Της Σύνταξης

Έξι μήνες μετά την εξαγγελία της νέας οικονομικής πολιτικής, η οικονομική κρίση συνεχίζει να πλήττει με αμείωτη ένταση τον ελληνικό καπιταλισμό, αναγκάζοντας τους αρμόδιους της κυβέρνησης να καταφεύγουν σε λογής - λογής λογικές ακροβασίες για να πείσουν, απ' τη μια ότι η πολιτική τους είναι μια «εθνική αναγκαιότητα» και από την άλλη ότι πολυθρύλητη ανάκαμψη βρίσκεται ήδη προ των πυλών.

Όμως η «υπεύθυνη» κυβερνητική δημαγωγία, που συνεπικουρείται από την, για την τελευταία πενταετία, πρωτοφανή σε ωμότητα «πειθώ» των ΜΑΤ, δεν καταφέρνει να αποσπάσει τη συναίνεση ή έστω την ανοχή της εργατικής τάξης. Το εργατικό κίνημα μοιάζει να καταλαβαίνει πολύ καλά ότι αντιμετωπίζει μια ολομέτωπη επίθεση των δυνάμεων του κεφαλαίου, μια επίθεση που για βασικό άξονα έχει πλέον την ίδια την κυβερνητική πολιτική και που στόχος της είναι ο εκ βάθρων μετασχηματισμός του ταξικού συσχετισμού των δυνάμεων υπέρ του κεφαλαίου και κατά της εργασίας. Κυβέρνηση και κεφάλαιο ταυτίζονται πλέον στην εκτίμηση ότι ο στρατηγικός στόχος του ελληνικού καπιταλισμού, η αναδιάρθρωση του παραγωγικού συστήματος για την καπιταλιστική έξοδο από την κρίση, έχει ως προϋπόθεση για την υλοποίηση του το χτύπημα της εργατικής τάξης: Με τον περιορισμό των εργατικών και λαϊκών εισοδημάτων, την υπονόμευση του συνδικαλισμού και των διαπραγματευτικών θέσεων των εργαζομένων, την αύξηση της ανεργίας, με δυο λόγια με τη λιτότητα, την καταστολή και τη δια της βίας πειθάρχηση της εργατικής τάξης.

Απέναντι σ' αυτήν την επίθεση του κεφαλαίου το εργατικό και λαϊκό κίνημα βρίσκεται χωρίς ουσιαστική πολιτική καθοδήγηση και εκπροσώπηση. Εντούτοις, δεν είναι παροπλισμένο. Οι απεργίες και οι κινητοποιήσεις των εργαζομένων βρίσκονται διαρκώς στην ημερήσια διάταξη. Η κυβερνητική πολιτική του ΠΑΣΟΚ δοκιμάζεται από την οξύτερη κρίση νομιμοποίησης της πενταετούς ιστορίας της. Η μάχη βρίσκεται ακόμα στο ξεκίνημα της και με κανένα τρόπο δεν έχει κριθεί. Πολύ περισσότερο, δεν είναι καν ορατές οι συνολικές, πολιτικές και κοινωνικές, συνέπειες που θα συνεπιφέρει η εξέλιξη της. Οι τάσεις ρευστοποίησης της πολιτικής σκηνής που σήμερα παρατηρούνται, θα μπορούσαν να θεωρηθούν έτσι ως ενδείξεις μιας διαδικασίας ριζικού μετασχηματισμού που μόλις ξεκινάει.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, το ζήτημα της Αριστεράς τίθεται σήμερα με οξύτερο τρόπο παρά ποτέ. Η αναγκαιότητα για τη συγκρότηση μιας αριστερής - αντικαπιταλιστικής πολιτικής πρότασης και στρατηγικής, με άξονα σήμερα την απόκρουση της επίθεσης του κεφαλαίου, είναι όσο ποτέ άλλοτε επιτακτική. Προϋπόθεση είναι φυσικά ο απεγκλωβισμός των δυνάμεων της Αριστεράς από τα ρεφορμιστικά - «αναπτυξιακά» αδιέξοδα, η χειραφέτηση τους δηλαδή από τη σισύφεια διαδικασία αναζήτησης του «πραγματικού ΠΑΣΟΚ».

Το δέκατο πέμπτο τεύχος των θέσεων είναι αφιερωμένο σε ζητήματα που άπτονται της καπιταλιστικής κρίσης και των οικονομικών - κοινωνικών μετασχηματισμών που συνδέονται μαζί της.

Το άρθρο του Γιώργου Σταμάτη. Η οικονομική κρίση κοκ οι αυταπάτες για το ξεπέρασμα της, περιγράφει τις διαφορετικές συνιστώσες της οικονομικής κρίσης του καπιταλισμού, δηλαδή την ανεργία (για τους μισθωτούς), την υποαπασχόληση του κεφαλαίου (για τους κεφαλαιοκράτες) και την αύξηση των δημοσίων και εξωτερικών ελλειμμάτων (για. το κράτος). Στη συνέχεια περιγράφει τους όρους που καθιστούν αδύνατο το ξεπέρασμα των πλευρών αυτών της κρίσης με βάση τα κρατικά μέτρα οικονομικής πολιτικής και υποδεικνύει ότι τα μέτρα αυτά στοχεύουν να απαλύνουν απλώς τις επιπτώσεις της κρίσης για το κεφάλαιο και το κράτος. Η αντίληψη ότι οικονομική κρίση είναι μία για όλο το έθνος, και ότι η οικονομική πολιτική προωθεί (ή μπορεί να προωθήσει) το ξεπέρασμα της, επιδιώκει αποκλειστικά να συγκαλύψει την τοξικότητα της κρατικής πολιτικής και να
αποτρέψει μια κρίση νομιμοποίησης της.

Το άρθρο του Γιάννη Μαύρη, Η επίθεση του κεφαλαίου (Οι βασικές συντεταγμένες της αστικής στρατηγικής στη νέα συγκυρία), περιγράφει τα χαρακτηριστικά της φάσης που εγκαινίασε η νέα κυβερνητική πολιτική για την οικονομία, τον Οκτώβριο του περασμένου χρόνου. Η πληθώρα των μέτρων που διαμορφώνουν τη νέα κυβερνητική πολιτική, αλλά και οι διαδικασίες που ξεκίνησαν σε άμεση αναφορά με την πολιτική αυτή, στοιχειοθετούν μια ολομέτωπη επίθεση του κεφαλαίου ενάντια στην εργατική τάξη, με στόχους την απαλλοτρίωση των κατακτήσεων των εργαζομένων, τη συντριβή του εργατικού κινήματος και την ενίσχυση - σταθεροποίηση της εξουσίας του κεφαλαίου πάνω στην παραγωγική διαδικασία, στόχους τους οποίους ο αστισμός θεωρεί ως προϋποθέσεις για την αναδιάρθρωση της παραγωγής, την αναθέρμανση της καπιταλιστικής συσσώρευσης και την έξοδο από την κρίση.

Ο Ηλίας Ιωακείμογλου με το άρθρο του, Για την αντικαπιταλιστική έξοδο από την κρίση Μέρος πέμπτο: Μερικά συμπεράσματα, ανακεφαλαιώνει την ανάλυση που άρχισε στο 11ο τεύχος των θέσεων σχετικά με την καπιταλιστική κρίση υπερσυσώρευσης. Το άρθρο ασκεί κριτική τόσο στην οικονομιστική όσο και στην υποκειμενιστική προσέγγιση στην κρίση και υποδεικνύει ότι, σύμφωνα με τη μαρξιστική θεωρία, οι αιτίες της κρίσης θα πρέπει να αναζητηθούν όχι στη δράση κάποιου αδυσώπητου νόμου, αλλά στο πλήθος των εξωτερικών ως προς τους νόμους της καπιταλιστικής συσσώρευσης καθορισμών, οι οποίοι, δρώντας όμως διαμέσου των νόμων της συσσώρευσης προσδιορίζουν, μέσα στη συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία, το ξέσπασμα της κρίσης. Με βάση αυτή την οπτική γωνία συνοψίζει τα συμπεράσματα της ανάλυσης του για τη σημερινή κρίση.

Η Έλενα Σεφερτζή με το άρθρο της, Από την κρίση της συσσώρευσης στην κρίση του κράτους πρόνοιας (Μύθος και απομυθοποίηση της κρατικής παρεμβατικής πολιτικής), αναφέρεται στην κρίση των οικονομικών και αναπαραγωγικών λειτουργιών του κράτους, σαν αποτέλεσμα της κρίσης της συσσώρευσης του κεφαλαίου. Η διαμάχη επομένως σχετικά με το «κράτος πρόνοιας» και η αποδόμηση τον τελευταίου προς όφελος των πολιτικών της λιτότητας, δεν πριμοδοτεί μια μη παρεμβατική οικονομική πολιτική, αλλά υιοθετεί ένα νέου τύπου οικονομικό παρεμβατισμό, που στοχεύει στην άμβλυνση των αποτελεσμάτων της κρίσης για το κεφάλαιο και το καπιταλιστικό σύστημα.

Το κείμενο τον Λουί Αλτουσέρ, Η έννοια του οικονομικού νόμου στο «Κεφάλαιο», αποτελεί μετάφραση τον προλόγου τον συγγραφέα στο ομώνυμο έργο του G. Dumenil (1978). Ο Αλτουσέρ σκιαγραφεί, με αφορμή το βιβλίο του Dumenil, τη ρήξη της σκέψης τον Μαρξ με το εγελιανό θεωρητικό σύστημα, αναλύοντας το ρόλο που παίζει η συγκρότηση των μαρξικών εννοιών (κυρίως των εννοιών της αξίας, του κεφαλαίου και της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής) στην εγκαθίδρυση και συνεχή διεύρυνση του θεωρητικού επιστημονικού πεδίου της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό τίθεται και το ζήτημα για τη σχέση ανάμεσα στο εσωτερικό της θεωρίας τον καπιταλιστικού τρόπον παραγωγής, στις εσωτερικές και αναγκαίες σχέσεις (νόμους) που διέπουν την καπιταλιστική συσσώρευση και στους «εξωτερικούς» προσδιορισμούς (όπως π.χ. η έκταση της εργάσιμης μέρας) που, όμως, δρουν δια μέσου των νόμων της ανσσώρενσης και γι' αυτό είναι μ' ένα ιδιαίτερο τρόπο παρόντες μέσα στη γενική μαρξική θεωρία τον καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.

Ο Θανάσης Τσεκούρας με το άρθρο του, Η έρημη χώρα (Το παρελθόν και το παρόν του ΚΚΕεσ.), ασκεί κριτική στο πολιτικό σκεπτικό με βάση το οποίο προτείνεται σήμερα η «μετεξέλιξη» του ΚΚΕεσ. σε φορέα της «ευρύτερης Αριστεράς». Υποστηρίζει ότι στην ουσία πρόκειται για την τυπική επικύρωση τον «εκπασοκισμού χωρίς μάζες» τον ΚΚΕεσ., μιας διαδικασίας δηλαδή που μόνιμα στοιχεία της ήταν η αποκοπή τον ΚΚΕεσ. από τις μάζες, και η διαμόρφωση της φυσιογνωμίας του κατ' αναλογία του αστικού μοντέλου «κόμμα κράτος». Η υπαρκτή αυτή μετεξέλιξη, που συνοδεύτηκε από αλλεπάλληλες πολιτικές ήττες, προδικάζει και το μέλλον του σημερινού εγχειρήματος.

Το άρθρο του Ulrich Menzel, Οι νέες βιομηχανικές χώρες της Ν. Α. Ασίας και η θεωρητική συζήτηση για την ανάπτυξη, δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο γερμανικό περιοδικό PROKLA τ.59, 1985. Αναφέρεται στην καπιταλιστική ανάπτυξη της Ν. Κορέας και της Ταϊβάν και υποδεικνύει ότι πρόκειται για οικονομικές και κοινωνικές διαδικασίες τις οποίες τα κυρίαρχα σήμερα (μέσα στην Αριστερά) ερμηνευτικά σχήματα ήταν ανίκανα όχι μόνο να προβλέψουν, αλλά ούτε ακόμα και να περιγράψουν. Ο ίδιος ο συγγραφέας υιοθετούσε στο παρελθόν τις θεωρίες μητρόπολης - περιφέρειας, αλλά η ενασχόληση τον με το εμπειρικό υλικό των νέων βιομηχανικών χωρών της Ν. Α. Ασίας τον έθεσε μπροστά στο ερώτημα του πόσες «εξαιρέσεις» μπορεί να επιτρέπει μια θεωρία, όταν μάλιστα διατείνεται ότι ερμηνεύει τη συνολική εξέλιξη του «παγκόσμιου καπιταλισμού», μέχρις ότου θεωρηθεί ότι έχει διαψευστεί. Για τον Έλληνα αναγνώστη το άρθρο έχει ένα επιπρόσθετο ενδιαφέρον, γιατί η σημερινή διαδικασία καπιταλιστικής ανάπτυξης στη Ν. Α. Ασία παρουσιάζει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με την ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού στο Μεσοπόλεμο, αλλά και μεταπολεμικά, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '70.

8/4/86