άλυτη συζήτηση μεταξύ αυτού που μπορεί να ονομαστεί ιστορία ‘από πάνω’ και ‘από κάτω’”». 26



Ενώ υπάρχει συναρπαστική επιστημονική έρευνα που καταδεικνύει τις διαδικασίες των διαφορετικών εκδοχών ενός εξαιρετικά αμφισβητούμενου ιδεολογικού αγώνα σχετικά με τους στόχους, τη στρατηγική, την τακτική και τα μέσα για την εθνική απελευθέρωση, η εθνικιστική ιστοριογραφία έχει επιβάλει έναν ζουρλομανδύα που εμποδίζει τέτοιες γνώσεις να εισχωρήσουν σωστά στη δημόσια ιστορία, τα σχολικά εγχειρίδια και την επίσημη ιστοριογραφία. Αυτό έχει δημιουργήσει ένα εθνικό ιδεολογικό πλαίσιο που έχει καταστήσει τις ιστορικές συζητήσεις που αμφισβητούν την κυρίαρχη αφήγηση σχεδόν αδύνατες στη δημόσια ιστορία. Παρ’ όλα αυτά, το πεδίο έχει πλέον ανοίξει ευρέως, καθώς νεότεροι μελετητές στον ακαδημαϊκό χώρο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αμφισβητούν τις παραδοχές, που έχουν παγιωθεί, επαναπροσδιοριστεί και μετατραπεί σε «ιερές αγελάδες» του έθνους. Η σημερινή ασυμφωνία και πόλωση έχει δημιουργήσει νέους χώρους και έχει προικίσει με νέο σθένος τις συζητήσεις για την ιστορία της Αριστεράς στη χώρα. Οι συζητήσεις αυτές όμως δεν αφορούν απαραίτητα το παρελθόν· αφορούν κυρίως το παρόν που διαβάζει το παρελθόν για να φωτίσει το μέλλον. Ο Γκράμσι είναι σαφέστατος:


«[…] γράφω την ιστορία ενός κόμματος δε σημαίνει τίποτε άλλο παρά ότι γράφω τη γενική ιστορία μιας χώρας από μιαν άποψη μονογραφική, για να προβληθεί μια χαρακτηριστική της πλευρά. Ένα κόμμα θα έχει μεγαλύτερη ή μικρότερη σημασία και βάρος στο μέτρο ακριβώς που η ιδιαίτερη δραστηριότητά του θα έχει βαρύνει περισσότερο ή λιγότερο στον καθορισμό της ιστορίας μιας χώρας». 27


Η πολύ συμπυκνωμένη ρήση του μεγάλου Ιταλού μαρξιστή αντιστοιχεί και στην περίπτωση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κύπρου. Δεν μπορεί να γίνει κατανοητή η πορεία του συγκεκριμένου, αλλά και οποιουδήποτε άλλου, κόμματος αν δεν ενταχθεί στο κοινωνικο-πολιτικό πλαίσιο της χώρας της οποίας δραστηριοποιείται.

Σήμερα, ένα αιώνα μετά την εμφάνισή του στη χώρα, αρχίσαμε να το παίρνουμε στα σοβαρά και ιστορικά. Από τους νέους και τους παλιούς ιστορικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς επιστήμονες, αναμένουμε κι άλλα.

1 Το κείμενο βασίζεται στην παρουσίαση του βιβλίου που διοργανώθηκε από το ΑΚΕΛ στη Δημοσιογραφική Εστία, Λευκωσία 16 Μαΐου 2023.

2 Αναφέρομαι στην πραγματικά ενδιαφέρουσα αυτοβιογραφία του: Interesting Times: A Twentieth-century Life, που μεταφράστηκε ως Συναρπαστικά χρόνια: μια ζωή στον 20 ό αιώνα, μτφρ. Σταματίνα Μανδηλαρά, εκδ. Θεμέλιο. Ο Hobsbawm έφυγε από τη ζωή το 2012 σε ηλικία 95 ετών.

3 Όπως εύστοχα διαπιστώνει ο DanielBensaïd στην αυτοβιογραφία του, An Impatient Life : A Memoir, Verso.

4 Enzo Traverso, Επανάσταση: Διανοητική και Πολιτισμική Ιστορία, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2023.

5 Νίκος Χριστοφή (επιμ.), Μεταξύ έθνους και τάξης: Αριστερές και Κυπριακό, 1920-1970, Θεσσαλονίκη, εκδ. Ψηφίδες, 2022, και Σπύρος Σακελλαρόπουλος - Μανώλης Χουμεριανός - Η εξέγερση του 1931, η στάση του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου και η Τρίτη Διεθνής. Μέσα από τα επίσημα έγγραφα της Κομμουνιστικής Διεθνούς, Τόπος, Αθήνα, 2021.

6 Νίκος Μούδουρος, Διεκδικώντας την πατρίδα. Η τουρκοκυπριακή αντιπολίτευση την περίοδο 1964-2004, Ψηφίδες, 2022.

7 Αντρέας Παναγιώτου, Νίκος Μούδουρος, Άννα Μισιαούλη (επιμ.), Ανθολογία ιστορικών κειμένων και αναλύσεων για την εξελικτική πορεία των θέσεων για τον Κυπροκεντρισμό την Κυπριακή Συνείδηση την Κυπριακή ταυτότητα και τον Κυπριωτισμό, Νεοκυπριακός Σύνδεσμος, Λευκωσία, 2021.

8 Καρλ Μαρξ και Φρίντριχ Ένγκελς, Το κουμμουνιστικόν μανιφέστον, μετάφραση Ιάκωβος Χ΄Πιερής, επιστημονική επιμέλεια-επίμετρον Τζιοβάννης Γεωργάκης, 2023.

9 Αναφορά στο βιβλίο του Δημήτρη Χριστόφια, Πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία (Λευκωσία, 2016), ο τίτλος του οποίου είναι εμπνευσμένος από το ποίημα «Ρόζα» του Άλκη Αλκαίου (1976), μελοποιημένο από τον Θάνο Μικρούτσικο το 1996.

10 Συνέδριο με θέμα «Η κυπριακή αριστερά στην πρώτη περίοδο της βρετανικής αποικιοκρατίας», που συνδιοργανώθηκε από το Ινστιτούτο Ερευνών Προμηθέας και το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, Απρίλιος 2012. Αυτό οδήγησε στο βιβλίο των Γιώργου Γεωργή και Γιάννου Κατσουρίδη, Η Κυπριακή Αριστερά στην Πρώτη Περίοδο της Βρετανικής Αποικιοκρατίας: Ανάδυση, συγκρότηση, εξέλιξη, σε επιμέλεια Ταξιδευτή, Αθήνα 2013. Σχόλια από τον κοσμήτορα της Σχολής Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, αναπληρωτή καθηγητή, Γιώργο Καζαμία.

11 «Χριστόφιας: Συνεχής και Πολύπλευρη η Παρουσία της Αριστεράς», Καθημερινή, 24 Απριλίου 2012, https://www.kathimerini.com.cy/gr/politiki/86978/?ctype=ar

12 Σε αυτά έχω αναφερθεί άλλου· βλ. Νίκος Τριμικλινιώτης, «Σπύρος Σακελλαρόπουλος – Μανώλης Χουμεριανός, Η Εξέγερση του 1931, η Στάση του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου και η Γ΄ Διεθνής. Mέσα από τα Επίσημα Έγγραφα της Κομμουνιστικής Διεθνούς », Βιβλιοκριτική, Θέσεις, τ. 159, Μάιος - Ιούνιος 2022: 145-153· Νίκος Τριμικλινιώτης, «Επίμετρο – Ο Αντιαποικιακός Αγώνας, το Εθνικό Ζήτημα και η Αριστερά στις Αρχές του 20ού Αιώνα», σε Νίκος Χριστοφής (επιμ.) Μεταξύ έθνους και τάξης: Αριστερές και Κυπριακό, 1920-1974, Θεσσαλονίκη, Ψηφίδες 2022· Νίκος Τριμικλινιώτης, «Ξαναδιαβάζοντας το Κυπριακό Ζήτημα στο Τρίγωνο Κύπρου-Ελλάδας-Τουρκίας: Ο Αντιαποικιακός Αγώνας, το Εθνικό Ζήτημα και η Αριστερά από τον 20ό στον 21ο Αιώνα», Θέσεις, τ. 160, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2022: 117-153.

13 Είχαν κληθεί να δικαιολογήσουν τον ρόλο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του 1931.

14 Αποικιακή Κυβέρνηση της Κύπρου, Ο κομμουνισμός στην Κύπρο (Λευκωσία, 1955) που εκπονήθηκε από την Κυπριακή Επιτροπή Πληροφοριών. T. W. Adams, AKEL: The Communist Party of Cyprus (Stanford: Hoover Institution Press, 1971). George C. Fidas, “The Evolution of Cypriot Communism”, Studies in Comparative Communism, 6:1/2 (Spring/Summer 1973). Heinz A. Richter, “Die Kommunistische Partei Zyperns 1926 -1944”, THETIS 3 (1996), σ. 207-216. Yiorghos Leventis, “The Politics of the Cypriot Left in the Inter-War Period”, Synthesis: Review of Modern Greek Studies, 2:1 (1997), σσ. 1-15. Heinz A. Richter (2003), “The Cypriot Communist party and the Comintern”, The Cyprus Review, Vol. 15 No. 1 (2003), σ. 99-119, https://cyprusreview.org/index.php/cr/article/view/396/351. Alexios Alecou, Communism and Nationalism in Postwar Cyprus, 1945-1955, Palgrave/McMillan, 2016.

15 Εστιάζοντας στην πρώιμη περίοδο, ο Γιάννος Κατσουρίδης δημοσίευσετο 2014 ένα βιβλίο στα αγγλικά, με τίτλο The History of the Communist Party in Cyprus : Colonialism, Class and the Cypriot Left ( Η ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος στην Κύπρο. Αποικιοκρατία, τάξη και κυπριακή Αριστερά), I. B. Tauris, Λονδίνο, 2014. Η μελέτη περιέχει πτυχές της ιστορίας άγνωστες σε πολλούς εκτός από εκείνους που έχουν πρόσβαση σε υλικά της ιστορίας του κόμματος και του κινήματος.

16 Υ. Katsourides, όπ.π., σ. 106-108.

17 Βλέπε Robert J.C. Young, Postcolonialism: Α Historical Introduction. Οξφόρδη: Blackwell, 2001 και Anne Garland Mahler & Paolo Capuzzo (επιμ.), The Comintern and the Global South, Routledge, 2023.

18 Υ. Katsourides, όπ.π.

19 Αναφέρομαι σε εξέταση αρχείων, εφημερίδων κι εντύπων της εποχής, μαρτυρίες κι απομνημονεύματα.

20 Σε βιβλιοπαρουσίαση που είχα κάνει για το βιβλίο των Σακελλαρόπουλου και Χουμεριανού, είχα εντοπίσει το εξής: «Φαίνεται να υπερεκτιμούν τα επαναστατικά ή προοδευτικά στοιχεία του αιτήματος της Ένωσης στην περίπτωσης της Κύπρου. Χωρίς να το δηλώνουν, φαίνεται να κατανοούν το σύνθημα της Ένωσης ως επίλυση του εθνικού ζητήματος στην Κύπρο, περίπου όπως έγινε και με άλλα ελληνικά νησιά που ενώθηκαν στην πορεία με την Ελλάδα μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας». Βλ. Νίκος Τριμικλινιώτης «Σπύρος Σακελλαρόπουλος – Μανώλης Χουμεριανός, Η Εξέγερση του 1931, η Στάση του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου και η Γ΄ Διεθνής. Mέσα από τα Επίσημα Έγγραφα της Κομμουνιστικής Διεθνούς », Βιβλιοκριτική, Θέσεις, τ. 159, Μάιος - Ιούνιος 2022: 152.

21 Παρουσίαση του βιβλίου από τον Γιαννάκη Κολοκασίδη, πρόεδρο του ΔΣ του ΠΡΟΜΗΘΕΑ, ιστορικό και βετεράνο, στέλεχος του ΑΚΕΛ, στην ίδια εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου.

22 Ο Eren Duzgun στο βιβλίο του Capitalism, Jacobinism and International Relations : Revisiting Turkish Modernity, Cambridge University Press, 2022, εξετάζει τη διαδρομή του ιακωβινισμού στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την Τουρκία. Υποστηρίζει ότι μέχρι τη δεκαετία του 1950, το οθωμανικό/τουρκικό πείραμα με τη νεωτερικότητα δεν σημαδεύτηκε από τον καπιταλισμό, αλλά από έναν ιστορικά συγκεκριμένο ιακωβινισμό. Ο ισχυρισμός για την ύπαρξη αυτής της ιακωβινικής κληρονομιάς οδηγεί στη συνέχεια σε μια νέα ερμηνεία της επακόλουθης αυταρχικής εδραίωσης του καπιταλισμού στη σύγχρονη Τουρκία.

23 AndrekosVarnava, Assassination in Colonial Cyprus in 1934 and the Origins of EOKA : Reading the Archives against the Grain, Anthem Press, 2021, https://doi.org/10.2307/j.ctv1g13k0v. Βλ. επίσης Ν. Τριμικλινιώτης, Μια Πολιτική Δολοφονία στην αποικιακή Κύπρο το 1934 και οι απαρχές της ΕΟΚΑ, Κριτική του βιβλίου τουΑνδρίκου Βαρνάβα, Πολιτική Δολοφονία στην αποικιακή Κύπρο το 1934 και οι απαρχές της ΕΟΚΑ, 2022, http://thetrim1.blogspot.com/2022/08/1934.html

24 Βλ. Robert J. C. Young, Μετααποικιακή θεωρία, Μια ιστορική εισαγωγή, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2007.

25 Anne Garland Mahler & Paolo Capuzzo (επιμ.), The Comintern and the Global South, Routledge, 2023.

26 Anne Garland Mahler & Paolo Capuzzo, «Εισαγωγή», σε Anne Garland Mahler & Paolo Capuzzo όπ.π., σ. 7.

27 Αντόνιο Γκράμσι, Για τον Μακιαβέλη, για την πολιτική και για το σύγχρονο κράτος, μτφ. Κώστας Φιλίνης, Αθήνα: Ηριδανός, 1974: 43-44.