Η ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

Οι επέτειοι είναι μια απλή σύμβαση. Και με την έννοια αυτή συμβατική είναι η ανάγκη να μιλήσουμε για την ιστορία και την πορεία των Θέσεων τα τελευταία 20 συνεχή έτη στη θεωρητική και πολιτική συγκυρία της Ελλάδας. Και να προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε τον λόγο για τον οποίο μια θεωρητική και πολιτική απόπειρα που ξεκίνησε πρωτοβουλιακά το 1982 απέκτησε διάρκεια και τεκμηρίωσε μια αξία. Αξία που -αν μη τι άλλο-- εκφράστηκε και από τη δυνατότητα του περιοδικού να εντοπίσει και να κατοχυρώσει μια αγορά που του επέτρεψε να επιβιώσει αυτές τις δυο δεκαετίες. Σε μια χρονική περίοδο μάλιστα που σε κάθε περίπτωση δεν χαρακτηρίστηκε από γραμμικότητα και ομαλή εξέλιξη για τα ζητήματα που πραγματεύεται το περιοδικό, μια περίοδο σημαντικών κοινωνικών, πολιτικών και ιδεολογικών ανατροπών. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να ανιχνεύσουμε αυτή την ιδιομορφία του περιοδικού, η οποία φάνηκε να το κρατά στον αφρό του κύματος όλα αυτά τα χρόνια.

Η ιστορία

Το περιοδικό όρισε με σαφήνεια από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε το θεωρητικό στίγμα του, το οποίο και σεβάστηκε με αυστηρότητα σε όλη την μετέπειτα εξέλιξή του. Οι Θέσεις ήταν και είναι μια συγκροτημένη παρέμβαση που αναφέρεται στη μαρξιστική θεωρία και τη λενινιστική παράδοση. Οι Θέσεις θεώρησαν από την ίδρυσή τους ότι αυτή η καταστατική οριοθέτηση, η οποία τότε φάνταζε εντελώς συμβατική για τους κοινούς τόπους της Αριστεράς, αποτελούσε μια εξαιρετικά συγκεκριμένη και αυστηρά ορισμένη στρατηγική επιλογή που διαφοροποιούσε το περιοδικό και τις απόψεις του από κάθε όμοια απόπειρα είχε γίνει ή έμελλε να γίνει στον χώρο της μαρξιστικής και κομμουνιστικής Αριστεράς. Από τη φύση της η τοποθέτηση αυτή είχε δυο ακρογωνιαίους λίθους:
? την έννοια του τρόπου παραγωγής και ειδικότερα την ανάλυση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής με βάση τα ώριμα έργα του Μαρξ και ειδικότερα το Κεφάλαιο,
? την έννοια του κοινωνικού σχηματισμού που περιλαμβάνει όχι απλώς διάφορους τρόπους παραγωγής υπό την κυριαρχία του δεσπόζοντος κατά το πρότυπο μιας δομής με ορίζουσα, αλλά και μια ιδιαίτερη ιστορία.
Τα δυο αυτά στηρίγματα στις θεωρητικές περιπλανήσεις του περιοδικού ανάγκασαν τις Θέσεις να ακολουθήσουν μια εξαιρετικά γόνιμη -όπως αποδείχτηκε-- και αναγκαία -παρά το γεγονός ότι πολλοί την στιγμάτισαν ως αρχειακή-- αναζήτηση που περιέλαβε τις ακόλουθες θεωρητικές τροχιές:
? Επιστροφή στον Μαρξ και τους άλλους κλασικούς όχι ως άλλη μια "κριτική σχολή", αλλά ως "ενδεικτική (συμπτωματική) ανάγνωση" (Αλτουσέρ), η οποία αποτέλεσε το σημείο εκκίνησης, και στη συνέχεια τροφοδότησε και εμβάθυνε περισσότερο βασικές φιλοσοφικές θέσεις του περιοδικού. Από αυτή τη συνεχή αναδραστική κίνηση προέκυψαν σταδιακά και ενισχύθηκαν στην πορεία οι "θεωρητικές εμμονές" του περιοδικού.
? Συνεχής και έμμονη ανάλυση της συγκυρίας, με σκοπό τη συναγωγή από αυτήν των "φάσεων", των "ιστορικών περιόδων", των θεμελιωδών και κυρίαρχων ή των δευτερευουσών αντιφάσεων που κινούν την ιστορική εξέλιξη. Αυτή η προσέγγιση έφερε το περιοδικό στον αντίποδα των "νομοτελειών" που προπαγάνδιζαν οι κάθε λογής απολογητές "φυσικών τάξεων πραγμάτων".
? Απόσταση και αποστασιοποίηση από τη συγκεκριμένη Αριστερά της εκάστοτε συγκυρίας, γιατί οι Θέσεις ουδέποτε υπήρξαν ούτε θέλησαν να γίνουν "βήμα διαλόγου" ή θεωρητικός βραχίονάς της. Η απόσταση αυτή επέτρεψε στο περιοδικό να εστιάσει την κριτική του σε συγκυριακές όψεις και καταστατικά στοιχεία της Αριστεράς, τα οποία η πρωτοκαθεδρία του "διαλόγου" και οι επιταγές της "ενότητας" συστηματικά και μονίμως συσκότιζαν.

Οι θεωρητικές "εμμονές"

Η θεωρητική παρέμβαση των Θέσεων έχει ως στόχο την ανάδειξη του βασικού πυρήνα των καπιταλιστικών σχέσεων εξουσίας εν γένει, αλλά και στην Ελλάδα ειδικότερα. Για το λόγο αυτό βρέθηκαν από τον πρώτο κιόλας καιρό στο στόχαστρό τους τα κυρίαρχα αριστερά ιδεολογικά ρεύματα της περιόδου και οι θεωρητικές καταβολές τους, που συντηρούσαν και αναπαρήγαγαν την καχεξία του Μαρξισμού (δηλαδή την κυριαρχία της αστικής ιδεολογίας στο λόγο της αριστερής σκέψης). Μερικά από τα κύρια ζητήματα στα οποία έστρεψαν το αναλυτικό ενδιαφέρον τους και τη σχετική κριτική οι Θέσεις ήταν τα ακόλουθα:
? Η τριτοδιεθνιστική παραχάραξη βασικών μαρξιστικών θέσεων και η αντικατάστασή τους με θεωρίες που ταύτιζαν την (αποπροσωποποιημένη) πάλη των τάξεων με τη σύγκρουση του (αταξικού) "λαού" είτε με τα "μονοπώλια" (που αρνούνταν την αποδοχή των κανόνων που τα ίδια είχαν θεσπίσει), είτε με κάποια "εγκληματικά" αστικά στοιχεία (που αρνούνταν τη "σοσιαλιστική νομιμότητα"). Πυρήνας αυτής της συγκροτημένης τάσης ήταν η θεωρία του Κρατικομονοπωλιακού Καπιταλισμού και βασικές θεωρητικές/ιδεολογικές συνιστώσες συγκρότησης ήταν --και είναι ακόμη και σήμερα-- ο θεωρητικός ανθρωπισμός, η αστική νομική ιδεολογία και ο οικονομισμός.
? Η συγκρότηση σε θεωρητικό σχήμα ενός τρόπου ερμηνείας του ελληνικού, αλλά και άλλων καπιταλιστικών κοινωνικών σχηματισμών με βάση τις "θεωρίες" της "εξάρτησης" και της "υπανάπτυξης", οι οποίες αποτελούν την κυρίαρχη έκφανση, στο χώρο της θεωρίας, της συνολικής (ιδεολογικής - πολιτικής - οργανωτικής) κρίσης της Αριστεράς και της οριστικής παραίτησής της από την αντικαπιταλιστική στρατηγική. Μέσα από αυτή την κριτική έγινε δυνατό να δειχθεί ότι το θεωρητικό δίπτυχο "εξάρτηση" και "υπανάπτυξη" συνιστά προϋπόθεση για την απολογητική ρητορεία υπέρ του "σωστού" καπιταλισμού: Αντικαθιστώντας την πάλη των τάξεων με την "πάλη των εθνών" και αντιπαραθέτοντας την "ανάπτυξη" στην "υπανάπτυξη" εκθειάζει την "ολόπλευρη" (καπιταλιστική) ανάπτυξη, την οικονομική σταθερότητα (της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης), την (καπιταλιστική) ομαλότητα, την (καπιταλιστική) νομιμότητα. Μετά την κατάρρευση του "υπαρκτού σοσιαλισμού", το ρεύμα αυτό, απονευρωμένο και απομαζικοποιημένο, τείνει να συγχωνευτεί με τον κοινό "λαϊκό" εθνικισμό, που στηρίζεται στις αντιδραστικές ιδεολογίες περί νεοελληνικής "ιδιοπροσωπίας", "ορθόδοξης ταυτότητας", περιούσιου ελληνικού λαού που αδικείται συστηματικά από τη "Δύση" κ.ο.κ. Οι Θέσεις αισθάνονται υπερήφανες που από τα πρώτα τεύχη τους είχαν εντοπίσει και είχαν στρέψει την πολεμική τους στις αντιδραστικές αυτές ιδεολογίες, που από τις αρχές της δεκαετίας του '80 διείσδυαν ταχύτατα στην Αριστερά.
? Η αδυναμία κατανόησης ακόμη και των θεμελιωδών συστατικών στοιχείων του καπιταλισμού, ως αποτέλεσμα των συνεχών θεωρητικών ακροβασιών και της αντικατάστασης μαρξιστικών ερμηνευτικών σχημάτων από ολοένα και περισσότερο σχηματικές καρικατούρες "σοσιαλιστικής θεωρίας". Μια -αρκετά σημαντική, καθότι διαδεδομένη και "προφανής"-- ήταν η θεωρία της "νομοτελειακής κατάρρευσης και προχωρημένης σήψης του καπιταλιστικού συστήματος" και της σχετικής ερμηνευτικής προσέγγισης του φαινομένου των καπιταλιστικών κρίσεων. Οι Θέσεις ανάλωσαν σημαντική προσπάθεια στην επιστημονική προσέγγιση και ερμηνεία των κρίσεων και ιδιαίτερα της μακράς κρίσης υπερσυσσώρευσης που συνδέθηκε με τις ανακατατάξεις και τις ανατροπές στο συσχετισμό δύναμης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας μετά τη δεκαετία του 1970.
? Η προσπάθεια ερμηνείας των κοινωνικών (οικονομικών, πολιτικών, ιδεολογικών) σχέσεων εξουσίας στις χώρες του "υπαρκτού σοσιαλισμού" υπήρξε από τον πρώτο κιόλας καιρό προνομιακό πεδίο για την ανάπτυξη μαρξιστικών ερμηνευτικών σχημάτων κατανόησης των ταξικών συσχετισμών στις κοινωνίες αυτές. Όταν οι κάθε λογής απολογητές ή πολέμιοι καταγίνονταν με το πολιτικό εποικοδόμημα και τα ιδεολογήματα της αναγκαιότητας ή μη της αυταρχικής καταστολής ή των "δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων", οι αναλύσεις των Θέσεων εστιάστηκαν σε βασικές όψεις της κοινωνικής συγκρότησης των χωρών αυτών. Παράλληλα, προσπάθησαν να εντοπίσουν και τους μηχανισμούς που οδήγησαν στην κατάρρευση των καθεστώτων αυτών, συχνά μέσα από τους φρικτότερους και πλέον παρατεταμένους "εθνικούς", "θρησκευτικούς" ή "φυλετικούς" πολέμους που έχουμε γνωρίσει, αποκαλύπτοντας τους άδηλους μηχανισμούς συγκρότησης, πρωταρχικής συσσώρευσης και διευρυμένης κοινωνικής αναπαραγωγής του κεφαλαίου, που πολλοί νόμιζαν ότι είχαν περάσει στα αζήτητα της ιστορίας - τουλάχιστον για την πολιτισμένη ευρωπαϊκή ήπειρο.
? Τα ατομικά πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, η καταστρατήγησή τους από τις "δημοκρατικές κοινωνίες" του προηγμένου καπιταλισμού, ιδιαίτερα στην τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα με αφορμή τα κύματα οικονομικών μεταναστών από τις χώρες του πρώην "υπαρκτού σοσιαλισμού", υπήρξε άλλο ένα πεδίο σημαντικής θεωρητικής παρέμβασης για τις Θέσεις. Η κριτική εστιάστηκε τόσο στο ζήτημα καθαυτό όσο και στα μαζικά δικαιοπολιτικά και ψυχαναλυτικά παρεπόμενά του, με την αναγόρευση του "άλλου" σε εχθρό και την επικράτηση των ιδεολογιών του ρατσισμού και της ξενοφοβίας.
? Ο "παγκόσμιος καπιταλισμός" είναι ένα ακόμη προσφιλές ιδεολόγημα της ακαδημαϊκής και δημοσιογραφικής κοινότητας που αρνείται συστηματικά να αναγνωρίσει τις αλήθειες που κρύβει μέσα της η πραγματικότητα -και τα στοιχεία που την τεκμηριώνουν. Οι Θέσεις συστηματικά παρακολούθησαν και ανέλυσαν την πραγματική διάσταση της διεθνοποίησης του κεφαλαίου και της δυναμικής των παγκόσμιων αγορών, δίνοντας όμως ιδιαίτερη έμφαση στη σημασία που εξακολουθεί να διατηρεί το εθνικό (καπιταλιστικό) κράτος και οι μηχανισμοί αναπαραγωγής του κεφαλαίου στο πλαίσιο της εδαφικής του επικράτειας. Ως ειδική περίπτωση με βαρύνουσα όμως σημασία αναλύθηκε και συνεχίζει να παρακολουθείται η δυναμική της ευρωπαϊκής ενοποίησης από την ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων και την πτώση των δασμών έως την εποχή του ενιαίου νομίσματος.

Το πολιτικό στίγμα

Μεγάλο μέρος της προσπάθειας των Θέσεων αναλώθηκε στην ανάλυση της συγκυρίας και την κριτική των διεξόδων που συχνά προβάλλονταν ως μονόδρομος. Η κριτική αυτή είχε ως στόχο την Αριστερά που σε όλες τις παραλλαγές της συστηματικά προβάλλει το πολιτικό της αδιέξοδο ως αδυναμία της πολιτικής εν γένει ή ως αποτέλεσμα του θεσμικού εκβιασμού των άλλων, των μηχανισμών, διεθνών ή εγχώριων συνωμοσιών. Μερικά δείγματα της προβληματικής που αναπτύχθηκε δίνονται στη συνέχεια:
? Η πολιτική που μεταπολεμικά συγκροτήθηκε και ωρίμασε ως Αριστερά, σε όλες τις εκδοχές της στηρίχθηκε στην επαγγελία της "αδύνατης" αναδιανομής. Το αδύνατο της αναδιανομής προβλήθηκε με δυο διακριτούς τρόπους: στη "συντηρητική" εκδοχή ως αποτέλεσμα της πρωτοκαθεδρίας της οικονομικής ευρωστίας που δοκιμάζεται από "τυχοδιωκτικές απόπειρες αλόγιστων παροχών" (η σοσιαλδημοκρατική παραλλαγή), στην "προοδευτική" εκδοχή ως αποτέλεσμα "δομικό" που απαιτεί την "αλλαγή", το "σοσιαλισμό", την "επανάσταση" (η τριτοδιεθνιστική παραλλαγή). Και στις δυο εκδοχές οι παραγωγικές σχέσεις μένουν έξω από τη συζήτηση, είτε γιατί θεωρούνται από Θεού δεδομένες, είτε επειδή αυτές αρκεί να τις ρυθμίσει το "πλάνο" αντί της "αναρχίας της αγοράς". Η συστηματική και επανειλημμένη κριτική σε όλες τις εκδοχές άρχισε από το πρώτο τεύχος με την κριτική της θεωρίας του Κράτους- Πρόνοια και συνεχίζεται μέχρι σήμερα σε κάθε ευκαιρία.
? Η σχέση της όποιας Αριστεράς με το κράτος, τον πυρήνα και τους διαδοχικούς φλοιούς των κρατικών μηχανισμών, με αποκορύφωμα το θεωρητικό και πολιτικό ιδιώνυμο της "κάθαρσης", αποτέλεσε έως σήμερα προνομιακό πεδίο ανίχνευσης των αντικειμενικών προσδιορισμών της αριστερής πολιτικής πρακτικής. Η ένταξη των αριστερών διανοουμένων στις επιταγές της "Αλλαγής" στη δεκαετία του 1980 μπορεί να φαντάζει εξαιρετικά απόμακρη και συγκυριακή, πλην όμως βρίσκεται σε ευθεία αντιστοίχηση με τη σημερινή πολιτική αποστράτευση, κοινωνική απονεύρωση και ένταξη στις επιταγές του lifestyle και της συστηματικής επίδειξης νεοπλουτισμού.
? Η αμηχανία όλων των τάσεων της Αριστεράς μπροστά στην κατάρρευση των "κομμουνιστικών" καθεστώτων τροφοδότησε μια σειρά ιδεολογήματα που ήρθαν να εναρμονιστούν με ιστορικές παραδόσεις των αριστερών ρευμάτων και αυθόρμητες λαϊκές ιδεολογίες, τις οποίες άλλωστε συστηματικά θώπευαν και υπηρετούσαν. Οι "μηχανορραφίες" των ξένων, η επίκληση της "αδύνατης" δημοκρατίας, η αναδίπλωση στον εθνικισμό και εθνικο-κομμουνισμό ως υποκατάστατο ενός "σοσιαλιστικού διεθνισμού" χωρίς αντίκρυσμα, η συνεχής και αυτιστική επίκληση του χαμένου παράδεισου ως αντίβαρου στη "νέα τάξη" αντιμετωπίστηκαν ήδη από τον πρώτο καιρό που εμφανίστηκαν με συστηματικό και αυστηρό τρόπο από την αρθρογραφία των Θέσεων. Και εντοπίστηκε το μόνο μέσο με το οποίο θα μπορούσαν να είχαν αποφύγει τη συνολική γελοιοποίηση εκείνοι που με κάθε τρόπο κήρυσσαν την επικείμενη κατάρρευση του καπιταλισμού και τελικά βρέθηκαν αντιμέτωποι με τη δική τους συντριβή: την εφαρμογή των θεωρητικών εργαλείων και μεθόδων με τις οποίες μας εφοδίασε ο Μαρξ, στις κοινωνίες που συγκροτήθηκαν στο όνομα του μαρξισμού.
? Η πολιτική και η ιδεολογία του "εκσυγχρονισμού" απέσπασε σημαντικό μέρος από την ενασχόληση με τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Και δείχθηκε μέσα από τη συγκεκριμένη ανάλυση της συγκυρίας πώς ο "εκσυγχρονισμός" αποτελεί συνέχεια της παράδοσης του ΠΑΣΟΚ, τόσο αναφορικά με την οικονομική και κοινωνική πολιτική, όσο και ως ιδεολογικό μόρφωμα, το οποίο δοθείσης της ευκαιρίας αναζητά χωρίς ενδοιασμούς στηρίγματα σε εθνικιστικές αυθόρμητες ιδεολογίες, πανταχού παρούσες στον σύγχρονο ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό.
? Η αντίσταση στην πολιτική της "παγκοσμιοποίησης" και τα σχετικά πολιτικά επίδικα αντικείμενα που τίθενται στη σημερινή συγκυρία αποτελούν αντικείμενο ανάλυσης, δίνοντας έμφαση στην οριοθέτηση και ερμηνεία των τάσεων που συνυπάρχουν στο εσωτερικό του κινήματος αυτού. Η πολιτική ανάλυση συμπληρώνει τη θεωρητική συζήτηση, η οποία δίνει και τα εφόδια για να σκεφτούμε τις προεκτάσεις πέρα από το εφήμερο, για να κατανοήσουμε τις διαφορές και τα όρια του κινήματος κατά της παγκοσμιοποίησης, για να ανιχνεύσουμε τις δυνατότητες συμμαχιών, το εύρος και την αντοχή τους.

Τι είναι οι Θέσεις

Και με όλα όσα αναπτύξαμε παραπάνω δίκην αναδρομής, τίθεται εύλογα το ερώτημα: Με ποιον συνομιλούν οι Θέσεις, σε ποιον απευθύνονται οι αναλύσεις και η κριτική, ποιος είναι ο αποδέκτης των θέσεων που διατυπώνονται; Η εύκολη απάντηση εν προκειμένω είναι ο ορισμός των Θέσεων ως περιοδικού "διαλόγου" της Αριστεράς, γόνιμης αντιπαράθεσης και σύνθεσης των απόψεων, απτό δείγμα μιας "διαλεκτικής" που είναι ιδιαίτερα αγαπητή σε όλο το πολιτικό φάσμα --και αποτελεί διαστροφή και ακύρωση του όποιου θετικού περιεχομένου έχει η μαρξιστική φιλοσοφία του διαλεκτικού υλισμού. Η γόνιμη απάντηση βρίσκεται ακριβώς στον αντίποδα: οι Θέσεις είναι περιοδικό θέσεων, πολεμικής και στρατηγικής πρόκλησης στα δεδομένα και θέσφατα μιας ιστορικής, θεωρητικής, ιδεολογικής και πολιτικής χρεοκοπίας: της Αριστεράς. Μιας Αριστεράς που καταστατικά ορίστηκε ως αναίρεση του επαναστατικού περιεχομένου της μαρξιστικής θεωρίας και της λενινιστικής παράδοσης.
Με αυτή την έννοια, οι Θέσεις δεν συμβαδίσουν με τον διάχυτο "δημοκρατισμό" της μετά την κατάρρευση εποχής. Ο "δημοκρατικός διάλογος" δεν αποτελεί θεραπεία για την έλλειψη στρατηγικής, τον θεωρητικό παροπλισμό και την παραγωγή πολιτικών ανοσιουργημάτων. Για να ευοδωθεί ο όποιος διάλογος είναι αναγκαίο να υπάρχει επίδικο αντικείμενο, στρατηγική και κοινός στόχος. Και δεν πιστεύουμε ότι η θεωρητική πρακτική με αναφορά στο μαρξισμό αποτελεί δεδομένο που μοιράζονται πολλές τάσεις και ρεύματα της σύγχρονης "κοινωνικής αμφισβήτησης". Ούτε πάλι η αριστερή παράδοση έχει κατά κανόνα κοινές ανησυχίες και αναζητήσεις με τα όσα εκθέσαμε παραπάνω, τα οποία συγκροτούν το θεωρητικό οπλοστάσιο και το πολιτικό στίγμα των Θέσεων. Οπότε τίθεται εύλογα το ερώτημα: τι είναι αυτό που κινεί το εγχείρημα των Θέσεων, τι καθιστά επίκαιρο τον προβληματισμό και την προσέγγιση, ιδιαίτερα σε μια συγκυρία που λειτουργεί απαξιωτικά για το συγκεκριμένο θεωρητικό και ιδεολογικό σύστημα αναφοράς;
Οι απαντήσεις στο ερώτημα αυτό μπορεί να ποικίλουν, να επικαλύπτονται ή και να είναι μερικώς αντικρουόμενες, μιας και, ενώ γενικά στηρίζονται σε αντικειμενικά δεδομένα, ταυτόχρονα μπορεί να ωθούνται και από προσωπικά κίνητρα και εμπειρίες.
Αν είναι σωστή η θέση ότι η ιστορία είναι μια διαδικασία χωρίς υποκείμενο και χωρίς τέλος-σκοπό, τότε και η ιστορία των Θέσεων δεν είναι παρά μια στιγμή στη διαδικασία της πάλης των τάξεων, μια θέση στον πόλεμο που διεξάγεται ερήμην μας, έξω και πέρα από υποκείμενα ή ατομικές πρωτοβουλίες. Οι Θέσεις είναι μια θεωρητική πρακτική, ένα μέρος του πολέμου των λέξεων, της μάχης των εννοιών, της πάλης των τάξεων στη θεωρία. Είναι ένα μέσο στη διαδικασία με την οποία η ίδια η θεωρητική ταξική πάλη γίνεται ορατή μέσα από τη σύγκρουση, με τη διαδικασία που ο Αλτουσέρ είχε αποκαλέσει "μετατόπιση της ανυπόστατης χάραξης".
Μήπως όλα αυτά σηματοδοτούν την πίστη σε νομοτέλειες, τη θεολογική προσήλωση στην "τελική νίκη" και το "θρίαμβο των ιδεών του κομμουνισμού"; Κάποιο μαρξιστικό μεσσιανισμό που επαναφέρει θριαμβευτικά την καθαρότητα των μαρξιστικών ιδεών; Μια εμμονή ορισμένων κοινωνικά απροσάρμοστων στα πεπρωμένα δοξασιών που η ιστορία φαίνεται να έχει οριστικά και αμετάκλητα αποδοκιμάσει;
Το εγχείρημα του περιοδικού είναι κάτι που μας ξεπερνάει και βρίσκεται πάνω και πέρα από τις δυνάμεις και επιδιώξεις μας. Μοιάζει κάπως με την εξέλιξη μιας νέας ζωής που μετά τα πρώτα στάδια υποστήριξης που χρειάζεται, έρχεται μια στιγμή που αυτονομείται και ακολουθεί τη δική της ιδιόμορφη και ξεχωριστή πορεία. Με αυτή την έννοια οι Θέσεις ξεπερνάνε τις ατομικές δυνάμεις και επιδιώξεις του καθενός, καθοδηγούνται και ελέγχονται από το συντονισμό που προκαλούν, αποκτούν αξία και υπόσταση στο μέτρο που αποδεικνύουν τη χρησιμότητά τους ως θεωρητικό και πολιτικό στήριγμα των αγωνιστών που είναι υποκείμενα μέσα στην ιστορία, στις νίκες και τις ήττες τους, στην καθημερινή βιωματική σχέση τους με τις εκφάνσεις της πάλης των τάξεων.
Μένει ένα τελικό ερώτημα: Μήπως τελικά η όλη προσπάθεια σε συνθήκες παντοδυναμίας του αστισμού και συντριπτικής υπεροπλίας του κεφαλαίου στο συσχετισμό δύναμης με την εργασία, είναι ένα ατομικό άλλοθι, μια μεταφυσική υποθήκη, μια άπελπις προσπάθεια για τη "σωτηρία της ψυχής"; Η απάντηση που δίνει εδώ ο καθένας που έχει εμπλακεί στην περιπέτεια των Θέσεων όλα αυτά τα χρόνια είναι αυστηρά προσωπική. Η σύντομη ιστορία του "υπαρκτού μαρξισμού" δεν πρόλαβε πάντως να εγκαθιδρύσει μαζικό πρότυπο μεταφυσικής προσήλωσης στη θυσία, παρά τις μεμονωμένες τραγικές περιπτώσεις.
Στις Θέσεις υπάρχει πάντα ένας σκληρός πυρήνας που εξακολουθεί να δουλεύει για το σήμερα και αδιαφορεί παντελώς για τις υποθήκες για το μέλλον. Η "σωτηρία της ψυχής" μπορεί να περιμένει όταν πραγματικά γεράσουμε...